Athens Voice: Έργα και ημέρες ενός πλαστογράφου κυκλαδικών ειδωλίων

Ευγενία Μίγδου | Athens Voice

απο Cyclades Open

Με την κλοπή των αρχαίων αντικειμένων και την καταστροφή του αρχαιολογικού περιβάλλοντος χάνεται για πάντα η αρχαιολογική και ιστορική γνώση.

Η παραγωγή πλαστών κυκλαδικών ειδωλίων και οι διαδρομές τους στη διεθνή αγορά της τέχνης μέσα από τη μοναδική μαρτυρία ανώνυμου πλαστογράφου

Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον και διαφωτιστικό άρθρο, σχετικά με τις πλαστογραφήσεις αρχαίων κυκλαδικών ειδωλίων και τις διαδρομές που ακολούθησαν στην παγκόσμια αγορά της τέχνης, δημοσιεύθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο στο επιστημονικό περιοδικό «International Journal of Cultural Property»(εκδ. Παν. Κέμπριτζ), το οποίο υπογράφουν οι David W.J. Gill (ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κεντ), Christopher Chippindale (αρχαιολόγος στο Πανεπιστήμιο Κέμπριτζ), και Χρήστος Τσιρογιάννης (αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Aarhus).

Η δημοσίευσή του συμπίπτει χρονικά με την αμφιλεγόμενη συμφωνία επιστροφής και νομιμοποίησης των 161 κυκλαδικών αρχαιοτήτων της συλλογής Στερν, που αποδεδειγμένα πλέον όχι μόνον περιέχει αρχαιοκαπηλικά αντικείμενα αλλά πιθανότατα και κίβδηλα, κατά την εκτίμηση του πλέον ειδικού μελετητή του Κυκλαδικού Πολιτισμού, ομότιμου καθηγητή του ΕΚΠΑ Χρίστου Ντούμα.

Κεντρικό θέμα του άρθρου είναι η αφήγηση των έργων και των ημερών, για πρώτη φορά στα χρονικά, ενός πλαστογράφου κυκλαδικών έργων που έδρασε στην Ελλάδα τις δεκαετίες του ’80 και ’90. Σύμφωνα με τους συντάκτες του άρθρου, πολλά από τα γνωστά κυκλαδικά ειδώλια προήλθαν από λαθρανασκαφές του 20ού αιώνα, ειδικά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970. Την ίδια στιγμή που οι λαθρανασκαφές είχαν φτάσει στο αποκορύφωμά τους, είχε ήδη γίνει γνωστό πως πολλοί επιδίδονταν και στις πλαστογραφήσεις κυκλαδικών έργων. Ορισμένα από αυτά έχουν ταυτοποιηθεί ενώ αρκετά θεωρούνται μέχρι σήμερα ύποπτα. Η ζήτηση κυκλαδικών ειδωλίων υπήρξε μεγάλη καθώς η συνάφειά τους με την μοντερνιστική γλυπτική του 20ου αιώνα τα κατέστησε ιδιαιτέρως ελκυστικά ως συλλεκτικά αντικείμενα. Για περισσότερα από 100 χρόνια κυκλοφορούσαν στη διεθνή αγορά κίβδηλα όσο και γνήσια ειδώλια που σχετίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο με τον κυκλαδικό πολιτισμό, χωρίς αξιόπιστες πληροφορίες προέλευσης που θα μπορούσαν να αποδείξουν τη νομιμότητα και τη γνησιότητά τους.

Η μαρτυρία του πλαστογράφου αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική πηγή πληροφοριών, αφού περιγράφει βήμα βήμα όχι μόνο τον τρόπο και τις τεχνικές κατασκευής πλαστών έργων με κάθε λεπτομέρεια, αλλά και τις διαδρομές που ακολουθούσαν στην αγορά της παγκόσμιας τέχνης, σε ιδιωτικές συλλογές, μουσεία, οίκους δημοπρασιών, κτλ. Επιπλέον δε, ο πλαστογράφος κάνει σαφή λόγο για τους κρίκους στην αλυσίδα του παράνομου εμπορίου αρχαιοτήτων κατονομάζοντας εμπόρους, διακινητές, αρχαιοπώλες, ακόμα και συλλέκτες σε μια χρονική στιγμή που κανείς από τους κατονομαζόμενους δεν βρίσκονταν πλέον εν ζωή.

