Αναμφιβόλως είναι η λέξη που ακούστηκε περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά τη φετινή θερινή σεζόν. Πυροδότησε συζητήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ειπώθηκε από θεσμικούς, επαγγελματίες, αφιερώθηκαν άρθρα στη “χάρη” του. Υπάρχουν εκείνοι που κατανοούν πλήρως τι σημαίνει και τί προκαλεί, υπάρχουν και οι άλλοι που θεωρούν πως όταν “βουλιάζει από κόσμο” ένας τουριστικός προορισμός πρέπει να κάνουμε τούμπες το λιγότερο, απ’ τη χαρά μας, γιατί είμαστε τυχεροί, αφού βγήκαν “πολλά λεφτά”.
Οι τελευταίοι είναι συνήθως εκείνοι που μάλλον έχουν άγνοια για το θέμα, είτε προσποιούνται πως έχουν για δικούς τους πολύ προσωπικούς λόγους. Βασική προϋπόθεση βέβαια είναι πρωτίστως να έχει κατανοήσει πλήρως κανείς τι σημαίνει “τουρισμός”, αλλά όταν το πράγμα πηγαίνει μόνο του στον αυτόματο, μπαίνεις στο χορό. Και λάθος να κάνεις σε κάποια “βήματα”, δεν πειράζει, αφού κόσμος υπάρχει για να έρθει, θα υπάρχει και διόρθωση του σφάλματος. Κι αυτό συνεχίζεται συνηθίζοντας τα σφάλματα.
Δεν είναι όμως όλα τα σφάλματα τέτοια που να διορθώνονται και ο υπερτουρισμός είναι ένα σφάλμα που μπορεί να διαλύσει έναν προορισμό ποικιλοτρόπως, διαλύοντας ακόμα και την ίδια την τοπική οικονομία και κοινωνία ανεπιστρεπτί. Τα παραδείγματα πολλά σε χώρες που πλέον η κατάσταση έχει ξεφύγει εντελώς, όπως στην Ισπανία για παράδειγμα. Οι κάτοικοι βγήκαν στους δρόμους στην Βαρκελώνη, στα Κανάρια και αλλού, γιατί η ζωή τους έχει γίνει κόλαση λόγω του υπερτουρισμού. Στην πραγματικότητα δεν έχουμε αντιληφθεί (ή προσποιούμαστε πως δεν) πως ο υπερτουρισμός είναι εχθρός του τουρισμού.
Πριν λίγες μέρες οδηγώντας στους φρακαρισμένους από την κίνηση δρόμους του νησιού εξηγούσα στο συνοδηγό μου με σκωπτική διάθεση την απλοϊκή σκέψη που έκαναν οι άνθρωποι που δραστηριοποιούνταν στο τουρισμό βλέποντας την αδόμητη έκταση της Νάξου: “Έχει εδώ να χτίσει πράμα κανείς…χώρος όσος θες!” θαρρείς πως μπορούσε να χτιστεί όλο το νησί και να μην υπάρξει το παραμικρό πρόβλημα. Την δεκαετία του ’90 δεν είχα φανταστεί τι πρόκειται να συμβεί στις Κυκλάδες τις επόμενες δεκαετίες, όχι σ’ αυτό το μέγεθος τουλάχιστον. Γεννημένη σ’ ένα νησί με ισχυρό πρωτογενή τομέα δεν περίμενα ποτέ πως θα ζούμε και θ’ αναπνέουμε οικονομικά μόνο από ένα τόσο ασταθές και ευαίσθητο προϊόν όπως ο τουρισμός, ούτε σαν νησί, ούτε σαν χώρα. Το πιο παράδοξο είναι πως η κρίση του κορονοϊού δεν φαίνεται να δίδαξε και πολλά όσον αφορά τον τουρισμό. Μέχρι στιγμής ούτε και η κλιματική αλλαγή τα έχει καταφέρει κι είμαστε ακόμα στην αρχή με την λειψυδρία να είναι ασφυκτικά παρούσα.
Διαβάστε σχετικά:
.
.
Τί συμβαίνει στη Νάξο;
Ο Αλέξανδρος Φραντζέσκος είναι ξενοδόχος με σπουδές στην Διοίκηση Επιχειρήσεων και στο τουριστικό και ξενοδοχειακό management. Δραστηριοποιείται επαγγελματικά στον τουρισμό από το 1998 ως ιδιοκτήτης μικρών ξενοδοχειακών και τουριστικών μονάδων, ενώ έχει διατελέσει αντιπρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Νάξου, πρόεδρος της πολιτιστικής ομάδας «Ανάδραση» και δύο φορές τακτικό μέλος του πολιτιστικού οργανισμού του Δήμου Νάξου και της επιτροπής τουριστικής ανάπτυξης του Δήμου Νάξου και μικρών Κυκλάδων.
Τι λέει για τον υπερτουρισμό;
Γράφει ο ίδιος σε ανάρτησή του:
Έχω ακούσει επανειλημμένα τον τελευταίο καιρό από εκπροσώπους τουριστικών φορέων απόψεις για τον υπερτουρισμό που φανερώνουν, αν μη τι άλλο, άγνοια ή εθελοτυφλία!
