Γιατί οι άνθρωποι καταναλώνουν ληγμένα τρόφιμα;

Κατερίνα Κουδούνα/cibum

απο Cyclades Open

Έρευνα στο Ηνωμένο Βασίλειο αποκάλυψε πέντε θέματα γύρω από τις συμπεριφορές και τις στάσεις των καταναλωτών ως προς την κατανάλωση τροφίμων μετά την παρέλευση της ημερομηνίας λήξης τους.

Τα θέματα αυτά περιλαμβάνουν τη σύγχυση ως προς την αναγραφόμενη στην ετικέτα ημερομηνία λήξης, την αντιμετώπιση της τελική ημερομηνίας ανάλωσης ως απλώς έναν οδηγό, καθώς και θέμα συνήθειας και παγιωμένης αντιμετώπισης αυτών των πληροφοριών.

Τριάντα άνθρωποι από την Αγγλία, την Ουαλία και τη Βόρεια Ιρλανδία πήραν μέρος σε δύο συνεντεύξεις, καθώς και σε ένα «ημερολόγιο» μέσω ηλεκτρονικής εφαρμογής μεταξύ 22 Μαρτίου και 4 Απριλίου, ώστε να βρουν γιατί αυτοί καταναλώνουν φαγητό μετά την τελική ημερομηνία διατηρησιμότητάς του.

Ο Food Standards Agency (FSA) ανέθεσε στην εταιρεία Ipsos MORI να παρακολουθήσει την συμπεριφορά των καταναλωτών αυτές τις ημερομηνίες. Σχετική ανασκόπηση στοιχείων που πραγματοποιήθηκε έδωσε επίσης 51 αποτελέσματα στη βιβλιογραφία.

Σύγχυση επισήμανσης στην ετικέτα

Μια πρόσφατη έρευνα του FSA έδειξε πως 76% των ενηλίκων έχουν καταναλώσει τρόφιμα, όπως τυρί και σαλάτα, μετά την τελική ημερομηνία λήξης τους, εντούτοις το 64% των καταναλωτών δηλώνει πως πάντα ελέγχουν την αναγραφόμενη ημερομηνία λήξης όταν μαγειρεύουν ή προετοιμάζουν κάποιο γεύμα. Αυτό εγείρει το ερώτημα, γιατί ο κόσμος εξακολουθεί να καταναλώνει ληγμένα τρόφιμα, παρόλο που ελέγχει την ημερομηνία.

Η έρευνα αποκάλυψε πως οι συμμετέχοντες συχνά συγχέουν την τελική ημερομηνία ανάλωσης με την ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας και ακολουθούν μια γενικευμένη αντιμετώπιση των ημερομηνιών αυτών. Μέσω του ηλεκτρονικού ημερολογίου που τηρούσαν, συχνά διαμοιράστηκαν εικόνες από προϊόντα με ημερομηνίες ελάχιστης διατηρησιμότητας, παρόλο που τους είχαν ζητηθεί προϊόντα με τελικές ημερομηνίες ανάλωσης  Επίσης, ανέφεραν πως κατανάλωσαν είδη όπως ψωμί και αυγά μετά τις αντίστοιχες τελικές ημερομηνίες ανάλωσής τους, παρά το γεγονός ότι αυτά τα προϊόντα πολύ πιθανώς να είχαν ημερομηνίες ελάχιστης διατηρησιμότητας.

Ο κόσμος αντιμετώπισε με σκεπτικισμό το γεγονός πως η τελική ημερομηνία ανάλωσης είναι το απόλυτο όριο και θεώρησε πως ήταν περισσότερο ένας συντηρητικός υπολογισμός εκ μέρους της βιομηχανίας. Η προσωπική τους εμπειρία από τρόφιμα που αλλοιώθηκαν πριν από την αναγραφόμενη ημερομηνία, ή ακόμα και το γεγονός πως η κατανάλωση ληγμένων τροφίμων δεν τους οδήγησε σε περιπέτειες με την υγεία τους, ενίσχυσε αυτή την οπτική και υπονόμευσε ουσιαστικά την εμπιστοσύνη των καταναλωτών στην αντίστοιχη ημερομηνία ως δείκτη ασφάλειας.

Σύμφωνα με τη σχετική έκθεση, η εξήγηση για το πώς καθορίζονται οι τελικές ημερομηνίες ανάλωσης και η παροχή πληροφοριών σχετικά με τους κινδύνους που εμπλέκονται με συγκεκριμένα τρόφιμα, θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην καλύτερη γνώση των καταναλωτών αναφορικά με το ποια τρόφιμα έχουν τελικές ημερομηνίες ανάλωσης και γιατί. Μεγαλύτερη συνέπεια στην επισήμανση ως προς την τοποθέτηση της ημερομηνίας ανάλωσης αλλά και τη χρήση μεγαλύτερης γραμματοσειράς, θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει στην αύξηση της αναγνώρισης της τελικής ημερομηνίας ανάλωσης.

