H πρώτη εκδοχή του τραγουδιού ήταν ακουστική και κυκλοφόρησε το 1964. Ο Paul Simon και ο Art Garfunkel ηχογράφησαν την «αδύναμη» , όπως προέκυψε, πρώτη εκτέλεση του τραγουδιού η οποία περιλαμβάνεται στον δίσκο “Wednesday Morning, 3 A.M.”
O Paul Simon ξεκίνησε να γράφει τους στίχους του “The sound of silence” με αφορμή την δολοφονία του Τζον Κέννεντι, τον Νοέμβριο του 1963.
Hello darkness, my old friend
I’ve come to talk with you again
Because a vision softly creeping
Left its seeds while I was sleeping
And the vision that was planted in my brain
Still remains
Within the sound of silence
In restless dreams, I walked alone
Narrow streets of cobblestone
‘Neath the halo of a street lamp
I turned my collar to the cold and damp
When my eyes were stabbed by the flash of a neon light
That split the night
And touched the sound of silence
And in the naked light, I saw
Ten thousand people, maybe more
People talking without speaking
People hearing without listening
People writing songs that voices never shared
And no one dared
Disturb the sound of silence
“Fools” said I, “You do not know
Silence like a cancer grows
Hear my words that I might teach you
Take my arms that I might reach you”
But my words, like silent raindrops fell
And echoed in the wells of silence
And the people bowed and prayed
To the neon god they made
And the sign flashed out its warning
In the words that it was forming
Then the sign said, “The words on the prophets are written on the subway walls
In tenement halls”
And whispered in the sound of silence
Ο ίδιος σε συνέντευξή του, μετά την κυκλοφορία του τραγουδιού, έχει πει πως κλείνονταν με την κιθάρα του στο μπάνιο, στα σκοτεινά με τις ώρες, γιατί τα πλακάκια στον τοίχο δημιουργούσαν μια πολύ ωραία αντήχηση αφήνοντας παράλληλα το νερό να τρέχει, κάτι το οποίο τον καθησύχαζε και τον ηρεμούσε.
Το τραγούδι δεν γράφτηκε αμέσως, καθώς ο Simon έγραφε, σύμφωνα με υπολογισμούς που έκανε ο ίδιος, ένα στίχο την ημέρα. Έτσι πήρε αρκετό χρόνο μέχρι το τραγούδι να ολοκληρωθεί. Ήταν μόλις 21 ετών.
Το ”Sound of silence” στην ακουστική του εκδοχή δεν τα πήγε και τόσο καλά. Ναι μεν ήταν ενταγμένο στα live του μουσικού δίδυμου στα κλαμπ που εμφανίζονταν, ωστόσο ο δίσκος πάτωσε για τα καλά. Έτσι οι Simon&Garfunkel αποφάσισαν να διαλύσουν το μουσικό σχήμα, τρομερά απογοητευμένοι από την τροπή που πήραν τα πράγματα.
Ευτυχώς όμως, ο από μηχανής θεός-όπως αποδείχθηκε- Tom Wilson παραγωγός της Columbia διέθετε το μουσικό κριτήριο και την εμπειρία ν’ αλλάξει την πορεία του τραγουδιού. Έχοντας ήδη την εμπειρία και τη γνώση με την στροφή του Bob Dylan από την folk στον ηλεκτρικό ήχο, αποφάσισε -χωρίς να το γνωρίζει ο Paul Simon-να μιξάρει εκ νέου το κομμάτι, χρησιμοποιώντας ηλεκτρική κιθάρα, δίνοντάς του την δυναμική που έλειπε στην ακουστική εκδοχή.
Το τραγούδι στη νέα του εκδοχή κυκλοφορεί σε single τον Σεπτέμβριο του 1965 και ξεκινά την ανοδική πορεία του στα charts. Την Πρωτοχρονιά του 1966 βρίσκεται στην 1η θέση του αμερικανικού chart Billboard Hot 100, το μουσικό δίδυμο ξανασμίγει, το 1966 ηχογραφεί τον δίσκο “The sound of silence” και το τραγούδι αρχίσει να κατακτά τη μια χώρα μετά την άλλη φτάνοντας στην Ευρώπη και την Ιαπωνία.
Το 2013, το The sound of silence καταχωρείται στο National Recording Registry της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου, καθώς θεωρείται «πολιτισμικά, ιστορικά, και αισθητικά σημαντικό», μαζί με τον υπόλοιπο ομότιτλο δίσκο.
Το συγκεκριμένο τραγούδι «έντυσε» την ταινία «Ο Πρωτάρης» του Μάικ Νίκολς, όπως και το «Mrs. Robinson» που γράφτηκε ειδικά γι’ αυτήν την ταινία.
Το sound of silence έχει γνωρίσει πολλές διασκευές, απ’ τις οποίες ξεχωρίζει εκείνη των Disturbed στο άλμπουμ “Immortalized” που κυκλοφόρησε το 2015, ως μια από τις πλέον δυνατές.