Νάξος: Η φόρα, η κατηφόρα, τα κατάγματα και ο κακός μας ο καιρός

Ειρήνη Προμπονά

απο Cyclades Open

Θα σας πω μια ιστορία για μια κατηφόρα που γλιστράει, αλλά κανείς δεν ασχολείται μαζί της.

Μια κατηφόρα που όλοι τη γνωρίζουν. Μια κατηφόρα με φαγωμένο μπετόν που γλιστράει και η κλίση της δυσχεραίνει έτι περαιτέρω το βάδισμα πάνω της. Η κατηφόρα στο ‘Παράβγαλμα” στο Φιλώτι, όπως λέγεται το σημείο, είναι μια καρμανιόλα, όπως λένε κάτοικοι της περιοχής ειδικά τον χειμώνα με τα νερά της βροχής.

Μέχρι στιγμής, σ’ αυτή την κατηφόρα έχουν σημειωθεί δυο ατυχήματα. Πριν ένα χρόνο περίπου μια γυναίκα τσακίστηκε σ’ αυτήν την κατηφόρα, νοσοκομείο, γύψος, αποκατάσταση, άγριο το χτύπημα, μεγάλη ταλαιπωρία.

Σήμερα μαθαίνω πως ένα κοριτσάκι γλίστρησε κι έσπασε το πόδι του. Βρίσκεται στο Παίδων με κάταγμα και το πόδι στον γύψο. Η κατηφόρα ακλόνητη στη θέση της περιμένει τον επόμενο. Και σίγουρα κάποιος άτυχος θα βρεθεί να ξαναγλιστρήσει απ’ τη στιγμή που κανείς δεν κάνει τίποτα.

Δεν φταίει βλέπεις η κατηφόρα η έρμη, δεν είναι στο “χέρι” της να σταματήσει να είναι επικίνδυνη. Αυτό είναι δουλειά εκείνων που ορκίστηκαν να υπηρετούν τους πολίτες, αλλά πήραν πολλή “φόρα” και τους πήρε η “κατηφόρα” και η κατρακύλα δεν έχει τέλος.

Αλήθεια τι περιμένουμε για να φτιαχτεί; Να γίνει κάτι πιο σοβαρό από ένα σπασμένο πόδι, ένα σπασμένο ισχίο -ναι, φτύστε τον κόρφο σας, να ξορκίσετε το κακό, έτσι θα διορθωθεί το πρόβλημα.

Τί θα έκανα εγώ αν ένας δικός μου άνθρωπος πάθανε ατύχημα σ’ αυτή την καρμανιόλα το γνωρίζω, όπως γνωρίζω και τί θα έκανα αν πάθαινα η ίδια ατύχημα εκεί.

Γιατί εκείνοι-όποιοι είναι κάθε φορά εκείνοι- που αναλαμβάνουν την διοίκηση του τόπου φέρουν ολάκερη την ευθύνη. Αλλά έχουμε μάθει να τους αφήνουμε να ξεφεύγουν, χωρίς να λογοδοτούν.

“Που να τρέχεις τώρα…” ή “τίποτα δεν θα τους κάνουν” το τελευταίο λέγεται δε με μια βεβαιότητα που προσωπικά με εκπλήσσει. Κανείς δεν ρωτάει να μάθει, ποιος είναι υπεύθυνος και για ποιο πράγμα, κανείς δεν πιέζει, κανείς δεν κάνει μια έγγραφη αναφορά σε αυτούς που φέρουν την ευθύνη και σ’ αυτούς που προΐστανται αυτών, κανείς δεν αναλογίζεται πως αύριο μεθαυριο μπορεί να σπάσει και ο διάολος το πόδι του σ’ αυτή την κατηφόρα και να βρεθεί ο ίδιος χτυπημένος.

Γιατί οι υπεύθυνοι, οι παρατρεχάμενοι, οι επί παντός επί στητού γνωρίζοντες τα προβλήματα δεν ασχολούνται με τέτοια μηδαμινά ζητήματα. Θεωρούν τον εαυτό τους εκλεκτό και νομίζουν πως κάνουν υψηλή πολιτική.

Ας δέσουμε τα χέρια λοιπόν εμείς οι υπόλοιποι κι ας γράψουμε μύδρους στα social για κάθε κακοτεχνία, για κάθε θεσμικό ατόπημα, για κάθε στραβό, για κάθε μικρή ή μεγάλη παράλειψη.

