Τα κουδούνια της Καθαρής Δευτέρας στο Φιλώτι της Νάξου

Ειρήνη Προμπονά

απο Cyclades Open

Καθαρά Δευτέρα ξημέρωσε  που σημαίνει πως μπαίνουμε στην τελική ευθεία για το Πάσχα περνώντας μέσα από μια διαδικασία νηστείας και επομένως κάθαρσης, όπως επιβάλλει η επικρατούσα ορθόδοξη χριστιανική θρησκεία.

Η καλή μου η γιαγιά, βέβαια, έλεγε με τον μοναδικά παραστατικό της τρόπο πως «δεν έχουν σημασία αυτά που μπαίνουν, αλλά αυτά που βγαίνουν» εννοώντας πως, σημασία δεν είχε τόσο η νήστεια και η τυπολατρία (αυτά που μπαίνουν), όσο να είναι κανείς στην πράξη καλός άνθρωπος, ν’ αγαπά τον πλησίον του, να βοηθά τους αδύναμους (αυτά που βγαίνουν), να φροντίζει ώστε να μην αμαρτάνει και να είναι με λίγα λόγια «παλιάνθρωπος», όπως τους χαρακτήριζε η γιαγιά μου όσους πρόσεχαν τι “έμπαινε”, αλλά ποσώς ενδιαφέρονταν για ότι “έβγαινε” και δεν ήταν καλό.

Από τα αρχαία χρόνια γιορτάζονταν η αρχή της Άνοιξης, το ξύπνημα της Φύσης από τον λήθαργο του χειμώνα. Η Περσεφόνη επέστρεφε από τα παλάτια του Άδη στη γη κι αυτή στολίζονταν για να την υποδεχθεί. Στην επαρχία πάντα γίνεται ευκολότερα αισθητή η παρουσία της.

Παραδόξως, το τηλέφωνο σήμερα χτυπάει απ’ το πρωί για ευχές και «Καλή Σαρακοστή», από συγγενείς και φίλους, πάντα με την έγνοια για το πως πάει η υγεία μας και πως περνάμε.

Το βρίσκω εντυπωσιακό, καθώς δεν θυμάμαι αυτό να έχει συμβεί τόσο έντονα την προηγούμενη χρονιά, αλλά υποθέτω πως το βάρος του πολέμου και η πανδημία, η διάλυση της οικονομίας και η μαυρίλα των τελευταίων χρόνων έχει βάλει το χεράκι της να ανησυχούμε διπλά και τρίδιπλα, τουλάχιστον για τους δικούς μας.

Όμως η συνομιλία που είχα με τον συγχωριανό μου Αντώνη Τζιώτη, εκπαιδευτικό και ενεργό μέλος του Συλλόγου Φιλωτιτών του οποίου έχει χρηματίσει και πρόεδρος, ήταν διαφορετική.

Πάντα όταν μιλάς με ανθρώπους όπως ο Αντώνης Τζιώτης έχεις να μάθεις κάτι για τον τόπο σου, κάτι που αφορά την παράδοση, τη βοσκοσύνη, τα ήθη και τα έθιμα του χωριού. Κάτι που θα σ’ ενθουσιάσει και αμέσως μετά θα σε πληγώσει, γιατί σκέφτεσαι πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα, αν μπορούσε να γίνει κατανοητός ο θησαυρός που έχουμε στα χέρια μας και τον πετάμε αλόγιστα, μέχρι να ξεχαστεί τελείως.

Έτσι λοιπόν μετά τις ευχές που ανταλλάξαμε και σχολιάζοντας τα τεκταινόμενα, έμαθα και το κάτι τις πολύ μου. Ένα παλιό έθιμο του χωριού μου γεμάτο ποικίλους συμβολισμούς που μ’ ενθουσίασε.

Την Καθαρά Δευτέρα στο Φιλώτι οι βοσκοί έβγαιναν με το που ξημέρωνε στις ταράτσες των σπιτιών και χτυπούσαν τα καινούργια κουδούνια που θα φορούσαν στα ζα.

Φανταστείτε μονάχα, εκατοντάδες κουδούνια να χτυπάνε ρυθμικά απ’ άκρο σ’ άκρο του χωριού κι ο κόσμος να βγαίνει στα μπουντιά και στις αυλές για να καλημερίσει και να ευχηθεί ο ένας στον άλλον.