Οι συγγραφείς του άρθρου, παρά τις όποιες επιφυλάξεις τους, τονίζουν πως είναι η πρώτη φορά που καταγράφεται μια τέτοια μαρτυρία από πρώτο χέρι, και ότι η ιστορία του πλαστογράφου επαληθεύεται και από άλλες πληροφορίες: ονόματα γνωστών προσώπων στη σύγχρονη αγορά αρχαιοτήτων, μικρές λεπτομέρειες και ημερομηνίες.

Η αφήγηση του πλαστογράφου

Η αφήγηση του πλαστογράφου και πληροφοριοδότη της Δίωξης Αρχαιοκαπηλίας, που δεν κατονομάζεται, πραγματοποιήθηκε σε τρεις συνεντεύξεις το 2009 και το 2010.

Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, δραστηριοποιήθηκε ως έμπορος παράνομων αρχαιοτήτων για πολλά χρόνια πριν ασχοληθεί με τις πλαστογραφήσεις κυκλαδικών έργων. Αγόραζε από λαθρανασκαφείς φτηνά και πούλαγε με τη σειρά του σε υψηλότερες τιμές σε μεγαλύτερους ντίλερς ή συλλέκτες. Εξοικειωμένος με τα συγκεκριμένα κυκλώματα, καθώς και με τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς παράνομων αρχαιοτήτων, κέρδιζε εύκολα χρήματα με μικρό ρίσκο.

Ο πλαστογράφος παραδέχεται πως η δραστηριότητά του αποδείχθηκε σύντομα πολύ κερδοφόρα και ότι στο μεταξύ οι επαφές του με λαθρανασκαφείς, εμπόρους και συλλέκτες αποτέλεσαν για τον ίδιο πραγματικό «σχολείο». Έμαθε στην πιάτσα ότι κάθε μαρμάρινο κυκλαδικό ειδώλιο είχε εκτιμώμενη αξία 1,5 εκατομμύριο δραχμές ανά εκατοστό ύψους για κομμάτια έως 25 εκατοστά – που ισοδυναμούν με περίπου 5.000 ευρώ και 7.400 δολάρια ΗΠΑ με τη συναλλαγματική ισοτιμία την εποχή που έγιναν οι τρεις συνεντεύξεις. Αν το κομμάτι ήταν μεγαλύτερο, η τιμή ήταν πολύ υψηλότερη, και ο έμπορος διαπραγματευόταν με τον αγοραστή σε διαφορετική βάση.

Γύρω στο 1986 ή 1987, μετά τη γνωριμία του με τον κατοπινό του συνεργάτη, έναν αγιογράφο και συντηρητή, αποφάσισαν να ασχοληθούν με την παραγωγή πλαστών κυκλαδικών ειδωλίων. Ο αγιογράφος, που είχε και γνώσεις μαρμαρογλυπτικής, συμβούλευσε να ακολουθήσουν ακριβώς τη διαδικασία κατασκευής που ακολουθούσαν οι αρχαίοι Κυκλαδίτες.

Το μάρμαρο έπρεπε να προέρχεται από τη Νάξο ή την Πάρο, το ίδιο ακριβώς που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή των αυθεντικών ειδωλίων πριν χιλιάδες χρόνια. Στην Αθήνα –σε ένα μικρό εργοστάσιο– ακολουθούσε η κοπή και το γυάλισμα των μαρμάρινων κομματιών. Περιγράφεται η τεχνική για την απόδοση πατίνας πάνω στα μάρμαρα με τη χρήση βερνικιού και ζάχαρης, υγρού σιδήρου και υδροχλωρικού οξέως. Για τη σμίλευση δούλευαν με οψιανό, ένα είδος πυριτόλιθου, το οποίο χρησιμοποιούσαν και οι Κυκλαδίτες για τα εργαλεία με τα οποία έφτιαχναν τα ειδώλια. Τελευταίο βήμα ήταν η λείανση του αντικειμένου με άχυρο, όπως ακριβώς έκαναν και οι αρχαίοι Κυκλαδίτες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, για ένα πιο πειστικό φινίρισμα, βύθιζαν κάποια ειδώλια σε κουβάδες γεμάτους χώμα από τη Νάξο ή την Πάρο και φύτευαν από πάνω βασιλικό ή κάποιο άλλο φυτό.

