Διάλογοι προσφύγων, του Bertolt Brecht

απο Cyclades Open

Στο εστιατόριο ενός σιδηροδρομικού σταθμού, κάπου στην Ευρώπη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, δύο πολιτικοί πρόσφυγες, ο βιοπαλαιστής Κάλε και ο αστός Τσίφελ, συναντιούνται σχεδόν τυχαία και συζητούν για θέματα φαινομενικά ασύνδετα μεταξύ τους: Ξεκινώντας από την καθημερινότητα της προσφυγιάς, όπου η μπίρα είναι αραιωμένη, ο καφές δεν είναι καφές και ο καπνός είναι κακής ποιότητας, φτάνουν να αναλύουν σημαντικά ζητήματα της πολιτικής και της ηθικής, μιλώντας για τα διαβατήρια, τον υλισμό, τις αρετές, την πορνογραφία, τον πόλεμο, το σχολείο, τον πατριωτισμό και τη Δημοκρατία.

Στους Διαλόγους προσφύγων ο Μπρεχτ αξιοποιεί βιωματικό υλικό από την περιπλάνησή του ανά την Ευρώπη, όπου βρέθηκε ως πρόσφυγας διωκόμενος από το ναζιστικό καθεστώς, για να καυτηριάσει την υποκρισία των ισχυρών σε βάρος των ανίσχυρων, επιστρατεύοντας και τη σάτιρα στον μαχητικό αντιφασισμό. Η διευρυμένη θεματική των Διαλόγων, καθώς και η προσέγγισή τους από τη σκοπιά δύο διαφορετικών κόσμων, του εργάτη Κάλε και του διανοούμενου Τσίφελ, συνθέτουν ένα αδιάσπαστο σύνολο, συστήνοντας στον αναγνώστη τον Μπρεχτ ως διανοητή και άνθρωπο, αποκαλύπτοντας σημαντικά και εν πολλοίς άγνωστα στοιχεία της ζωής του.

Δεν χωρεί αμφιβολία ότι στην εποχή μας οι ασήμαντοι άνθρωποι είναι είδος υπό εξαφάνιση. Η πρόοδος στους τομείς της επιστήμης, της τεχνολογίας και προπαντός της πολιτικής είχε ως συνέπεια να εξαφανίζονται από προσώπου γης. Εκείνο που δημιούργησε υπερβολικό αριθμό σημαντικών ανθρώπων είναι η εκπληκτική ικανότητα της εποχής μας να μετατρέπει το τίποτα σε κάτι.

[….]

Όταν η εκπαίδευσή μου μέσες άκρες εδέησε να ολοκληρωθεί, είχα κάθε λόγο να πιστεύω πως, εφοδιασμένος όπως ήμουν με κάποια κοινά ελαττώματα και με λίγα να μου μένουν ακόμα να τα μάθω καλά, θα μπορούσα να τα βγάλω καλούτσικα πέρα στη ζωή μου.

[….]

Ας τo συνοψίσουμε ως εξής: Όταν σε μια χώρα η δίψα για την παιδεία αποκτήσει χαρακτήρα ιδιαιτέρως ηρωικό και αλτρουιστικό τόσο που να ξεχωρίζει και να θεωρείται υψηλή αρετή, τότε αυτό κάποτε θα αποβεί μοιραίο για την ίδια τη χώρα.

[….]

Θα μπορούσα να σας απαντήσω ότι, πρώτον, εμείς οι δύο έχουμε χορτάσει σοβαρότητα – ειδικά με δύο μηχανοκίνητες γερμανικές μεραρχίες στη χώρα και χωρίς χαρτιά. Δεύτερον, αυτή τη στιγμή η σοβαρότητα ως στάση ζωής είναι κάπως παρεξηγημένη, μιας και το σοβαρότερο που υπήρξε ποτέ είναι ο Χίτλερ και η συμμορία του. Συγκαταλέγεται στους σοβαρούς δολοφόνους, και ο φόνος είναι από μόνος του κάτι πολύ σοβαρό. Ο Χίτλερ δεν είναι παίξε γέλασε, οι Πολωνοί θα σας το επιβεβαιώσουν. Μπροστά του, ο Βούδας είναι γελωτοποιός. Και τρίτον, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να συμπεριφερόμαστε με απόλυτη σοβαρότητα, δεν είμαστε χασάπηδες. Μπορούμε να εκφράσουμε κάτι υψηλό κάνοντας ακόμα και πλάκα.

[….]

Είναι εντελώς άδικο να εγκαλούν τους ναζί για παραπλάνηση επειδή εκείνοι υποστηρίζουν ότι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης έχουν εκπαιδευτικό σκοπό. Αναμφιβόλως πρόκειται για υποδειγματικές δομές εκπαίδευσης. Φυσικά τα δοκιμάζουν κατ’ αρχάς στους εχθρούς τους, αλλά τα στρατόπεδα αυτά προορίζονται για όλους. Βέβαια, το καθεστώς δεν έχει εδραιωθεί πλήρως και είναι ακόμα κάπως αδύναμο. Για παράδειγμα, οι εργάτες συνεχίζουν να γυρίζουν σπίτι μετά τη δουλειά, πράγμα που οι Γερμανοί θα πρέπει να το θεωρούν εντελώς παρωχημένη συνήθεια. Άρα, έχουν δρόμο ακόμα ώσπου να ελέγξουν όλο τον κόσμο. Τα παιδιά, εντάξει, τα έχουν στο χέρι από τα έξι τους χρόνια, αφού ανδρώνονται στις νεολαίες του Πωστονλένε, στο στρατό και στο κόμμα. Αλλά τι γίνεται, για παράδειγμα, με τα γερόντια; Πού είναι η οργάνωση του Πωστονλένε για τους ηλικιωμένους; Το κενό είναι αισθητό, και δεν αποκλείεται κάποια στιγμή να ξεπηδήσει από εκεί κάποιος κίνδυνος!

