Σχολεία: Αγιασμός στα σχολεία με 20.000 κενά εκπαιδευτικών

απο Cyclades Open

Λίγες μέρες απομένουν για το άνοιγμα των σχολείων. Τη Δευτέρα 11 του μήνα, λοιπόν, περίπου 1.366.000 μαθητές από την πρώτη μικρή του Νηπιαγωγείου μέχρι την τελευταία τάξη του Λυκείου και περίπου 165.000 (μόνιμοι και αναπληρωτές) εκπαιδευτικοί επιστρέφουν στα σχολεία της χώρας (οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί βρίσκονται ήδη στα σχολεία από την 1η Σεπτεμβρίου, ενώ οι αναπληρωτές θα αναλάβουν υπηρεσία στις 7 και 8 Σεπτεμβρίου).

Τις μέρες αυτές στασίδι σε όλες τις εκπομπές των καναλιών και των ραδιοφωνικών σταθμών έχει πιάσει η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας για να «διαλαλήσει» σε γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικούς τις ευχές της για «καλή σχολική χρονιά» και να πείσει ότι «η εκπαίδευση επιστρέφει στην κανονικότητα», «τα σχολεία θα ανοίξουν κανονικά με τους περισσότερους εκπαιδευτικούς των τελευταίων ετών» και «με καινοτομίες» να φάνε και οι κότες, θα συμπληρώναμε εμείς.

Ωστόσο για ποια καλή χρονιά μιλάει το υπουργείο Παιδείας, όταν στα σχολεία αρχίζει η εκπαιδευτική διαδικασία με μείον; Ναι, με μείον (-), καθώς χάσκουν 20.000 κενά εκπαιδευτικών πριν ακόμη αρχίσει το «ματς»! Μείον από τα «αποδυτήρια» δηλαδή. Σε 47.000 μετρημένα κενά ο Σεπτέμβριος θα κυλήσει με 28.000 αναπληρωτές! Βεβαίως το υπουργείο Παιδείας έχει εξαπολύσει ήδη τις δικαιολογίες, του ενώ τη σκυτάλη της επιχείρησης «αναποδογύρισμα της πραγματικότητας» αναλαμβάνουν εργολαβικά δημοσιογράφοι (της αυλής και της οθόνης), ξεσκονίζοντας τα γνωστά τους ρεφρέν και δίνοντας «τα ρέστα τους» στη διαστρέβλωση των συγκριτικών στοιχείων.

Σύμφωνα με δηλώσεις της υφυπουργού Παιδείας κ. Μιχαηλίδου, «τα κενά που έχουν εντοπιστεί σήμερα είναι γύρω στις 30.000», ενώ κάποιοι δαιμόνιοι δημοσιογράφοι ανακαλύπτουν ότι τα κενά στην εκπαίδευση, όταν υπάρχουν, οφείλονται στην κακοδιαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού. Οι παραπάνω, λοιπόν, συχνά επικαλούνται στοιχεία του ΟΟΣΑ και ούτε λίγο ούτε πολύ υποστηρίζουν, ανάμεσα σε άλλα, ότι η χώρα μας έχει τους περισσότερους εκπαιδευτικούς σε Δημοτικό και Γυμνάσιο ανά μαθητή μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΟΟΣΑ. Σύμφωνα με τη δική τους λογική, τα κενά υπάρχουν γιατί υπάρχει κακοδιαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού στην εκπαίδευση, εξαιτίας του ότι το υποχρεωτικό ωράριο κάθε καθηγητή εξαρτάται από τα χρόνια υπηρεσίας του, οπότε προσλαμβάνονται αναπληρωτές για τις ώρες που περισσεύουν! Σε άλλες περιπτώσεις ανακαλύπτουν ότι το πρόβλημα με τα κενά δημιουργεί η άρνηση που υπάρχει από μόνιμους εκπαιδευτικούς, που ζητούν να διδάσκουν το πολύ σε δύο σχολεία «για να έχουν τη… βολή τους», όπως χαρακτηριστικά επισημαίνουν.

Φυσικά, τόσο η συλλογιστική τους όσο και τα συμπεράσματά τους έρχονται σε ευθεία αντίθεση με την εκπαιδευτική πραγματικότητα των ασφυκτικά μεγάλων τμημάτων, των τραγικών ελλείψεων προσωπικού, του υπερβολικού και ολοένα αυξανόμενου φόρτου εργασίας.

Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ

Οσον αφορά τα στοιχεία του ΟΟΣΑ που συχνά παραθέτουν ορισμένοι, γελάνε και οι κιμωλίες. Είναι γνωστό ότι οι στατιστικές αναλύσεις του ΟΟΣΑ αποκαλύπτουν ένα μείζον θέμα εγκυρότητας καθώς για να βρουν την αναλογία εκπαιδευτικών-μαθητών απλώς κάνουν μια διαίρεση του συνολικού αριθμού των εκπαιδευτικών με τον συνολικό αριθμό των μαθητών, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εκπαίδευσης της χώρας μας με τα πάρα πολλά νησιά και απομακρυσμένα χωριά.

Οπως αποδεικνύει έρευνα του εκπαιδευτικού ερευνητή Γιάννη Βαρδαλαχάκη, η οποία παρουσιάστηκε σε εκπαιδευτικό συνέδριο του Κέντρου Μελέτης και Τεκμηρίωσης (ΚΕΜΕΤΕ) της ΟΛΜΕ, οι μαθητές που αντιστοιχούν σε κάθε Ελληνα εκπαιδευτικό είναι πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, παρά την ιδιαίτερη γεωγραφική μορφολογία της χώρας και παρά την ουσιαστική ανυπαρξία οποιουδήποτε επικουρικού προσωπικού (εκπαιδευτικού ή ειδικού επιστημονικού προσωπικού, γραμματειακής υποστήριξης κ.ά.).

Η Ελλάδα, σε αντίθεση με άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, έχει ένα μεγάλο νησιωτικό σύμπλεγμα όπου –ακόμη κι όταν υπάρχουν λίγοι μαθητές– θα πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχουν σχολεία και εκπαιδευτικοί για να μαθαίνουν τα παιδιά γράμματα (αν και αυτό αμφισβητείται κάποιες φορές από το ΥΠΑΙΘ). Με λίγα λόγια, η έκθεση δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη παράγοντες όπως, π.χ., το γεωγραφικό ανάγλυφο της χώρας (80% του εδάφους χαρακτηρίζεται ορεινό, ενώ παράλληλα υπάρχουν 165 κατοικούμενα νησιά) και η ύπαρξη ολιγοθέσιων σχολείων ανά την επικράτεια, που καλύπτουν τις μορφωτικές ανάγκες δυσπρόσιτων και παραμεθόριων περιοχών. Ειδικά για την αναλογία μαθητών ανά εκπαιδευτικό με τη μέθοδο της άθροισης όλου του μαθητικού δυναμικού και της διαίρεσής του με το σύνολο των εκπαιδευτικών όλων των ειδικοτήτων, είναι λανθασμένη και ξένη προς τη στατιστική επιστήμη.

Οι παραχαράξεις του ΟΟΣΑ έχουν αξιοποιηθεί πολλαπλώς για να αιτιολογηθούν οι αντιεκπαιδευτικές πολιτικές των τελευταίων ετών (αυξήσεις ωραρίου, περικοπές μαθημάτων από το ωρολόγιο πρόγραμμα, συγχωνεύσεις και καταργήσεις τμημάτων, τομέων και σχολικών μονάδων). Στο πλαίσιο αυτής της «αθώας» συλλογιστικής-διάγνωσης, που ειρήσθω εν παρόδω αποτελεί την πιο γλυκιά νεοφιλελεύθερη «καραμέλα» όλων των υπουργών Παιδείας της τελευταίας 12ετίας (από την Α. Διαμαντοπούλου έως τον Κ. Αρβανιτόπουλο και από τον Α. Λοβέρδο έως τη Ν. Κεραμέως), έρχεται σαν ώριμο φρούτο η θεραπευτική αγωγή των «ειδικών» μας: «Στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, η αναλογία μαθητών-εκπαιδευτικών είναι σκόπιμο να συγκλίνει με τον μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε.

Στην κατεύθυνση αυτή μπορεί να συμβάλει η σύγκλιση του διδακτικού και εργασιακού ωραρίου των εκπαιδευτικών, η αναδιάρθρωση του ημερήσιου ωραρίου λειτουργίας και των ωρολογίων προγραμμάτων των σχολείων καθώς και η αύξηση του μεγέθους των τάξεων (με αύξηση του ελάχιστου αριθμού μαθητών ανά τάξη). Επιπλέον, είναι απαραίτητη η προώθηση συγχωνεύσεων σχολείων και η δημιουργία μεγαλύτερων εκπαιδευτικών μονάδων» (έκθεση Πισσαρίδη).

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

📸 lil_foot_/Pixabay

Δείτε επίσης