Όσον αφορά στις διαστάσεις των ειδωλίων, αλλά και κάθε άλλη λεπτομέρεια, ο πλαστογράφος ομολογεί πως χρησιμοποιούσαν πάντα αντίγραφα αγορασμένα από το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης.

Το πρώτο ειδώλιο που βγήκε στην αγορά, στα μέσα του 1987, είχε μήκος περίπου 40 εκατοστά και ζητήθηκαν 6 εκατομμύρια δραχμές (περίπου 30.000 ευρώ με σημερινή αξία), αντί για 80 εκατομμύρια που θα έπιανε μέχρι τον τελικό αγοραστή. Γι’ αυτή την πρώτη αγοραπωλησία τους χρησιμοποίησαν μεσάζοντα ο οποίος πούλησε τα περισσότερα από τα ειδώλιά τους στον ίδιο αγοραστή, τον Ιωάννη Πέρδιο*, που αγνοούσε ότι τα ειδώλια ήταν πλαστά. Ο Πέρδιος ήταν ο βασικός έμπορος του πλαστογράφου ο οποίος προωθούσε τα έργα σε ιδιωτικές συλλογές στον Περσικό Κόλπο.

Ο πλαστογράφος ομολόγησε πως πούλησε ο ίδιος απευθείας τρία βιολόσχημα ειδώλια σε Έλληνα συλλέκτη, τον Γιώργο Τσολοζίδη*, ο οποίος πάντα –ειδικά για τα κυκλαδικά ειδώλια– συμβουλευόταν την αρμόδια αρχή του ελληνικού δημοσίου (σ.σ.: Εφορεία Αρχαιοπωλείων και ιδιωτικών αρχαιολογικών Συλλογών). Όταν ο συλλέκτης έδειξε στην Εφορεία τα εν λόγω βιολόσχημα ειδώλια, έλαβε την απάντηση: «Δεν χρειάζεται να με ρωτήσετε για αυτά. Είναι προφανές ότι είναι γνήσια», ενώ τον συμβούλευσαν «να μην αγοράζει κλεμμένες αρχαιότητες». Οι συντάκτες αναφέρουν πως εντόπισαν δύο, πιθανώς και τρία, από τα «έργα» του, τα οποία ο ίδιος ο πλαστογράφος αναγνώρισε ανάμεσα σε πολλές και άσχετες φωτογραφίες που του έδειξαν. Πρόκειται για ειδώλια που βρίσκονται στην εν λόγω συλλογή, και τα οποία παρατίθενται στο άρθρο.

Πλαστά κυκλαδικά αντικείμενα κατασκευάζονταν νωρίτερα και από άλλους, υποστηρίζει ο πλαστογράφος, και μάλιστα με μεγαλύτερη επιτυχία. Γίνεται ειδική αναφορά στο όνομα του Νικόλαου Κουτουλάκη –«Νικολά» ή «ο Γάλλος», όπως ήταν τα παρατσούκλια του στην αγορά– που μαζί με διάφορους συνεργάτες οργάνωσαν μια μεγάλη παραγωγή πλαστών ειδωλίων, ενώ μεταξύ τους ένας Ελβετός αρχαιολόγος φρόντιζε να επαληθεύει την γνησιότητά τους.

