Στοιχεία από τις εθιμικές συνήθειες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς στη Νάξο

Φωτεινή Παντογνώστρα

απο Cyclades Open

Η κυρίαρχη χειμερινή εορτή της Νάξου είναι τα Χριστούγεννα, τα οποία, παλαιότερα, συνδέονταν κυρίως με το τέλος των γεωργικών εργασιών. Ήδη από την προπαραμονή των Χριστουγέννων το κλίμα σε κάθε χωριό της Νάξου ήταν εορταστικό. Οι νοικοκυρές άσπριζαν και καθάριζαν τα σπίτια, άρχιζαν τα χοιροσφάγια, ενώ παράλληλα ετοιμάζονταν να δεχτούν τα μεσάνυχτα τη γέννηση του Χριστού. Οι γυναίκες στον Δαμαριώνα ετοίμαζαν τα γλυκά των ημερών, όπως τους βαβούνους, τα μελομακάρονα δηλαδή, αν και αποτελούν νεώτερο έθιμο μαζί με τους κουραμπιέδες.

Το χριστόψωμο των Χριστουγέννων

Ένα από τα κυριότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα στο Γλινάδο, αλλά και σ’ άλλα χωριά της Νάξου, ήταν το ζύμωμα των χριστόψωμων. Τα χριστόψωμα ήταν άρτοι, οι οποίοι λόγω του ευετηρικού τους χαρακτήρα, στήριζαν τα μέλη της οικογένειας. Εκτός, όμως, από το σπιτικό χριστόψωμο, οι γυναίκες της Νάξου ζύμωναν χριστόψωμο και για τα ζώα, το οποίο το τοποθετούσαν στο παχνί τους την τελευταία ημέρα του χρόνου.

Την παραμονή των Χριστουγέννων όλα τα μέλη της οικογένειας έπρεπε να μεταλάβουν, για να είναι ψυχικά έτοιμα για το χαρμόσυνο γεγονός. Τα μικρά παιδιά εφοδιάζονταν με το μικρό τους ψωμάκι, το πουλλάκι, ζυμωμένο με σταφίδες και καρύδια, για να το γευτούν μετά τη Θεία Κοινωνία. Την εκκλησιαστική ακολουθία της Γέννησης την παρακολουθούσε όλο το χωριό τα ξημερώματα των Χριστουγέννων. Μετά το πέρας της εκκλησίας κι αφού πια είχε ξημερώσει, επέστρεφαν στα σπίτια τους. Το εορταστικό τραπέζι στρωνόταν το μεσημέρι. Κύριο φαγητό της ημέρας στο Γλινάδο ήταν η βραστή κότα ή σπανιότερα η γαλοπούλα. Σκόπιμα απέφευγαν το χοιρινό κρέας, επειδή όντας βαρύ φαγητό, δεν θα το άντεχαν ύστερα από πολυήμερη νηστεία. Στο κέντρο του τραπεζιού ήταν τοποθετημένο το χριστόψωμο, η κοπή και η μοιρασιά του οποίου αποτελούσε μια τελετουργία. Ο αφέντης του σπιτιού το σήκωνε ψηλά, έκανε το σχήμα του σταυρού 3 φορές στον αέρα κι ευχόταν ευλογία στο σπίτι και στη σοδειά. Το έκοβε στα δύο κι αν το μεγαλύτερο κομμάτι έμενε στο δεξί χέρι, αυτό σήμαινε ότι η σοδειά κατά το νέο έτος θα ‘ταν μεγάλη, αν έμενε όμως στο αριστερό, θα ‘ταν μικρή. Ακολουθούσε έπειτα το μοίρασμά του με το γνωστό τυπικό.

