Εκείνες οι μέρες που ήταν του Αλέξη…

Ειρήνη Προμπονά

απο Cyclades Open

Βράδυ Σαββάτου λίγο πριν τις 9…

Ήδη απ’ το πρωί είχα δώσει υπόσχεση πως θα πάω κι εγώ στη γιορτή.

Είχα ετοιμαστεί και αφού τσέκαρα πως όλες οι συσκευές στο σπίτι είναι κλειστές κλείδωσα κι έφυγα.

Λίγο πριν τις 9, βράδυ Σαββάτου κι εγώ στην Κηφισίας σταματάω ταξί.

“Εξάρχεια” ενημερώνω τον οδηγό και ξεκινώ για τον προορισμό μου χαζεύοντας απ’ το παράθυρο τα φώτα της πόλης. Ραδιόφωνο κλειστό και ο οδηγός κάπως βαρύς κι αμίλητος. Τώρα που το ξανασκέφτομαι σπάνιο αυτά τα δύο να συμβούν μαζί.

Μετρούσα ήδη δύο χρόνια στην πρωτεύουσα και καθώς δεν πολύ-κυκλοφορούσα, όλα είχαν μια αίσθηση ανακάλυψης, κτίρια, δρόμοι, ονόματα οδών, όλα τα μάθαινα μέρα τη μέρα και αναλόγως με τις περιοχές που κινούμουν.

Νομίζω στρίψαμε Ιπποκράτους.

Τα πολλά φώτα εγκατέλειψαν τον δρόμο όμως δεν ήταν αυτό που μ’ έκανε ν’ απορήσω στη συνέχεια της διαδρομής.

Στο πεζοδρόμιο με τα κλειστά μαγαζιά έβλεπα κατά διαστήματα ανθρώπους.

Στέκονταν ακίνητοι κοιτάζοντας προς την κατεύθυνση που κινούμουν κι εγώ ή ψηλά προς τα πάνω.

Κοίταξα δεξιά και αριστερά, ίδιο σκηνικό άνθρωποι στο πεζοδρόμιο ακίνητοι.

Ένας εδώ, στο επόμενο στενό άλλος.

Ένα ρίγος διαπέρασε το σώμα μου και καθώς μετακινήθηκα στο πίσω κάθισμα, ρώτησα τον οδηγό: “Έχει συμβεί κάτι;”

Δεν θυμάμαι να πήρα απάντηση.

Σ’ ένα σημείο που υπήρχε διασταύρωση και που εικάζω εκ των υστέρων πως η κάθετη οδός ήταν μάλλον η Τοσίτσα, χωρίς να είμαι σίγουρη, το ταξί σταματάει.

Ακούω κραυγές και 4 άτομα σπρώχνουν έναν κάδο προς τον δρόμο.

Ο οδηγός κορνάρει πριν εγώ του πω ο,τιδήποτε, ενώ οι τέσσερις έρχονται προς το ταξί κι ανοίγουν σχεδόν ταυτόχρονα τις πόρτες αγριεμένοι.

Ένας με πιάνει απ’ τον γιακά και με τραβάει προς το πρόσωπο του αμίλητος.

“Τι έχει συμβεί; Πες μου τι έχει συμβεί!” τον ρωτάω.

Με κοιτάζει ακόμα μερικά δευτερόλεπτα και κατάλαβα πως ο,τι ήταν αυτό που είχε συμβεί δεν μπορεί παρά να ήταν αδιανόητο.

Αλλιώς γιατί να έχει αυτό το βλέμμα του θανάτου.

Ένας είπε να μας αφήσουν. Κατέβηκα στη Στουρνάρη και ήδη την ένταση την έκοβες με το μαχαίρι.

Κάδοι έχουν αρχίσει να καίγονται κι εγώ έκπληκτη και εντελώς αποπροσανατολισμένη ψάχνω το σπίτι της Νικολέτας που όμως δεν είναι στην οδό που βρίσκομαι, αλλά πολλά τετράγωνα πιο πάνω.

Παίρνω τηλέφωνο.