«Το χτύπημα των κουδουνιών ήταν για να ξορκίσουν το κακό, αλλά και για να καλωσορίσουν τον ερχομό της άνοιξης και την ανάταση της ζωής. Ο βαρύς χειμώνας έφευγε, δίνοντας τη θέση του στην ανοιχτόκαρδη άνοιξη, η φύση ζωντάνευε, οι άνθρωποι γινόντουσαν κι αυτοί λιγότερο μουντοί» μου λέει ο κ. Τζιώτης στο τηλέφωνο κι εγώ με φαντάζομαι να ξυπνώ κάτω απ’ τον χαρμόσυνο ήχο και τις ευχές που απλώνονταν από δώμα σε δώμα, έστω από ταράτσα σε ταράτσα, τα δώματα πια δεν υφίστανται όπως παλιά.

Το χτύπημα των κουδουνιών όμως είχε και μια χρηστική σημασία, ένα μυστικό της βοσκοσύνης που άκουσα για πρώτη φορά σήμερα. Όσα κατσικοπρόβατα είχαν ήδη γεννήσει ήταν πια ώρα ν’ αποκόψουνε, να γίνει  δηλαδή ο απογαλακτισμός τους, αφού τα μικρά μπορούσαν πια να τρέφονται με χορταράκι και δεν εξαρτιούνταν από τον θηλασμό.

Στη διάρκεια λοιπόν της «Καθαρής Εβδομάδας» οι βοσκοί του Φιλωτιού απογαλάκτιζαν τα μικρά φορώντας τα καινούργια κουδούνια στις μανάδες τους, που μετέφεραν, εν τω μεταξύ, σε άλλη πλαγιά για βοσκή. Τα παλιά κουδούνια που φορούσαν οι μανάδες τους, τα φορούσαν πια οι «αργές» ζούλες και προβατίνες, εκείνες δηλαδή που θα γεννούσαν αργότερα.

Μαθημένα τα μικρά αμνοερίφια στον ήχο που παρήγαγε το κουδούνι της μητέρας τους, κάθε κουδούνι έχει τον δικό του μοναδικό ήχο, ακολουθούσαν τον ήχο κι έτσι απομακρύνονταν ευκολότερα απ’ τις μανάδες τους, ακολουθώντας εκείνες που τα φορούσαν τώρα, γίνονταν πια ανεξάρτητα τρώγοντας ό,τι και τα μεγάλα ζώα, κόβοντας τον θηλασμό, «αποκόβγανε» δηλαδή ευκολότερα.

Σήμερα 7 Μαρτίου 2022 ο μόνος που χτύπησε τα κουδούνια στην ταράτσα του σπιτιού του ήταν ο Αντώνης Τζιώτης. Θέλοντας να παρακινήσει τους συγχωριανούς της βοσκοσύνης να θυμηθούν ξανά το παλιό έθιμο και να γιορτάσουν το τέλος της Αποκριάς και το ξύπνημα της Άνοιξης και της Φύσης, όπως δεκαετίες πριν έκαναν οι προγονοί μας στο χωριό.

«Δεν το έκαναν για επίδειξη» μου αναφέρει ο κ. Τζιώτης στο τηλέφωνο «σίγουρα έδειχναν αυτοπεποίθηση χτυπώντας τα κουδούνια, πως έχουν μπόλικα ζωντανά, δεν έκαναν επίδειξη όμως».

Ευχηθήκαμε ο ένας στον άλλον του χρόνου τέτοια εποχή να έχουν ξυπνήσει όλα εκείνα που καθιστούν τον τόπο μας μοναδικό, όπως κάθε τόπος είναι άλλωστε. Και τη μοναδικότητά του αυτή να την αναδείξουμε, μέσα από πολιτιστικές εκδηλώσεις, αναβιώνοντας τα έθιμα του τόπου και την παράδοση, ώστε να γίνουμε αυτό που αξίζει να είναι ο τόπος μας: Ένας τόπος γεμάτος ζωή, με την παράδοση και τον πολιτισμό του ζωντανό και το μέλλον ευοίωνο, πριν καταναλωθούμε ακόμα και ως τουριστικός προορισμός ισοπεδώνοντας τα πάντα για χάρη του κέρδους και μόνον.

Αλλά η βιωσιμότητα και η άυλη και υλική πολιτιστική κληρονομία είναι κάτι που μας απασχολεί διαρκώς τουλάχιστον από τούτο εδώ το μετερίζι, οπότε θα χουμε την ευκαιρία να ανοίξουμε όλοι μαζί το «μονοπάτι», αφού «δρόμος» δεν φαίνεται να υπάρχει.

Καλή Σαρακοστή και καλή Άνοιξη!

Δείτε επίσης