Οι άβολες συστάσεις της Ιλιρίντα Μουσαράι

απο Cyclades Open

Στην παιδική μου ηλικία ήξερα ότι κάθε φορά που θα συστηθώ σε κόσμο θα ακολουθήσει ένας άβολος διάλογος λίγων δευτερολέπτων.

-Πώς σε λένε;

-Ιλιρίντα

-Πώς;

-Ιλιρίντα. Ι-λι-ρι-ντα.

-Για ξαναπες το. Ιλιριτα-Ιριλιντα-Ιλιριδα;

Και πάει λέγοντας.

Αυτός ο διάλογος με έκανε να αισθανθώ πολύ αμήχανα γιατί ήταν μια επιπρόσθετη διαδικασία διαφοροποίησης σε ένα περιβάλλον που τόσο πολύ προσπαθεί να ανήκει ένα μεταναστόπουλο.

Αυτό όμως, που με πλήγωνε αφάνταστα χωρίς να το καταλαβαίνω για πολλά χρόνια και αργότερα μόλις το αντιλήφθηκα άρχισε να με τσαντίζει, είναι η άρνηση των συνομιλητών μου να μάθουν σωστά το όνομά μου. Η κλασική ερώτηση μετά από το ποια χώρα είμαι ήταν αν έχω κάποιο παρατσούκλι. Πάντα τους απάνταγα ότι δεν έχω παρατσούκλι και ότι δεν περικόπτεται το όνομα, παρόλο που στο σπίτι μου η μαμά με φώναζε Ida ή Idush.

Το παρατσούκλι της μάνας μου ήταν διαφορετικό. Όπως τα περισσότερα παρατσούκλια είχε βγει οργανικά και αποτελούσε σημείο οικειότητας και τριβής. Αυτό το παρατσούκλι που ζήταγαν οι Έλληνες ήταν ένα βεβιασμένο και εκβιαστικό παρατσούκλι που συμβόλιζε την απαξίωση και την αδιαφορία τους για να μας γνωρίσουν. Ήταν κάτι παραπλήσιο του να λένε όλους τους Αλβανούς μετανάστες Γιώργο και όλους τους Πακιστανούς Αμπντούλ.

Άντεξα περίπου τρεις τάξεις δημοτικού να συστήνομαι με επιμονή ως Ιλιρίντα. Είχα μάθει απέξω τον διάλογο αυτό και άρθρωνα τα λόγια μου μηχανικά. Είχα επίσης κάπου στις 8 καρτέλες στο Παίδων και κάθε φορά που πήγαινα νοσοκομείο έλεγα διάφορες παραλλαγές του ονόματός μου μπας και πετύχω καμιά καρτέλα. Το πιο εντυπωσιακό όνομα που μου είχαν δώσει στο Παίδων ήταν το Γιώτα Μουσαράι. Δεν ξέρω αν ήταν προϊόν κακής συνεννόησης και ακουστικής καθώς έλεγα συνέχεια στην υπάλληλο ότι όλα γράφονται με γιώτα. ΜΕ ΓΙΩΤΑ. Ή αν ήταν μια αυθαίρετη επιλογή διευκόλυνσης για εκείνη.

Όπως και να έχει κάποια στιγμή ράγισα. Στο μαγαζί που πηγαίναμε συχνά με τον μπαμπά για μεσημεριανό, όταν με ρωτούσαν πως με λένε άρχιζα να τους απαντάω «Μαρία». Κάθε φορά που περνάω από αυτό το μαγαζί το θυμάμαι. Είναι για μένα το μαγαζί της εσωτερικευμένης ντροπής, το μαγαζί που συστηνόμουν ως Μαρία. Πριν μερικά χρόνια με είχε αναγνωρίσει ένας υπάλληλος από το μαγαζί και μου είπε «Επ Μαρία εσύ είσαι; Τι κάνεις; Έχεις μεγαλώσει». Στην αρχή δεν κατάλαβα καν ότι μίλαγε σε μένα, αλλά αμέσως το θυμήθηκα και του απάντησα χαμογελαστά χωρίς να τον διορθώσω. Φεύγοντας άρχισα να γελάω και να νιώθω τόση αγάπη και θαλπωρή για το παιδάκι Ιλιρίντα που ήθελε να το φωνάζουνε Μαρία.

Ευτυχώς αυτή η φάση δεν κράτησε πολύ. Δεν ξέρω γιατί. Νομίζω ότι απλά αυτό που ράγισε μέσα μου ήταν κάτι περισσότερο σε κόκκαλο παρά σε γυαλί και άρχισε να επουλώνεται και να σκληραίνει. Ήταν αυτό το «Α στο διάολο, το δικό μου όνομα είναι καλύτερο ότι και να λέτε». Άρχισα να συστήνομαι αποκλειστικά ως Ιλιρίντα χωρίς να επιτρέπω σε κανέναν να μου βγάλει παρατσούκλι. Αυτό κατέληξε στο λύκειο να γίνει και σημείο τσακωμού αργότερα με κάποιες φίλες μου που τους απαγόρευα να με φωνάζουν με παρατσούκλι. Το όνομα αυτό το ένιωθα τόσο πολύ δικό μου λες και ήταν custom made για μένα και περισσότερο προσδιοριστικό παρά επιφωνηματικό. Το όνομα το έκανα δύναμη και περηφάνεια με το να αποφασίζω να το λέω με δύναμη και περηφάνεια.

Δεν άλλαξα όμως μόνο εγώ.

Άλλαξαν και οι συνομιλητές μου ή μπορεί απλά να διαφοροποιήθηκαν οι κύκλοι μου. Πλέον με ρωτάνε όλο και πιο σπάνια αν έχω κάποιο παρατσούκλι και όλο και πιο συχνά από που βγαίνει το Ιλιρίντα και αν σημαίνει κάτι. Κάποια άτομα μάλιστα (συνήθως φιλόλογοι ή ιστορικοί) με ρωτάνε από μόνα τους αν βγαίνει από το Ιλλυρία. Και εκεί σχηματίζεται ανεπαίσθητα ένα χαμόγελο στα χείλη μου και νιώθω μια έξαψη στο στομάχι μου.

«Να αυτό είναι», σκέφτομαι «Αυτή την ωραία αίσθηση έχει η αναγνώριση».

Eggεφαλικό/Ιλιρίντα Μουσαράι

Δείτε επίσης