Στην περίπτωση που ένα είδος βρισκόταν ήδη πέρα από την τελική ημερομηνία ανάλωσής του, οι ερωτηθέντες δήλωσαν πως χρησιμοποίησαν τις οργανοληπτικές αισθήσεις τους για να αξιολογήσουν την οσμή, την εμφάνιση, την υφή και τη γεύση, και να εκτιμήσουν εάν το τρόφιμο ήταν ασφαλές για κατανάλωση. Αυτό είναι αντίθετο με τις προειδοποιήσεις των αρμόδιων αρχών, καθώς τα βακτήρια που προκαλούν τροφιμογενείς λοιμώξεις δεν είναι δυνατόν να ανιχνευθούν οργανοληπτικά.

Ο ρόλος της εμπειρίας

Οι υπάρχουσες συνήθειες, η ρουτίνα και οι προσωπικές υποθέσεις ήταν βασικά στοιχεία. Η απουσία νόσησης ήταν ένα σημάδι πως δε θα υπάρχουν σοβαρές ή μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στον οργανισμό τους, με τους συμμετέχοντες να υποθέτουν πως οποιεσδήποτε επιπτώσεις θα είναι ήπιες ή έστω σύντομες σε διάρκεια.

Οι συμμετέχοντες είχαν περιορισμένη κατανόηση σε θέματα πρόκλησης τροφικών δηλητηριάσεων και πώς κάτι τέτοιο μπορεί να συνδέεται με τα ληγμένα τρόφιμα. Υπήρχε η τάση συσχέτισης πιθανής τροφιμογενούς λοίμωξης με φαγητό που προέρχεται από τη μαζική εστίαση, παρά με αυτό που παρασκευάζεται στο σπίτι, καθώς και με προϊόντα όπως κρέας ή ψάρι.

Οι συμμετέχοντες συχνά θεωρούν πως τα ήδη προετοιμασμένα τρόφιμα όπως τα έτοιμα γεύματα ή τα μαγειρεμένα κρέατα θα ενείχαν χαμηλότερο κίνδυνο στην κατανάλωσή τους μετά την τελική ημερομηνία ανάλωσης, από την άποψη πως ήδη ήταν μαγειρεμένα ή έστω επεξεργασμένα. Οι συνήθειες της προετοιμασίας ενός γεύματος από ληγμένα τρόφιμα, εμπεριείχαν το μαγείρεμα σε υψηλότερες θερμοκρασίες ή για περισσότερο χρόνο, αφού είχαν ήδη απομακρυνθεί τα σημεία που έφεραν μούχλα ή αποχρωματισμούς. Επίσης, τα είδη αυτά χρησιμοποιήθηκαν στην προετοιμασία  μεγαλύτερων γευμάτων και όχι αυτούσια.

Το πλύσιμο των χεριών, ο καθαρισμός των επιφανειών και η ο σαφής διαχωρισμός των τροφίμων ανά είδος, τόσο κατά την αποθήκευσή τους τόσο και κατά την προετοιμασία ενός γεύματος, θεωρήθηκαν πιο σημαντικοί παράγοντες από τις τελικές ημερομηνίες ανάλωσης.

Οι εμπειρίες από την παιδική ηλικία συχνά είχαν επίδραση στις συμπεριφορές των καταναλωτών απέναντι στις τελικές ημερομηνίες ανάλωσης. Οι αξίες γύρω από την καλή διαβίωση των ζώων, στην ανισότητα στο παγκόσμιο σύστημα τροφίμων, καθώς και η επιθυμία να αποφευχθεί η σπατάλη τροφίμων επίσης επηρέασαν την απόφαση των ερωτηθέντων να καταναλώσουν ληγμένα τρόφιμα αντί να τα απορρίψουν.

Οι συμμετέχοντες επηρεάστηκαν και από την πίεση του χρόνου, την πρόσβαση στα καταστήματα και τις τιμές των τροφίμων. Δεν ήταν διατεθειμένοι να αρρωστήσουν με αιτία το χρηματικό κόστος του φαγητού και θα χρησιμοποιούσαν την κρίση τους ως προς το αν αυτό θα ήταν πιθανό, συχνά αποφασίζοντας πως τα ληγμένα τρόφιμα ήταν ασφαλή για κατανάλωση.

Οι συμμετέχοντες έκαναν αναφορά στον αγώνα των άλλων να εξασφαλίσουν τα προς το ζην, αλλά όχι στον δικό τους, όταν ερωτήθηκαν γιατί κάποιος είναι πιθανόν να καταναλώνει τρόφιμα που έχει περάσει η τελική ημερομηνία ανάλωσής τους.

Σύμφωνα με την έκθεση, η μέριμνα για τον προγραμματισμό των γευμάτων, τις σωστές λίστες για αγορές καθώς και τον έλεγχο του τι υπάρχει ήδη στο ψυγείο τους πριν αγοράσουν νέα προϊόντα, θα μπορούσε να βοηθήσει τους καταναλωτές να αποφύγουν να καταλήξουν με πλεονάζοντα τρόφιμα τα οποία σε σύντομο χρονικό διάστημα θα βρίσκονται κοντά ή ακόμα και μετά την τελική ημερομηνία ανάλωσής τους.

Η Κατερίνα Κουδούνα είναι Τεχνολόγος Τροφίμων, MSc Διαχείριση Ποιότητας Τροφίμων, ΜSc Νομοθεσία Τροφίμων και Ποτών
Πηγή: cibum

Δείτε επίσης