«Αν με δεις, τότε κλάψε» λένε οι πέτρες στα ευρωπαϊκά ποτάμια

απο Cyclades Open

Προς το παρόν βλέπουμε να εμφανίζονται πέτρες χαραγμένες με προειδοποιήσεις- κάτι σαν χρησμοί- κυρίως στον Ελβα, αν όμως η ξηρασία συνεχιστεί, δεν αποκλείεται τα επόμενα χρόνια να τις δούμε σε όλα τα ευρωπαϊκά ποτάμια, ακόμα και στον Δούναβη. Τον αναφέρουμε ονομαστικά, αν και είναι ο δεύτερο και όχι ο πρώτος σε μήκος ποταμός της Ευρώπης, καθώς ο Δούναβης ήταν πλωτός ήδη από την προϊστορία, ενώ απέκτησε και διπλανό οδικό δίκτυο, επομένως έχει πολύ μεγάλη σημασία για το εμπόριο, τις μεταφορές και την επικοινωνία.

Περί πλωτού Δούναβη ο λόγος σήμερα, καθώς όλα τα ποτάμια της ηπείρου μας κινδυνεύουν να στερέψουν λόγω της ξηρασίας που πλήττει τους τελευταίους μήνες την ήπειρο. Η ελάττωση της στάθμης,  αποκάλυψε πέτρες πάνω στις οποίες λαξεύτηκαν μηνύματα ανθρώπων πριν από πολλούς αιώνες. Τα μηνύματα αυτά θεωρούνται ιερά για τις μελλοντικές γενιές καθώς τους προειδοποιούν για τις δύσκολες εποχές που έρχονται.

Κάτοικοι παραποτάμιων περιοχών, δήλωσαν ότι οι ογκόλιθοι αιώνων, γνωστοί ως «πέτρες του λιμού», επανεμφανίστηκαν την περασμένη εβδομάδα, καθώς τα ποτάμια στην Ευρώπη στέρεψαν λόγω των συνθηκών ξηρασίας. Οι παλαιότερες χρονολογούνται από το 15ο αιώνα, αν και ξέρουμε ότι υπήρχαν και νωρίτερα, απλώς δεν κατάφεραν να επιβιώσουν από τη φθορά που προκαλεί η ροή των υδάτων.

Ενας από αυτούς είναι χαραγμένος με μια προειδοποίηση στα γερμανικά: «Wenn du mich seehst, dann weine» – «Αν με δεις, τότε κλάψε». Άλλες πέτρες έχουν παρόμοια μηνύματα σκαλισμένα επάνω τους: «Όποιος με είδε υπέφερε», «φτιάχθηκα το 1417, όταν το νερό ήταν τόσο ρηχό», «όταν τα νερά με καλύψουν, η ζωή θα γίνει ξανά πολύχρωμη» και ούτω καθεξής.

 Ενας μακρύς ποταμός

Ο Δούναβης ξεκινά από το Μέλανα Δρυμό της Γερμανίας και είναι πλωτός από το Kelheim της Βαυαρίας για 2412 χιλιόμετρα μέχρι τη Sulina της Ρουμανίας, περνώντας από δέκα χώρες και τέσσερις πρωτεύουσες. Η πρόσβαση από τις μεγάλες πόλεις της δυτικής Ευρώπης κατέστη δυνατή το 1992 με την ολοκλήρωση του Καναλιού Main-Donau για να σχηματιστεί ένας σύνδεσμος κατά μήκος του ευρωπαϊκού ηπειρωτικού χάσματος. Αυτό άνοιξε την κύρια πλωτή οδό από τη Βόρεια Θάλασσα προς τη Μαύρη Θάλασσα για εμπορικές φορτηγίδες, ποτάμια κρουαζιερόπλοια και σκάφη αναψυχής.