«Νικολά» Κουτουλάκης

Ο Κουτουλάκης, γεννημένος στις Αρχάνες της Κρήτης το 1908, με σπουδές αρχαιολογίας στο Παρίσι και γνωστός αρχαιοπώλης με γκαλερί στο Παρίσι και στη Γενεύη, έγινε ο κορυφαίος έμπορος παράνομων αρχαιοτήτων στη διεθνή αγορά, ενώ είναι γνωστό ότι ανάμεσα σε γνήσια διακινούσε και πολλά πλαστά. Από τα χέρια του πέρασαν ορισμένα από τα σπουδαιότερα κομμάτια της εποχής μας, όπως π.χ. το αρχαϊκό άγαλμα κόρης που κατείχε το Μουσείο Getty, το οποίο επαναπατρίστηκε στην Ελλάδα το 2007. Το έργο το είχε πουλήσει ο Κουτουλάκης στους Robin Symes και Χρήστο Μιχαηλίδη, πριν εκείνοι το πουλήσουν στο μουσείο Getty. Η εμπλοκή του Κουτουλάκη στην υπόθεση έγινε ένα από τα πολυτιμότερα επιχειρήματα του ελληνικού κράτους στις διαπραγματεύσεις του με το Getty. Ο Κουτουλάκης «διέπρεψε» επίσης ως προμηθευτής πλαστών σε μερικά από τα μεγαλύτερα μουσεία και ιδιωτικές συλλογές αρχαιοτήτων που δημιουργήθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως το Getty, οι συλλογές του Charles Gillet και του George Ortiz, ενώ συμμετείχε σε ορισμένες από τις πιο διάσημες υποθέσεις παράνομων αρχαιοτήτων.

Μονάχα τη δεκαετία του 1950 πούλησε 16 αρχαιότητες στο Μουσείο του Λούβρου και δώρισε στο ίδιο μουσείο άλλες 19 (υπάρχει στο Λούβρο ειδική προθήκη αρχαιοτήτων που φέρει το όνομά του), ενώ το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης στη Νέα Υόρκη απέκτησε πολλά αριστουργήματα από αυτόν.

Για την εμπλοκή του «Νικολά» στα λεηλατημένα Κυκλαδικά ειδώλια, λέγεται πως ήταν ο ιθύνων νους και ίσως ο αρχηγός της σπείρας των λαθρανασκαφών της Κέρου.

Το 2014, ένα κυκλαδικό ειδώλιο μήκους 88 εκατοστών επαναπατρίστηκε στην Ελλάδα από το Badisches Landesmuseum της Καρλσρούης· η προέλευσή του ήταν «Nikola Koutoulakis».

Μάλιστα, τελευταία, ήρθε στο φως ένα ακόμα εύρημα από την συλλογή Στερν, το ειδώλιο με αριθμό 209, που βγήκε σε δημοπρασία από τους Christie’s τον Ιούνιο του 2014. Η προέλευσή του και σε αυτή την περίπτωση ήταν «Nikola Koutoulakis» (1980).

Δίκτυο και διαδρομή παράνομων αρχαιοτήτων και κίβδηλων έργων
(μια ενδεικτική περίπτωση)

Στο άρθρο γίνεται λόγος για τη «μεγάλη ζήτηση» των κυκλαδικών έργων στην αγορά τέχνης, φέρνοντας ως παράδειγμα ένα κυκλαδικό ειδώλιο, χωρίς δηλωμένη αρχαιολογική προέλευση, που βγήκε σε δημοπρασία από τους Christie’s στις 9 Δεκεμβρίου 2010, στη Νέα Υόρκη και πωλήθηκε για 16.882.500$.

Lot 88, Reclining female figure, marble, Cycladic, name-piece of the Schuster Master, Cycladic II, circa 2400 B.C. (CHRISTIE’S)

Lot 88, Reclining female figure, marble, Cycladic, name-piece of the Schuster Master, Cycladic II, circa 2400 B.C. (CHRISTIE’S)

Με βάση το ιστορικό προέλευσης που έδινε ο οίκος, αποκαλύπτονται γνωστά ονόματα καθώς και η διαδρομή του αντικειμένου. Από το όνομα του μεγαλοσυλλέκτη αρχαιοτήτων Charles Gillet, φτάνουμε στους μεγαλεμπόρους Giacomo Medici, Robin Symes και Χρήστο Μιχαηλίδη, κι από εκεί στη Phoenix Ancient Art Gallery. Η Phoenix Ancient Art Gallery πούλησε παράνομες αρχαιότητες που κατασχέθηκαν το 2021 από τον συλλέκτη Michael Steinhardt στο Μανχάταν και επαναπατρίστηκαν στις χώρες προέλευσής τους. Ας σημειωθεί ότι ο «Νικολά» Κουτουλάκης προμήθευε τη συλλογή Gillet με γνήσια όσο και πλαστά έργα, ενώ είχε πουλήσει το 1955 στον Gillet τουλάχιστον δύο κυκλαδικά ειδώλια, εκ των οποίων το ένα βρίσκεται τώρα στη συλλογή Shelby White/Leon Levy.