Χριστουγεννιάτικο δένδρο ή καράβι δεν στόλιζαν κατά τα παλαιότερα χρόνια, μεταμφιέζονταν όμως, όπως και κατά την περίοδο των Απόκρεων. Σύμφωνα με μαρτυρίες από το Γλινάδο, υποδύονταν τους μάγους με τα δώρα και περιφέρονταν στα φιλικά σπίτια, παρακινώντας να πάνε όλοι μαζί να προσκυνήσουν τον Χριστό. Άλλοι πάλι μουτζαλεύανε το πρόσωπό τους, ντύνονταν με άσπρες κοφτές φούστες και άσπρες μπλούζες και υποδύονταν τις νύφες των Χριστουγέννων που διώχνουν τους καλλικάτζαρους. Οι Ναξιώτες πίστευαν ότι τη βραδιά των Χριστουγέννων κατέβαιναν οι καλλικάτζαροι από τους ανεφανούς των σπιτιών, από τις καμινάδες δηλαδή, γι’ αυτό και έριχναν χοντρούς κόκκους αλατιού στη φωτιά, ώστε με το θόρυβο να φοβούνται, ενώ φρόντιζαν να μένει πάντα ένα άσβεστο κούτσουρο, το λεγόμενο χριστοκούτσουρο, η φωτιά του οποίου απέτρεπε τους δαίμονες να μπαίνουν στα σπίτια.

Το έντονο εορταστικό κλίμα των ημερών τονιζόταν ιδιαίτερα με τα κάλαντα και τα παινέματα την παραμονή των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Ομάδες παιδιών πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι ρωτώντας αν είναι με το θέλημα. Αν λοιπόν ήταν με το θέλημα των νοικοκυραίων, έλεγαν τα κάλαντα, τα οποία ήταν πολλές φορές αυτοσχέδια. Ο νοικοκύρης κάποιες φορές έβγαζε το μπουκάκι του για φιλοδώρημα. Η συνηθισμένη αμοιβή των παιδιών δεν ήταν χρηματική, αλλά καρύδια, αμύγδαλα, φρούτα, κουραμπιέδες ή μεζές από τον χοίρο. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία που έλεγαν τα κάλαντα με τσαμπούνα και ντουμπάκι έπαιρναν περισσότερα χρήματα και τους κερνούσαν κρασί και μεζέ.

Την τελευταία μέρα του έτους, οι Ναξιώτες πίστευαν ότι πρέπει να έχουν ξεπληρώσει όλα τα χρέη που τυχόν όφειλαν. Οι νοικοκυρές έφτιαχναν τη βασιλόπιτα, ενώ τα μεσάνυχτα έβαζαν το χριστόψωμο που προαναφέραμε στο παχνί των ζώων. Την Πρωτοχρονιά μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας και πριν το μεσημεριανό εορταστικό τραπέζι, έκοβαν τη βασιλόπιτα σύμφωνα με το γνωστό τυπικό που ακολουθούμε και σήμερα. Φαγητό της ημέρας ήταν στην αρχή η βραστή όρνιθα και ακολουθούσε το ψητό χοιρινό. Στα νεώτερα χρόνια το ποδαρικό της Πρωτοχρονιάς είχε ιδιαίτερη σημασία, γι’ αυτό και όλα τα σπίτια ήταν κλειστά και αποφεύγονταν οι επισκέψεις. Έθιμο της ημέρας αυτής στο Γλινάδο ήταν η καληστρήνα, το χρηματικό δώρο που οι νονοί, αλλά και οι συγγενείς προσέφεραν στα βαφτιστήρια και ανίψια τους αντίστοιχα.

Κατά τα Θεοφάνεια, ο παπάς του χωριού, αφού έκανε τον αγιασμό στην εκκλησία, γύριζε όλο το χωριό αγιάζοντας τα πηγάδια, έτσι ώστε να μπορούν να πίνουν καθαρό νερό καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Τα μεσάνυχτα των Θεοφανείων, οι κοπέλες στο Γλινάδο παρατηρούσαν τον ουρανό και λέγοντας κάποια λόγια, μπορούσαν να καταλάβουν αν θα έπαιρναν τα παλικάρια που ήθελαν. Πίστευαν ότι οι ουρανοί εκείνη τη νύχτα ήταν ανοιχτοί και ο Θεός μπορούσε να τις ακούσει και να τους δώσει χάρη…

Το κείμενο αυτό αποτελεί απόσπασμα από ομιλία με θέμα «Στοιχεία από τον θρησκευτικό και υλικό βίο της Νάξου», που δόθηκε από τη γράφουσα στις 2 Μαΐου 2004, κατά την εκδήλωση του Πολιτιστικού Συλλόγου «Θάλασσα και Παράδοση»: «Νάξος: Ιστορία και πολιτισμός στο διάβα των αιώνων».

Πηγή: Φωτεινή Παντογνώστρα

Δείτε επίσης