Αποτέλεσε τοποθεσία πολλών από τους αρχαιότερους ανθρώπινους πολιτισμούς. Οι νεολιθικοί πολιτισμοί του Δούναβη περιλαμβάνουν γραμμική κεραμεική της Μεσοδουνάβιας λεκάνης. Πολλές θέσεις του Πολιτισμού Βίντσα (Σερβία), που αναπτύχθηκε από την 6η έως την 3η χιλιετία π.Χ βρίσκονται κατά μήκος του ποταμού. Ο πολιτισμός Βούτσεντολ (από την ομώνυμη θέση κοντά στο Βούκοβαρ της Κροατίας) που αναπτύχθηκε την 3η χιλιετία π.Χ είναι γνωστός για τα έργα κεραμικής του. Ήδη από το 8500 π.Χ. εντοπίζονται ίχνη σταθερών οικισμών ψαράδων και κυνηγών στις Σιδηρές Πύλες και στα περίχωρα του σημερινού Βελιγραδίου. Μεταξύ 750 και 500 π.Χ. Κέλτες εγκαταστάθηκαν στον Άνω Δούναβη, δίνοντάς του το όνομα Danu. Είναι ένα από τα ονόματα ποταμών που προέρχονται από τη λέξη της πρωτοευρωπαϊκής γλώσσας *dānu, προφανώς όρο για τη λέξη “ποτάμι”, αλλά επίσης πιθανόν από ένα πανάρχαιο κοσμικό ποταμό ή μια ποτάμια θεά, ή ίσως από μια ρίζα dā για το βίαιος, γρήγορος, απείθαρχος. Ηταν γνωστός στα αρχαία ελληνικά ως Ιστρος.

Ο μύθος λέει πως  χρησιμοποιήθηκε ως ταξιδιωτικός δρόμος κατά τη διάρκεια της Αργοναυτικής εκστρατείας. Η «Αργώ» έφτασε στην Κολχίδα, ο Ιάσων κατάφερε να πάρει το Χρυσόμαλλο δέρας και μέσα στη νύχτα σήκωσε τα πανιά της κι απομακρύνθηκε. Ευθύς μετά την αποχώρηση των ηρώων, άρχισε η καταδίωξή τους απ’ τον Άψυρτο, τον γιο του Αιήτη που τους ακολούθησε με τα καράβια του ως τις εκβολές του Ίστρου (Δούναβη). Όμως σ’ ένα νησάκι της περιοχής η αδελφή του, Μήδεια, του έστησε παγίδα κι έτσι διευκόλυνε τον Θησέα να τον σκοτώσει. Η πορεία της επιστροφής ήταν ο ποταμός Ίστρος και η Αδριατική θάλασσα κι από κει, μέσω της διάβασης των ποταμών Ηριδανού και Ροδανού, η Τυρρηνική θάλασσα, η Αιθαλία νήσος (Έλβα), η περιοχή των Σειρήνων, η Σκύλλα και η Χάρυβδις (πέρασμα Σικελίας- Ν. Ιταλίας), η χώρα των Φαιάκων, η χώρα του Τρίτωνα (Λιβύη), η Κρήτη όπου η Μήδεια κατάφερε να εξουδετερώσει τον γίγαντα Τάλω. Το ταξίδι τους τελείωσε με μια σύντομη περιπλάνηση στο Αιγαίο: Ανάφη, Θήρα, Αίγινα και μέσω Ευβοϊκού κόλπου έφτασαν στην Ιωλκό.

Ο δρόμος του Δούναβη

O λεγόμενος «δρόμος του Δούναβη», πλωτός αρχικά και στη συνέχεια και χερσαίος με τη δημιουργία οδικού δικτύου, συνέδεε τις ακτές του Eύξεινου Πόντου με την Κεντρική Eυρώπη ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους. O «δρόμος του Δούναβη» αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες διόδους των διαφόρων μεταναστευτικών λαών, ενώ η επικοινωνία μέσω του ποταμού διευκόλυνε τις πολιτισμικές και οικονομικές επαφές ανάμεσα στην Ανατολική και τη Δυτική Eυρώπη.