Πλαστογράφοι Κυκλάδων

Ο «Αρπιστής» του Κουτσούπη: Ένα πρόσφατο αντίγραφο

Πριν από 20 χρόνια περίπου, οι John Craxton και Peter Warren («A Neocycladic Harpist?», Cambridge 2004) «είδαν» στον γνωστό «Αρπιστή» του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης, ένα σύγχρονο έργο. Ο εν λόγω αρπιστής φτιάχτηκε λίγο πριν τον Ιανουάριο του 1947 στην Ίο από έναν τοπικό γλύπτη ονόματι Άγγελο Κουτσούπη, κατόπιν παραγγελίας του Αθηναίου έμπορου αρχαιοτήτων, Θεόδωρου Ζουμπουλάκη*. Ένα σωζόμενο σχέδιο του Κουτσούπη χρησίμευσε στους ερευνητές ώστε να προσδιορίσουν με μεγάλη σιγουριά ότι επρόκειτο για τον ίδιο αρπιστή που βρίσκεται σήμερα στο ΜΕΤ. Η γνησιότητα τού αντικειμένου αμφισβητείται έκτοτε και από άλλους μελετητές με σοβαρά επιχειρήματα.

Ο «Αρπιστής» του MET

Ο «Αρπιστής» του MET

Αυτό το ειδώλιο, που ακόμη παρουσιάζεται ως γνήσιο, έχει ανακηρυχθεί από το μουσείο ως ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα των ελληνικών συλλογών του. Ο Seán Hemingway, σημερινός επιμελητής του μουσείου και υπεύθυνος για το Ελληνικό και Ρωμαϊκό Τμήμα, διαφημίζει το ειδώλιο ως ναυαρχίδα της Αιγαιοπελαγίτικης τέχνης της Εποχής του Χαλκού.

Ένα από τα ζητήματα που τίθενται εδώ είναι αν ο «Αρπιστής» του Κουτσούπη φτιάχτηκε με αγαθά κίνητρα ως απομίμηση ή με δόλο, με τους Craxton και Warren να απαντούν πως «δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι ο Κουτσούπης γνώριζε πως το έργο του θα χρησιμοποιούνταν στην αγορά των πλαστών». Ωστόσο, αναφέρουν, επίσης, ότι ο Κουτσούπης είπε στον Craxton το 1947: «Ότι είχε φτιάξει αρκετά κυκλαδικά ειδώλια και τα είχε βυθίσει, για να διαβρωθούν, σε ένα ποτάμι στην Ίο». Αυτό το δεδομένο είναι ανησυχητικό ως προς την αυθεντικότητα αυτών των ασυνήθιστων κυκλαδικών μορφών που λέγεται ότι προέρχονται από την Ίο.

«Νιώτης»

Μεταξύ των γνωστών πλαστογράφων των Κυκλάδων περιλαμβάνεται και ο Άγγελος Μπατσάλης, «Νιώτης» (1885-1953), ο οποίος ξεκίνησε να φτιάχνει πλαστά το αργότερο την εποχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Λόγω της μεγάλης παραγωγής πλαστών έργων από τον «Νιώτη», δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι πως είναι γνήσια και τα κυκλαδικά ειδώλια που εμφανίστηκαν τη δεκαετία του 1930, δύο δεκαετίες πριν από τη μεταπολεμική έξαρση της ζήτησης. Φαίνεται πως ο Αθηναίος έμπορος αρχαιοτήτων Θεόδωρος Ζουμπουλάκης ανέθετε τη δημιουργία κυκλαδικών ειδωλίων σε κάποιον τεχνίτη για να τα προμηθεύει στην αγορά, και περιέργως πως ο δημιουργός των «αντιγράφων» δεν γνώριζε τα σχετικά με την εμπορία των έργων του.

