Καμπανάκι ύφεσης από την Παγκόσμια Τράπεζα

απο Cyclades Open

Η εκτίναξη των τιμών των τροφίμων, της ενέργειας, αλλά και των λιπασμάτων, ως συνέπεια του πολέμου στην Ουκρανία, μπορεί να οδηγήσει την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση, σύμφωνα με τον επικεφαλής της Παγκόσμιας Τράπεζας, Ντέιβιντ Μάλπας. Οι δηλώσεις του έρχονται να προστεθούν στις φωνές όσον προειδοποιούν για επιδείνωση και της επισιτιστικής κρίσης, που πλήττει τις φτωχότερες χώρες του πλανήτη.

Μιλώντας σε εκδήλωση του Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου στη Νέα Υόρκη, ο Ντέιβιντ Μάλπας θύμισε ότι η παγκόσμια οικονομία έχει ήδη δεχθεί σοβαρό πλήγμα από την πανδημία του κορονοϊού, αλλά και από τα lockdown που επιβάλλει το Πεκίνο για τον έλεγχο των κρουσμάτων στην Κίνα, και μετά τη ρωσική εισβολή και τον πόλεμο στην Ουκρανία είναι δύσκολο «να δούμε πώς θα αποφύγουμε την ύφεση».

Αναφερόμενος στον διαρκώς αυξανόμενο κίνδυνο να συρρικνωθεί η παγκόσμια οικονομία, είπε ότι και μόνη της «η ιδέα του διπλασιασμού των τιμών της ενέργειας είναι αρκετή για να πυροδοτήσει μια ύφεση από μόνη της».

Τον Απρίλιο, η Παγκόσμια Τράπεζα μείωσε τις προβλέψεις της για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη για το 2022 κατά σχεδόν ολόκληρη ποσοστιαία μονάδα, στο 3,2%.

Επισήμανε ότι πολλές ευρωπαϊκές χώρες εξακολουθούν να εξαρτώνται υπερβολικά από τη Ρωσία για να προμηθευτούν πετρέλαιο και φυσικό αέριο, ακόμη και όταν τα δυτικά έθνη καταστρώνουν σχέδια για να μειώσουν αυτή την εξάρτηση.

Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Παγκόσμιας Τράπεζας, οι κινήσεις της Ρωσίας να μειώσει τις προμήθειες φυσικού αερίου θα μπορούσαν να προκαλέσουν «σημαντική επιβράδυνση» στην περιοχή, ενώ οι υψηλότερες τιμές ενέργειας ήδη επιβαρύνουν τη Γερμανία, τη μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρώπη και τέταρτη μεγαλύτερη στον κόσμο.

Όσον αφορά τις αναπτυσσόμενες χώρες, επίσης πλήττονται από ελλείψεις λιπασμάτων, τροφίμων και ενέργειας, δυσχεραίνοντας τις ήδη μειωμένες δυνατότητές τους να ανταποκριθούν στις ανάγκες τους.

Ο Ντέιβιντ Μάλπας εξέφρασε σοβαρή ανησυχία για τα εφαρμοζόμενα lockdown σε μεγάλες πόλεις της Κίνας, όπως η Σανγκάη, που είναι διεθνής χρηματοοικονομικός, κατασκευαστικός και ναυτιλιακός κόμβος, επισημαίνοντας ότι «εξακολουθούν να έχουν επιπτώσεις ή επιπτώσεις επιβράδυνσης στον κόσμο».

Όπως εξήγησε, η Κίνα «διέρχονταν ήδη από κάποια κρίση στον τομέα των ακινήτων, επομένως οι προβλέψεις για την ανάπτυξη της Κίνας πριν από την εισβολή της Ρωσίας είχαν ήδη αμβλυνθεί σημαντικά για το 2022. Στη συνέχεια, οι εξάρσεις της νόσου Covid και τα lockdown που ακολούθησαν μείωσαν περαιτέρω τις προσδοκίες ανάπτυξης για την Κίνα».

Τι λέει το Πεκίνο

Στο μεταξύ, τους κινδύνους για την κινεζική οικονομία εμμέσως πλην σαφώς παραδέχθηκε ο πρωθυπουργός της χώρας, Λι Κετσιάνγκ, που δήλωσε ότι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο είχε πληγεί περισσότερο από τον τελευταίο γύρο καραντίνας από ό,τι στην αρχή της πανδημίας το 2020. Για τον λόγο αυτό ζήτησε περισσότερη δράση από τους αξιωματούχους για την επανεκκίνηση των εργοστασίων μετά τα lockdown. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, μεγάλα τμήματα της οικονομίας έχουν επηρεαστεί, από τους κατασκευαστές έως τους λιανοπωλητές.

«Η πρόοδος δεν είναι ικανοποιητική», είπε. «Ορισμένες επαρχίες αναφέρουν ότι μόνο το 30% των επιχειρήσεων άνοιξαν ξανά… η αναλογία πρέπει να αυξηθεί στο 80% μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα».

Μερικά ή πλήρη lockdown από τον Μάρτιο και τον Απρίλιο έχουν επιβληθεί σε δεκάδες κινεζικές πόλεις τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, με πιο σοβαρό τη μακράς διάρκειας επιβολή μέτρων στη Σανγκάη. Εκτός από την απότομη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας, τα μέτρα έχουν προκαλέσει σοβαρές αντιδράσεις.

Τις τελευταίες εβδομάδες, τα επίσημα στοιχεία έδειξαν ότι μεγάλα τμήματα της οικονομίας έχουν επηρεαστεί, από τους κατασκευαστές έως τους λιανοπωλητές.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

📸Christine Roy/Unsplash

Δείτε επίσης