-Τι έχει γίνει ρε Νικόλ γαμώ το;

-Οι μπάτσοι σκότωσαν 15χρονο παιδί Μεσολογγίου και Τζαβέλα! Που είσαι;

Που είμαι…στρίβω Μπουμπουλίνας με τα ΜΑΤ να παρατάσσονται στα στενά και γω να νιώθω αόρατη μέσα σε φως καπνογόνου.

Αλεξάνδρας άνοδος.

Το σπρέι γράφει στον τοίχο με μαύρα γράμματα. Το κορίτσι μπροστά μου κλαίει με λυγμούς και φωνάζει “Τον σκότωσαν σου λέω! Κατεβείτε όλοι κάτω, τον σκότωσαν!” Ουρλιάζει.

Παιδιά μαζεύονται και μπαίνουν απ’ όλα τα κάθετα στενά στα Εξάρχεια κι εγώ στρίβω στην σωστή αυτή τη φορά.

Μπήκα στο σπίτι, εικόνα από την τηλεόραση και ήχος απ’ το ραδιόφωνο.

Έκτακτη ενημέρωση ξανά και ξανά.

Ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος δολοφονημένος από τη σφαίρα του ειδικού φρουρού  Κορκονέα.

Μπάτσος σκότωσε 15χρονο μαθητή στις 6 Δεκεμβρίου 2008.

“Τι γύρευε στα Εξάρχεια;” ακούστηκε τις επόμενες μέρες.

Ο,τι γύρευα κι εγώ και βρέθηκα εκεί, εκείνο το βράδυ.  Όπως εγώ, ήθελε να γιορτάσει με τον φίλο του Νίκο Ρωμανό, όπως τόσος κόσμος γιόρταζε εκείνο το βράδυ στα Εξάρχεια.

Βράδυ Σαββάτου.

Είχαμε γιορτή…

Υ.Γ.1

Δεν θυμάμαι καν, αν γύρισα σπίτι, ούτε πως. Έτσι κι αλλιώς το σπίτι ελάχιστα ενδιέφερε τις μέρες που ακολούθησαν…

Θυμάμαι ακόμα όμως, μέχρι και σήμερα, εκείνη την επιστολή που ήρθε στο φως της δημοσιότητας τις πρώτες μέρες μετά τη δολοφονία του 15χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου κι ενώ οι διαδηλώσεις συνεχίζονταν.

Η επιστολή έγραφε:

ΘΕΛΟΥΜΕ ΕΝΑΝ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΚΟΣΜΟ! ΒΟΗΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

Δεν είμαστε τρομοκράτες, «κουκουλοφόροι», «γνωστοί-άγνωστοι»

ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΑΣ!

Αυτοί, οι γνωστοί-άγνωστοι….

Κάνουμε όνειρα -μη σκοτώνετε τα όνειρά μας!

Έχουμε ορμή – μη σταματάτε την ορμή μας.

ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ!

Κάποτε ήσασταν νέοι κι εσείς.

Τώρα κυνηγάτε το χρήμα, νοιάζεστε μόνο

για τη «βιτρίνα», παχύνατε, καραφλιάσατε,

ΞΕΧΑΣΑΤΕ!

Περιμέναμε να μας υποστηρίξετε,

Περιμέναμε να ενδιαφερθείτε,

να μας κάνετε μια φορά κι εσείς περήφανους.

ΜΑΤΑΙΑ!

Ζείτε ψεύτικες ζωές, έχετε σκύψει το κεφάλι,

έχετε κατεβάσει τα παντελόνια και περιμένετε

τη μέρα που θα πεθάνετε.

Δε φαντάζεστε, δεν ερωτεύεστε

δεν δημιουργείτε!

Μόνο πουλάτε κι αγοράζετε.

ΥΛΗ ΠΑΝΤΟΥ

ΑΓΑΠΗ ΠΟΥΘΕΝΑ – ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΟΥΘΕΝΑ

Που είναι οι γονείς; Που είναι οι καλλιτέχνες;

Γιατί δε βγαίνουν έξω να μας προστατέψουν;

ΜΑΣ ΣΚΟΤΩΝΟΥΝ! ΒΟΗΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Υ.Γ.: Μη μας ρίχνετε άλλα δακρυγόνα

ΕΜΕΙΣ κλαίμε κι από μόνοι μας.

Δείτε επίσης