Το δόγμα «ο αθλητισμός δεν έχει σχέση με την πολιτική» είναι εξίσου παλιό, αλλά και εξίσου κενό νοήματος, με το δόγμα «η Εκκλησία δεν εμπλέκεται στην πολιτική». Τη δική μας Εκκλησία εννοώ, την Ορθόδοξη, όχι την Καθολική, που τουλάχιστον δεν υποκρίνεται την ουδέτερη. Ιεράρχες και Ομαδάρχες (το ιερατείο της στρογγυλής θεάς) πολιτεύονται, διαπλέκονται, επηρεάζουν πολιτικούς και συχνά τους ανταμείβουν. Ο αυτοπροβαλλόμενος ιδεαλισμός («για τη φανέλα, για τίποτ’ άλλο») και η αυτολιβανιζόμενη «πνευματικότητα» («δεν μας απασχολούν τα γήινα και τα κοσμικά, το δικό μας κεφάλαιο είναι μεταφυσικό») διασταυρώνονται στο φαίνεσθαι και απογυμνώνονται. Κι αν ο χωρισμός Εκκλησίας και κράτους δεν εμπεριέχεται σε καμία ατζέντα, «μεταρρυθμιστική» ή «ριζοσπαστική», ο χωρισμός του κράτους από τα «ιστορικά σωματεία», η απελευθέρωσή του από την τεράστια ισχύ των Ομαδαρχών-Μιντιοκρατών, ανήκει στα «ου φωνητά». Οσο κι αν ψάχναμε, πάντως, στις «πίσω μας σελίδες», θα δυσκολευόμασταν να βρούμε αθλητική εφημερίδα που να έχει δώσει ανενδοίαστα κομματική γραμμή στους αναγνώστες της. Να τους είπε, δηλαδή, ποιο κόμμα να ψηφίσουν.
Προπαγάνδα
Την περασμένη Δευτέρα όμως, 29 του Μάη, ημέρα μνήμης της Αλωσης της Πόλης, μια αθηναϊκή αθλητική εφημερίδα, η «Sportime», έγινε απροκάλυπτος προπαγανδιστής της Νίκης. Αναμενόμενο, αν θυμηθούμε το πρωτοσέλιδό της στις 28.12.2019, όταν «τίμησε την Ημέρα του Αγέννητου Παιδιού» μ’ ένα έμβρυο να παρακαλεί: «Αφήστε με να ζήσω». Τη Δευτέρα, λοιπόν, το φύλλο κυκλοφόρησε με την Αγια-Σοφιά στο πρωτοσέλιδό του, τη χρονολογία 29 Μαΐου 1453 και τους στίχους του τελευταίου από τα «Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας» του ανυπεράσπιστου Γιάννη Ρίτσου. Εικάζω βασίμως ότι τον ποιητή δεν θα τον έβρισκε καθόλου σύμφωνο η χρήση του ποιήματός του στο συγκεκριμένο πλαίσιο που του φόρεσε σαν στενό κορσέ η εν λόγω εφημερίδα: σαν ντουντούκα προπαγάνδισης των ιδεών της Νίκης. Του κόμματος που έχει έναν άγιο μαζί του, τον όσιο Παΐσιο, αλλά και πέντ’-έξι αγιορείτικες μονές. Εξ ου και η ανάγκη που ένιωσε ξαφνικά ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης να μεταβεί για προσκύνημα στον Αθω, ώστε παρεμπιπτόντως να αποδείξει ότι «η θρησκεία δεν μπλέκεται στα πολιτικά».
Επίσης βασίμως εικάζω ότι οι κατασκευαστές του πρωτοσέλιδου «αφηγήματος» δεν μπήκαν στον κόπο να αναζητήσουν το παλιό βιβλιαράκι με τα «Λιανοτράγουδα», ώστε να βεβαιωθούν ότι θα τυπώσουν και θα προβάλουν, σε τέτοια βιτρίνα μάλιστα, το αυθεντικό πρωτότυπο, το γραμματικά και τυπογραφικά αληθές. Νωχελικά, άντλησαν τους στίχους του τραγουδιού από το Διαδίκτυο, όπου κυκλοφορούν σε διάφορες «τυπογραφικές» εκδοχές. Αναπαρήγαγαν, λοιπόν, τους τέσσερις δεκαπεντασύλλαβους κομμένους στη μέση. Ως προς αυτό, θα μπορούσαν να επικαλεστούν το «πρόβλημα χώρου». Να πουν δηλαδή και αυτοί, όπως πολλοί τιτλοδότες, ότι αναγκάστηκαν να κόψουν κάθε στίχο σε δύο ημιστίχια, επειδή δεν χωρούσαν ακέραιοι. Με διαφορετική διαμόρφωση της σελίδας, χωρούσαν και παραχωρούσαν. Δεν τους έφταιξε αυτό. Απλώς έτσι βρήκαν τους στίχους στις συντριπτικά περισσότερες ιντερνετικές αναπαραγωγές τους, έτσι τους αντέγραψαν. Δεν τσεκάρισαν τίποτε.