Ο υπερτουρισμός δεν κρίνεται απλώς από το μέγεθος του αδόμητου χώρου, όπως συχνά παραπλανητικά προβάλλεται ή όπως “βολεύει αρκετούς” να ερμηνεύουν με άγνοια γνώσης και φυσικά με άγνοια κινδύνου. Αυτοί, εκτός από τα πόδια τους, πυροβολούν και το μέλλον του ποιοτικού (βιώσιμου) τουρισμού, με ανυπολόγιστες μακροπρόθεσμες συνέπειες για τον προορισμό και την τοπική κοινωνία.
Στην επιστήμη του τουρισμού, ο υπερτουρισμός προσδιορίζεται ποσοτικά από την υπέρβαση της φυσικής φέρουσας ικανότητας ενός τόπου, ενώ ποιοτικά εκφράζεται μέσα από τη διάβρωση της πολιτισμικής και κοινωνικής βιωσιμότητας. Στη Νάξο, δυστυχώς, συμβαίνουν και τα δύο! Η λειψυδρία αποτελεί ένα από τα πιο βροντερά παραδείγματα αυτής της κατάστασης, καθώς έχει φτάσει σε κρίσιμα επίπεδα, απειλώντας όχι μόνο την καθημερινή ζωή των κατοίκων αλλά και τη βιωσιμότητα της γεωργικής γης και άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων.
Η φέρουσα ικανότητα των υδάτινων πόρων είναι εξαντλημένη. Σε αυτό το φαινόμενο συμβάλλουν δύο βασικοί παράγοντες:
Η αυξημένη ανομβρία, ως μέρος της φυσικής φέρουσας ικανότητας του τόπου, και η υπεράντληση όλων των υδάτινων αποθεμάτων, από τον υδροφόρο ορίζοντα μέχρι και τα ανώτερα επίγεια αποθέματα (φράγματα κ.ά.), λόγω της υπερβολικής τουριστικής ζήτησης και της ανεξέλεγκτης ανάπτυξης της τουριστικής κίνησης.
Παράλληλα, υπάρχει και εξάντληση της ανθρωπογενούς φέρουσας ικανότητας, καθώς οι υπάρχουσες υποδομές και το ανθρώπινο δυναμικό δεν επαρκούν για να εξυπηρετήσουν τον αυξανόμενο αριθμό επισκεπτών.
Ο υπερτουρισμός δεν είναι μια μακρινή απειλή· είναι εδώ
Πολλοί πιστεύουν ότι με τη βελτίωση ή την επέκταση των υποδομών, ο υπερτουρισμός μπορεί να περιοριστεί. Αυτή η αντίληψη ανήκει σε εκείνους που, είτε από άγνοια είτε από ιδιοτέλεια, αγνοούν τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος. Όσο και αν επεκταθούμε στον αδόμητο χώρο, όσο και αν βελτιώσουμε τις υποδομές, η ανάπτυξη είναι περιορισμένη από το φυσικό περιβάλλον και τους πόρους του. Το να συνεχίσουμε να αγνοούμε αυτή την πραγματικότητα οδηγεί αναπόφευκτα στον κορεσμό και, σε βάθος δεκαετίας, στην απαξίωση του προορισμού.
Η αλυσίδα αυτή είναι γνωστή:
ΥΠΕΡΤΟΥΡΙΣΜΟΣ → ΚΟΡΕΣΜΟΣ → ΑΠΑΞΙΩΣΗ.
Αυτό το μονοπάτι περιλαμβάνει:
-Υποβάθμιση του προορισμού
-Μείωση της ζήτησης
-Υποτίμηση των τουριστικών προϊόντων
-Κρίση της τοπικής οικονομίας
-Εξάρτηση από εξωγενείς επενδύσεις, που συνήθως δεν σέβονται τον τοπικό χαρακτήρα.
Ο υπερτουρισμός δεν είναι μια σχετική έννοια που μπορεί να ερμηνεύεται κατά το δοκούν. Πρόκειται για έναν πραγματικό και επικίνδυνο παράγοντα καταστροφής όταν ξεπερνά τα φυσικά και κοινωνικά όρια αντοχής ενός τόπου.
Όταν ξεπερνά τα φυσικά και κοινωνικά όρια αντοχής ενός τόπου, μετατρέπεται σε δύναμη καταστροφής και όχι ανάπτυξης. Η ανάγκη για αυστηρούς κανόνες που θα προστατεύσουν τη φυσική φέρουσα ικανότητα και θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα των τοπικών κοινωνιών και της πολιτισμικής κληρονομιάς δεν είναι απλώς επείγουσα—είναι επιτακτική και αδιαπραγμάτευτη.
Δεν είναι μια μακρινή απειλή· είναι εδώ, χτυπάει την πόρτα της υποβάθμισης και του κορεσμού. Οι τοπικές νησιωτικές κοινωνίες δεν έχουν περιθώριο για εφησυχασμό. Πρέπει άμεσα να αφυπνιστούν, να ενημερωθούν, να προβληματιστούν σοβαρά και να απαιτήσουν με κάθε τρόπο από το κεντρικό κράτος την άμεση εφαρμογή των πολιτικών και στρατηγικών που υπαγορεύει το αειφορικό μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης.
Αν πραγματικά ενδιαφέρονται για το μέλλον τους, ο χρόνος για δράση είναι τώρα. Κάθε καθυστέρηση θα κοστίσει ανεπανόρθωτα, μετατρέποντας τα νησιά μας από ζωντανούς φυσικούς και πολιτισμικούς θησαυρούς σε άψυχες τουριστικές μηχανές, καταδικασμένες στην παρακμή.
Φωτογραφία: Cyclades Open