Στη διάρκεια της τρίτης και δεύτερης π. X. χιλιετίας μετακινήθηκαν κατά μήκος του Δούναβη ινδοευρωπαϊκά και κιμερικά-σκυθικά φύλα και διαδόθηκαν πολιτισμοί της προϊστορικής Eυρώπης. Πριν κατακτηθούν τα Βαλκάνια  από τους Ρωμαίους, ο χερσαίος δρόμος κατά μήκος του ποταμού δεν ήταν συνεχής.

H κατασκευή οδικού δικτύου στη νότια όχθη του ποταμού συνδέεται με την επιβολή της ρωμαϊκής κυριαρχίας στα Bαλκάνια στις πρώτες δεκαετίες του 1ου  μ. X. αιώνα. Mε τη ρωμαϊκή κατάκτηση δημιουργήθηκαν στον Δούναβη αρκετά αστικά κέντρα, κυρίως κοντά σε στρατόπεδα, όπου στάθμευαν στρατιωτικές δυνάμεις. H επικοινωνία μεταξύ των αστικών κέντρων αλλά και η ανάγκη μεταφοράς στρατιωτικών δυνάμεων, υπήρξαν καθοριστικοί παράγοντες για τη δημιουργία οδικού δικτύου.

Η ίδρυση της ρωμαϊκής επαρχίας της Μυσίας το 15 μ. Χ. κατέστησε αναγκαία τη σύνδεση των νέων οχυρών στον Κάτω Δούναβη με εκείνα της Παννονίας. Έως τότε, οι κύριες γραμμές επικοινωνίας συνέδεαν τον Κάτω Δούναβη με τη Mακεδονία. Aυτός ο στόχος επιτεύχθηκε σε μεγάλο βαθμό από τον Tιβέριο και τον Kλαύδιο, ενώ η ανακατασκευή του δρόμου το 92-94 μ. X. από τον Δομιτιανό αποσκοπούσε κυρίως στη διευκόλυνση της μεταφοράς στρατευμάτων από τα δυτικά, για τη σχεδιαζόμενη εισβολή στη Δακία.

Tην εποχή του Aδριανού δημιουργήθηκε ο σπουδαιότερος διαβαλκανικός δρόμος, η via militaris, γνωστή αργότερα ως βασιλική οδός, η οποία οδηγούσε από τη Σιγγηδόνα στην Kωνσταντινούπολη μέσω της Nαϊσσού, της Σερδικής και της Aδριανούπολης. H via militaris, μήκους 624 ρωμαϊκών μιλίων (924, 2 χιλιόμετρα), ακολουθούσε αρχικά τον ρου του Δούναβη έως το Bιμινάκιο, κατόπιν έκλινε προς τα νότια, ακολουθώντας τους ποταμούς Mοράβα (Mάργο) και Nisava και συνέχιζε προς τη Ναϊσσό και τη Σερδική (Σόφια).

Εισβολές στα Βαλκάνια

O δρόμος του Δούναβη, ή οι διακλαδώσεις του που οδηγούσαν προς τα νότια, χρησιμοποιήθηκαν αρκετές φορές κατά τις εισβολές στα Bαλκάνια από τον 2ο μ. X. αιώνα και εξής. Μάλιστα, ορισμένες βαρβαρικές επιθέσεις που έγιναν από τον 4ο έως τον 6ο αι. μ.Χ.  επέφεραν πλήγματα σε αρκετές πόλεις κατά μήκος του δρόμου του Δούναβη.

Για τη χρήση του δρόμου του Δούναβη κατά το δεύτερο ήμισυ του 6ου αιώνα μ. Χ. διαθέτουμε αρκετές μαρτυρίες από το ιστορικό έργο του Θεοφύλακτου Σιμοκάττη, οι οποίες σχετίζονται με τις συγκρούσεις του Bυζαντίου και των Aβάρων στη μεθόριο του ποταμού και δείχνουν τις κινήσεις των στρατιωτικών δυνάμεων κατά μήκος του παρόχθιου δρόμου. Χρησιμοποιήθηκε από τους Βυζαντινούς πολλές φορές από το 594 έως και το 601 για πολεμικές εκστρατείες. Κατά τη διάρκεια όλων αυτών των αιώνων, κατασκευάστηκαν πολλές γέφυρες στον ποταμό, με την παλαιότερη από αυτές να έχει ανεγερθεί επί Διοκλητιανού (85- 87).