Ο Ρίτσος όμως έγραψε λιανοτράγουδα, έχοντας φυσικά υπόψη του, ως γνώστης και ακόλουθος της ποιητικής μας παράδοσης, ότι λιανοτράγουδα (ή μαντινάδες ή στιχοπλόκια ή…) αποκαλούνται τα δίστιχα που συνθέτουν το νόημά τους και σχηματίζουν την εικόνα τους σε δεκαπεντασύλλαβο. Αλλος μάρτυρας της ράθυμης αντιγραφής από το Διαδίκτυο, εγγενές πρόβλημα του οποίου είναι η ανέλεγκτη αναπαραγωγή κειμένων; Η στίξη του τραγουδιού στο πρωτοσέλιδο δεν έχει καμιά σχέση με τη στίξη που έβαλε ο Ρίτσος στο χαρτί κι από εκεί πέρασε προσεκτικά στην έκδοση του Κέδρου. Τέσσερα κόμματα και μία παύλα βλέπουμε στο ιδιόγραφο ποίημα, τίποτε δεν σώθηκε στην εφημερίδα. «Αποξαρχής» γράφει φυσικά ο Ρίτσος, «αποξαρχής» τυπώνει ο Κέδρος, «απο ξαρχής» δημοσιεύει η εφημερίδα: με το «απο» άτονο και με το «ξαρχής» σαν μια καινούρια λέξη δικής τους παραγωγής, δίχως την απόστροφο που του κοτσάρουν πολλοί στο Διαδίκτυο, οπαδοί της «σχιζολεξίας» φαίνεται, υπονοώντας αφαίρεση στο «εξαρχής». Με κεφαλαίο Ρ γράφει τη Ρωμιοσύνη ο ποιητής, κι έχει τους λόγους του, με πεζό το αναπαράγουν στην εφημερίδα.
Ολα αυτά, όμως, είναι απλώς επιπόλαια γδαρσίματα σε σύγκριση με το βαρύτατο τραύμα που προκαλεί το πρωτοσέλιδο στο ποίημα και στον ποιητή με την καταχρηστική, παραμορφωτική και παραπλανητική αξιοποίηση που του επιφυλάσσει αυθαιρέτως. Το πέμπτο ημιστίχιο, «πετιέται αποξαρχής», το στριμώχνει βίαια προς τα μέσα η λέξη Νίκη. Πρόκειται για τον τίτλο του αντιδραστικού, υπερεθνικιστικού, θρησκόληπτου κόμματος του δασκάλου – θεολόγου – τηλεϊεροκήρυκα κ. Δημητρίου Νατσιού, που τυπώνεται ζευγαρωμένος με το σύμβολο του κόμματος αυτού. Με λίγα λόγια, ένα εμβληματικό τετράστιχο του Ρίτσου, ταυτισμένο, χάρη και στη μελοποίηση του Μίκη Θεοδωράκη, με τους υπέρ ελευθερίας αγώνες, παραχαράσσεται και υποτάσσεται στους σκοπούς ενός κόμματος με το οποίο ο Ρίτσος, τίποτε πιο βέβαιο, δεν θα συμφωνούσε ούτε σε μισό συμπλεκτικό σύνδεσμο.
Ξέρουμε από τη «Σημείωση» του ίδιου του ποιητή ότι «τα 16 απ’ τα “Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας” γράφτηκαν μέσα σε μία μέρα –στις 16 του Σεπτέμβρη του 1968– στο Παρθένι της Λέρου, ύστερα από κρυφό μήνυμα του Μίκη Θεοδωράκη με την παράκληση να μελοποιήσει κάτι δικό μου ανέκδοτο». Εξόριστος ήταν δηλαδή ο ποιητής, εκτοπισμένος για μία φορά ακόμα σε νησί του Αιγαίου, και σίγουρα με τη γεύση του στυφή από τη μνήμη των πικρών στίχων που είχε γράψει (και μάλιστα τρεις φορές) εννιά χρόνια νωρίτερα, στη Μακρόνησο τότε: «Α ναι, μιλούσαμε κάποτε για μια ποίηση αιγαιοπελαγίτικη». Στα «Λιανοτράγουδα», είχε στο μυαλό του την ελευθερία από την τυραννία των «Ελληνοχριστιανών» συνταγματαρχών. Οχι τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Ξέρουμε, όμως, και κάτι άλλο, από τον πλατωνικό «Φαίδρο» αυτό. Πως «ο λόγος τού πατρός αεί δείται βοηθού». Ο λόγος έχει πάντα την ανάγκη του πατέρα του. Γιατί όταν γραφτεί, «κυλινδείται πανταχού», κυλιέται παντού, όμοια σε επαΐοντες και σε αδαείς. Και είναι ευάλωτος στη λοιδορία, στην κατάχρηση, στον σφετερισμό, στην καπηλεία.
Πηγή: Καθημερινή/Παντελής Μπουκάλας
📸10634669/Pixabay