Μια ουσιαστική επισήμανση στο άρθρο, σχετικά με την έννοια της κιβδηλότητας ή πλαστότητας, είναι ότι κανένα έργο δεν είναι κίβδηλο μέχρι τη στιγμή που θα παρουσιαστεί ως γνήσιο. Η κιβδηλότητα δεν ενυπάρχει στο ίδιο το αντικείμενο παρά μόνο όταν αυτό παρουσιαστεί ως αρχαίο και γνήσιο ενώ είναι σύγχρονο και απομίμηση, προκειμένου ο επίδοξος αγοραστής να αποκομίσει λάθος εντυπώσεις και να εξαπατηθεί.

Ο χρόνος θα δείξει

Παρά τις μεγάλες δυσκολίες και περιπλοκές που παρουσιάζονται λόγω των πλαστογραφήσεων, υπάρχει, σύμφωνα με τους μελετητές, μια μικρή ελπίδα την οποία θα την παράσχει ο ίδιος ο χρόνος. Οι συντηρητές όπως και οι πλαστογράφοι, είναι πρόσωπα του καιρού τους. Αναπαράγουν μεν με ακρίβεια τα αρχαία αντικείμενα, πλην όμως ακολουθούν τα αρχαία πρότυπα μέσα από τη δική τους σύγχρονη ματιά.

Όσο ο χρόνος περνάει, αλλάζει και η οπτική γωνία και οι τρόποι συντήρησης, ενώ οι πλαστογραφήσεις είναι, εκ των πραγμάτων, πιο κοντά στην αισθητική και τις αξίες του καιρού τους, παρά στα αρχαία πρότυπα.

Ως παράδειγμα επικαλούνται τις ζωγραφιές των μινωικών τοιχογραφιών, στο Ανάκτορο του Μίνωα στην Κρήτη, κατά παραγγελία του Sir Arthur Evans. Αυτές οι συνθέσεις μεγάλης κλίμακας, που προέκυψαν από πολύ μικρά θραύσματα, σήμερα φέρνουν σε Art Nouveau / Art Deco, αντανακλώντας έντονα τις αισθητικές αξίες της εποχής μέσα στην οποία δημιουργήθηκαν. Τα ίδια χαρακτηριστικά, εξαιτίας της απόστασης του χρόνου, διακρίνονται και στον «Αρπιστή» του Κουτσούπη στο ΜΕΤ, καθώς είναι πια ένα αντικείμενο 2 αιώνων.

Το ίδιο θα συμβεί και με τα κίβδηλα «Κυκλαδικά», τα οποία κάποια στιγμή θα αποκαλυφθούν από τα ιδιαίτερα γνωρίσματα του τέλους του 20ου αιώνα. Μπορεί να μην αναγνωρίζουμε ακόμα αυτά τα χαρακτηριστικά –άρα δεν διακρίνουμε τα κίβδηλα–, διατείνονται οι μελετητές, επειδή κι εμείς οι ίδιοι βρισκόμαστε ακόμα κοντά στην εποχή που τα δημιούργησε. Ο χρόνος θα τα ξεσκεπάσει, και θα βοηθήσει στην περίπτωση που τα κίβδηλα αποδειχθούν λίγα στο σύνολο. Αν όμως είναι πολλά, στο σημείο να αποτελούν την πλειοψηφία στο σύνολο των Κυκλαδικών, όπως πιστεύουν σήμερα οι μελετητές, θα είναι πιο δύσκολο να ταυτιστούν.

Στον επίλογο του άρθρου, οι ερευνητές αρχαιολόγοι, εστιάζουν στην πολύτιμη νέα γνώση που παρέχει η αφήγηση του πλαστογράφου τόσο ως προς τις πληροφορίες προέλευσης όσο και ως προς τις διαδρομές των πλαστών στην αγορά – που σε άλλη περίπτωση θα έμεναν στο σκοτάδι. Με την αναλυτική περιγραφή του τρόπου κατασκευής των πλαστών προσφέρουν την ευκαιρία μελλοντικής έρευνας σε συναδέλφους τους που θα θελήσουν να πειραματιστούν με τη μέθοδο του συγκεκριμένου πλαστογράφου. Οι ίδιοι, ωστόσο, παρέμειναν και συνεχίζουν στο πεδίο της έρευνας εξετάζοντας άλλα στοιχεία της ιστορίας, και συγκρίνοντάς τα με σχετικές γνώσεις που έχουν επαληθευτεί, υποδεικνύουν πως αυτή η μαρτυρία πρέπει να είναι αληθινή.