Ας μαλώσουμε με τους αυτοδιόριστους “θεματοφύλακες της τάξης” που θα μας επιπλήξουν με τα σχόλιά τους ή ας μην ανακατευτούμε βρε αδερφέ, στην τελική, δε μας πέφτει λόγος κι αν δούμε κάποιους που θέλουν να βάλουν τα πράγματα στη θέση τους, ας τους φοβίσουμε λέγοντας: “Έτσι δεν γίνεται πάντα; Τίποτα δεν θα κάνουν κι αν θα κάνουν κάποιον άλλο λόγο θα ‘χουν, τίποτα δεν αλλάζει, μην ασχολείσαι”.

Ας γίνουμε συνυπεύθυνοι και συνένοχοι, τελικά, που τίποτα δεν γίνεται, αντί να διεκδικήσουμε να γίνει το αυτονόητο.

Μέχρι τότε η κατηφόρα θα γλιστρά, οι δρόμοι θα παραμένουν άθλιοι, τόποι θα ισοπεδώνονται και πάει λέγοντας.

Κι αν, ω μη γένοιτο, συμβεί τίποτα σοβαρό ή μη αναστρέψιμο, ας βγούμε να πούμε πως έτσι ήθελε ο Θεός να γίνει, τι να κάνουμε τώρα, να τα βάλουμε και με το Θεό;

Τουλάχιστον την επόμενη φορά που θα έρθουν επίσημοι στο χωριό, δείξτε τους την κατηφόρα. Χωρίς μεσάζοντες. Το πιθανότερο είναι να μην έχουν ακούσει ποτέ γι’ αυτήν, γιατί ποιος να τους το πει, έχουν άλλα “σοβαρότερα” να συζητήσουν μαζί τους εκείνοι που θα έπρεπε να την έχουν φτιάξει. Η κατηφόρα μπορεί να περιμένει.

Κι επειδή σ’ εκείνους κόβει περισσότερο απ’ όλη την κουστωδία μαζί που τους συνοδεύει, θα κατανοήσουν το πρόβλημα και ίσως θελήσουν να κάνουν κάτι, έστω κι από πολύ προσωπικό “ενδιαφέρον”.

Ίσως κάποιος αναγνώστης ν’ αναρωτηθεί εμένα τώρα τι με κόφτει και ασχολούμαι με κατηφόρες που δεν πατάω. Εμένα είναι η δουλειά μου και συνηθίζω να την κάνω όταν λαμβάνω γνώση αυτού που συμβαίνει. Δεν μπορώ, ούτε και επιτρέπεται να κλείσω τ’ αυτιά μου όταν μου ζητάνε να βοηθήσω. Αλλά και η δουλειά μου να μην ήταν σκέφτηκα το καρδιοχτύπι της μάνας. Οποιασδήποτε μάνας θα σκεφτόμουν, οποιουδήποτε ανθρώπου, αλλά ειδικά της συγκεκριμένης το σκέφτηκα περισσότερο.

Και ακόμα θεωρώ πως είναι ντροπή να μην μπορούμε να μοιράσουμε δυο γαδάρων άχερα.

Αν κάποιοι δεν μπορούν να φτιάξουν το πιο απλό, μια τσιμεντένια κατηφόρα που έχει φαγωθεί και γλιστρά, συνεπάγεται πως είναι εντελώς απίθανο να φροντίσουν να κάνουν κάποιο σπουδαιότερο έργο στην ώρα του που να λειτουργεί κιόλας, πέρα απ’ το να φτιαχτεί.

Ωστόσο υπάρχει κάτι σοβαρό στην ιστορία που λέγεται αστική ευθύνη.

Ποιός νομίζετε πως την έχει, αν -χτυπήστε ξύλο, φτύστε τον κόρφο σας, κάντε το σταυρό σας κλπ- το ατύχημα αφήσει μόνιμη βλάβη ή ακόμα χειρότερα, γίνει δυστύχημα;

Ποιός θα έχει την ευθύνη αν ο παθών κινηθεί νομικά;

Σίγουρα όχι η κατηφόρα πάντως.

Ας φτιαχτεί επιτέλους αυτή η καρμανιόλα. Ας γίνουμε πραγματικά σπουδαίοι άνθρωποι κάνοντας το πιο απλό πράγμα που είναι καταδικασμένο σ’ αυτή τη χώρα: Κάνοντας το αυτονόητο.

📸Luis Villasmil/Unsplash

Δείτε επίσης