Ο Δούναβης χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον για τη μεταφορά εμπορευμάτων αλλά και για τη γρήγορη μετακίνηση των αυτοκρατόρων σε σημεία όπου διεξαγόταν πόλεμος. Κάποιοι εχθροί όμως, όπως οι Αβαροι (τέλη 6ου αιώνα) μετέφεραν τον στόλο τους μέσω του υδάτινου δρόμου. Αλλά, σε γενικές γραμμές, η σημασία του δρόμου του Δούναβη κατά την Ύστερη Αρχαιότητα περιορίστηκε στο πλαίσιο του πρώιμου βυζαντινού κράτους και δεν είχε την επικοινωνιακή διάσταση των ρωμαϊκών χρόνων, καθώς βόρεια του Κάτω Δούναβη αλλά και στην Κεντρική Ευρώπη είχαν κυριαρχήσει βαρβαρικοί λαοί.

Τον Μεσαίωνα πολλές παρόχθιες εξουσίες όπως οι ιππότες στο Ντυρνστάιν στην Αυστρία υποχρέωναν τα πλεούμενα να πληρώνουν φόρο περάσματος.  Παράχθιες πόλεις ανάγκαζαν τους εμπόρους να σταθμεύουν για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα στα λιμάνια τους και να πωλούν εκεί τα εμπορεύματά τους. Κύρια δύναμη ωστόσο που ήλεγχε το μεγαλύτερο μέρος του κεντρικού Δούναβη ήταν το Βασίλειο της Ουγγαρίας που ήδη από το 1004 που κυριάρχησε στην κοιλάδα του ποταμού. Ο πρώτος διεθνής κανονισμός για τον Δούναβη ορίστηκε το 1368 από τον πρίγκιπα της Βλαχίας Βλαδισλάβο και επεκτάθηκε και στην Ουγγαρία από τον πρίγκιπα Μίρτσεα το 1413 κι επέτρεπε την ελεύθερη πλεύση στο ποτάμι μεταξύ των Σιδηρών Πυλών και της Βράιλα.

Από τα τέλη του 14ου αιώνα μέχρι τα τέλη του 19ου, η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό του Βασιλείου της Ουγγαρίας και αργότερα των Αυστριακών Αψβούργων για τον έλεγχο του ποταμού, ο οποίος αποτελούσε τα βόρεια σύνορα της αυτοκρατορίας από το 1521. Πολλοί από τους πολέμους Οθωμανών-Ούγγρων (1366-1526) και Οθωμανών-Αψβούργων (1526-1791) διεξήχθησαν κατά μήκος του ποταμού.

Η Ρωσική αυτοκρατορία με την ενσωμάτωση της Βεσσαραβίας έγινε για πρώτη φορά παρόχθιο κράτος του ποταμού. Η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή  (Ιούλιος 1774) επέτρεψε στα ρωσικά πλοία να πλέουν στον οθωμανικό Δούναβη, ενώ επεσήμανε τα ήδη υπάρχοντα δικαιώματα πλεύσης για τα γαλλικά και αγγλικά πλοία. Δέκα χρόνια αργότερα η Αυστροουγγαρία εντάχθηκε κι αυτή στο καθεστώς ελεύθερης χρήσης της ποτάμιας οδού. Το 1812 η συνθήκη του Βουκουρεστίου επέτρεπε στα ρωσικά πλοία να πλέουν μέχρι τον Προύθο και σηματοδότησε την κατακόρυφη άνοδο της ρωσικής επιρροής στον ποταμό.

Πηγή: theartnewspaper.gr/Αγγελική Κώττη

Φωτογραφία: LE DANUBE A VIENNE VERS 1840. GRAVURE ÉPOQUE/The Art Newspaper

Δείτε επίσης