Η αλλοίωση της ιστορίας

Είναι γνωστό ότι με την κλοπή των αρχαίων αντικειμένων και την καταστροφή του αρχαιολογικού περιβάλλοντος χάνεται για πάντα η αρχαιολογική και ιστορική γνώση. Όσον αφορά στα κυκλαδικά έργα, τόσο οι αγοραστές όσο και οι έμποροι γνωρίζουν ότι κάθε γνήσιο κυκλαδικό ειδώλιο που πωλείται εκτός Ελλάδας είναι προϊόν λαθρανασκαφής και έχει εξαχθεί παράνομα, και ως εκ τούτου δεν ζητείται ούτε παρέχεται πλήρης αναφορά για την προέλευση και το ιστορικό του. Αυτή η ένοχη αποσιώπηση, όπως υποστηρίζουν οι συντάκτες, επιτρέπει την ανάμιξη των γνήσιων με τα κίβδηλα, με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται το σύνολο της γνώσης των Κυκλαδικών αντικειμένων και να διαστρεβλώνεται η ερμηνεία του παρελθόντος.

Επιπλέον, με τις πλαστογραφήσεις και την ταυτόχρονη διακίνηση γνήσιων και πλαστών, στην περίπτωση των Κυκλαδικών έργων, το πράγμα περιπλέκεται ακόμα περισσότερο. Η αρχαιολογική πληροφορία χάνεται στη μετάφραση και η ανακάλυψή της καθίσταται για τους αρχαιολόγους και τους άλλους ειδικούς ιδιαίτερα δύσκολη άσκηση, όπως καταδεικνύει και το άρθρο που παρουσιάζεται εδώ.

Κλείνοντας θυμίζουμε ότι για τη συλλογή Κυκλαδικών αντικειμένων του συλλέκτη και πολυεκατομμυριούχου Λέοναρντ Στερν, που με αδιαφανείς πρακτικές «επέστρεψαν» στην Ελλάδα κατόπιν συμφωνίας που κυρώθηκε από την Ελληνική Βουλή, έχουν προκύψει μέχρι στιγμής τα εξής στοιχεία:

  • Το ειδώλιο με αριθμό 29 του καταλόγου Στερν ταυτίστηκε από τον Δρ. Χρήστο Τσιρογιάννη με φωτογραφία από το κατασχεμένου αρχείου του διαβόητου και καταδικασμένου για αρχαιοκαπηλία στην Ελλάδα Gianfranco Becchina. 
  • Εξονυχιστική έρευνα, με αδιάσειστα στοιχεία, του Νικόλα Ζηργάνου στην «Εφημερίδα των Συντακτών» απέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας την αρχαιοκαπηλική προέλευση του συγκεκριμένου ειδωλίου, αλλά και ενός ακόμα που βρίσκεται στη συλλογή Shelby White.
  • Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων και ο Σύλλογος Έκτακτων Αρχαιολόγωνέχουν προσκομίσει στην αρμόδια Εισαγγελέα στοιχεία που αποδεικνύουν πως πέντε τουλάχιστον ειδώλια της Συλλογής είναι προϊόντα λαθρανασκαφής από την Κέρο. 
  • «Τουλάχιστον 4-5 ειδώλια της Συλλογής Στερν, που εκτίθεται στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης στην Αθήνα, μετά την τετραμερή συμφωνία «νομιμοποίησής» της από την ελληνική κυβέρνηση, είναι «πιθανότατα κίβδηλα», υποστήριξε σε πρόσφατη συνέντευξή του ο ομότιμος καθηγητής Αρχαιολογίας, Χρίστος Ντούμας
  • Δημοσίευμα του ΝEWS 24/7 και της Γεωργίας Οικονόμου για το ύποπτο ειδώλιο με αριθμό 209 του καταλόγου Στερν. 

*Τα ονόματα δημοσιεύονται στο International Journal of Cultural Property, «The Forger’s Tale: an insider’s account of corrupting the corpus o Cycladec Figures», 1-17, Cambridge University Press, (2022)

Πηγή: Athens Voice/Ευγενία Μίγδου

Δείτε επίσης