[….]

Ο πιο τακτικός άνθρωπος που γνώρισα σε όλη μου τη ζωή ήταν κάποιος ονόματι Σίφινγκερ στο στρατόπεδο του Νταχάου, ένας άνδρας των Ες Ες. Έλεγαν γι’ αυτόν ότι δεν άφηνε την ερωμένη του να βγαίνει σεινάμενη-κουνάμενη άλλη μέρα εκτός από το Σάββατο, και τότε πάλι όχι άλλη ώρα της ημέρας παρά μόνο το βράδυ. Δεν είχε καν το δικαίωμα να ακουμπήσει το μπουκάλι της λεμονάδας της στο τραπέζι του καπηλειού αν πρώτα δεν την είχε πιει άσπρο πάτο. Κι όταν μας έδερνε με το καμουτσίκι, το έκανε με άκρα ευσυνειδησία, ώστε οι μελανιές που άφηνε σχημάτιζαν ένα σχέδιο που θα περνούσε και τον έλεγχο με το υποδεκάμετρο. Η έννοια της τάξης ήταν τόσο βαθιά χαραγμένη στη συνείδησή του, ώστε θα προτιμούσε να μη βασανίσει κανέναν αν επρόκειτο να το κάνει ακατάστατα.

[….]

To καλύτερο σχολείο για τη Διαλεκτική είναι η προσφυγιά. Oι πλέον οξύνοες οπαδοί της Διαλεκτικής είναι οι πρόσφυγες. Υποχρεώθηκαν να αυτοεξοριστούν λόγω των αλλαγών, και ασχολούνται αποκλειστικά με αυτές. Από τη μικρότερη ένδειξη φτάνουν στα πιο σπουδαία γεγονότα, αρκεί βέβαια να είναι σε θέση να σκεφτούν. Αν οι εχθροί τούς νικήσουν, υπολογίζουν το κόστος αυτής της νίκης και επαγρυπνούν ψάχνοντας για αντιφάσεις. Κι αυτό είναι η Διαλεκτική. Ας πιούμε στην υγειά της!

[….]

Το διαβατήριο είναι ό,τι πολυτιμότερο έχει ο άνθρωπος. Επιπλέον, δεν προκύπτει τόσο απλά όσο ένας άνθρωπος. Ένας άνθρωπος μπορεί να πάει οπουδήποτε στον κόσμο, με τον πιο απερίσκεπτο τρόπο και χωρίς να συντρέχει ιδιαίτερος λόγος, δεν γίνεται όμως το ίδιο και μ’ ένα διαβατήριο. Αν λοιπόν είναι καλό, η ισχύς του θα αναγνωριστεί, ενώ όσο καλός κι αν είναι ένας άνθρωπος, η αξία του μπορεί να μην αναγνωριστεί ποτέ.

Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου του 1898 στο Άουγκσμπουργκ. Το 1917 γράφτηκε στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου του Μονάχου, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του, ξαναγύρισε στο Άουγκσμπουργκ, και υπηρέτησε για ένα διάστημα σε στρατιωτικό νοσοκομείο. Οι θεατρικές του αναζητήσεις γνώρισαν πολύ γρήγορα την καταξίωση, με το βραβείο Κλάιστ (1922). Αντικομφορμιστής, ορκισμένος εχθρός του πολέμου και του καπιταλισμού, βρίσκεται ήδη από το 1923 πέμπτος στον μαύρο πίνακα του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος της Γερμανίας. Όταν οι Εθνικοσοσιαλιστές καταλαμβάνουν την εξουσία το 1933, ο Μπρεχτ παίρνει το δρόμο της εξορίας: Ελβετία, Δανία, Φινλανδία, Ρωσία, και τέλος Αμερική, όπου συνεργάζεται στην Καλιφόρνια με τον Τσάρλι Τσάπλιν και τον Τσαρλς Λώτον. Το 1949 εγκαθίσταται οριστικά στο Ανατολικό Βερολίνο, όπου πεθαίνει το 1956.

.

Τίτλος: Διάλογοι προσφύγων
Ξενόγλωσσος τίτλος: FLUCHTLINGSGESPRACHE, ERWEITERTE AUSGABE
Συγγραφέας: ΜΠΡΕΧΤ, ΜΠΕΡΤΟΛΤ
ISBN13: 9789605864033
Εκδότης: ΚΡΙΤΙΚΗ
Χρονολογία Έκδοσης: Φεβρουάριος 2022
Αριθμός σελίδων: 200
Διαστάσεις: 20 x 12
Μετάφραση: ΣΚΟΥΡΤΗ, ΔΕΣΠΟΙΝΑ

.
.

Δείτε επίσης