Ο Τουρισμός περνάει από το στομάχι!

Λένια Παπαδοπούλου-Κελίδου

απο Cyclades Open

Ελληνικό Πρωινό – Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο

Αναπόσπαστος κλάδος του τουρισμού είναι ο αγροδιατροφικός τομέας ή αλλιώς ο πρωτογενής και δευτερογενής τομέας παραγωγής τροφίμων. Μία από τις τελευταίες τάσεις του τουρισμού περιλαμβάνει τον όρο «φαγητό» και ονομάζεται «food tourism».

Μήπως όμως το φαγητό δεν είναι απλά άλλη μία τάση στον τουρισμό αλλά ένας βασικός κοινός μοχλός ανάπτυξης της παραγωγής-εξαγωγής τροφίμων και του τουρισμού;

Συνδέονται άραγε αποτελεσματικά οι δυο αυτές βιομηχανίες;

Πώς μπορούν να διαπραγματευτούν οι δύο αυτοί κλάδοι επιτυγχάνοντας win-win αποτέλεσμα;

Ο τουρισμός εξ ορισμού περιλαμβάνει πλήθος κλάδων όπως τον κλάδο των αερομεταφορών, της κρουαζιέρας, του yachting, των ξενοδοχείων, των καταλυμάτων εστίασης κτλ.  Το φαγητό στον τουρισμό δεν είναι απλά μία ακόμη παρεχόμενη υπηρεσία. Αποτελεί μέρος της εταιρικής ταυτότητας και μπορεί να αξιοποιηθεί ως μέσο διαφοροποίησης του τουριστικού προϊόντος.  Τα τοπικά προϊόντα και η τοπική γαστρονομία αναδεικνύουν τόσο έναν προορισμό όσο και μία ξενοδοχειακή επιχείρηση.

Η αύξηση του πληθωρισμού σε συνδυασμό με τις αυξημένες τιμές ενέργειες έχει αυξήσει σημαντικά το κόστος παραγωγής και μεταφοράς τροφίμων το οποίο συμπαρασύρει το λειτουργικό κόστος των ξενοδοχειακών μονάδων αντίστοιχα.  Ο πόλεμος Ουκρανίας-Ρωσίας οδήγησε σε αύξηση 81%  της τιμής του φυσικού αερίου, 74% αύξηση στον ηλεκτρισμό, 55% αύξηση στην τιμή πετρελαίου και 13% αύξηση στην τιμή των τροφίμων.  Αν αναλογιστεί κανείς ότι το 60-70% των προμηθειών ξενοδοχείων αφορούν σε τρόφιμα κα ποτά γίνεται αντιληπτό πόσο σημαντική είναι η αύξηση του λειτουργικού κόστους.  Η αντίστοιχη μείωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών εξαιτίας του πληθωρισμού θέτει σε κίνδυνο τη λειτουργία ξενοδοχειακών μονάδων μικρομεσαίας κατηγορίας που απευθύνονται κυρίως στη μέση τάξη.

Ο πρωτογενής τομέας αγροδιατροφής καλύπτει μόλις το 4% του ΑΕΠ, ο δευτερογενής το 10% σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες ενώ ο τουριστικός κλάδος το 32% του ΑΕΠ.  Παρόλο που το «τρόφιμο» συμπεριλαμβάνεται στον τουρισμό και αποτελεί είδος «θεματικού/εναλλακτικού τουρισμού» φαίνεται να μην έχει επηρεάσει την επιχειρηματική κουλτούρα του αγροδιατροφικού πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα.

Οι παραγωγοί -μεταποιητές τροφίμων μοιάζουν να λειτουργούν αποσπασμένοι από τον τουριστικό κλάδο.  Οι υψηλοί τζίροι των εξαγωγών τροφίμων μπορεί να είναι μία εξήγηση για αυτό όταν συγκριθούν με τους μικρούς τζίρους που προέρχονται από την προμήθεια τροφίμων σε καταλύματα διαμονής.  Θα μπορούσε όμως να υπάρξει και μία διαφορετική, συμπληρωματική και όχι υποκατάσταση προσέγγιση.  Τα καταλύματα διαμονής μπορούν να είναι το όχημα «σύστασης» ελληνικών προϊόντων στο εξωτερικό και αύξησης εξαγωγών.  H “δωρεάν» δοκιμή πιστοποιημένων ελληνικών προϊόντων στο πρωινό μπορεί αν είναι ο δειγματισμός (testing) των προϊόντων και μέρος του μάρκετινγκ των παραγωγών-μεταποιητών.  Αυτή η προσέγγιση μετατρέπει τους παραγωγούς- μεταποιητές σε «πρέσβεις» (ambassadors) της ελληνικής γαστρονομίας και συνδημιουργούς (co-creators) της εταιρικής ταυτότητας  ξενοδοχείων και προορισμών.  Αντίστοιχα, τα ξενοδοχεία μετατρέπονται σε οχήματα παρουσίασης και προώθησης ελληνικών προϊόντων στο εξωτερικό.  Η αντίληψη της αλληλεξάρτησης των δύο κλάδων μπορεί να αλλάξει τον τρόπο λειτουργίας και των δύο και να δημιουργήσει ποικιλία συνεργασιών και καινοτομίας σε προϊόντα και υπηρεσίες με αμοιβαίο όφελος.

O ξενοδοχειακός κλάδος οφείλει να ενσωματώσει την ελληνική γαστρονομία στην εταιρική του ταυτότητα ως μέσο διαφοροποίησης του τουριστικού προϊόντος.  Η προμήθεια τοπικών προϊόντων διατροφής μειώνει τον χρόνο και κ το κόστος προμήθειας.  Αρκετές ξενοδοχειακές μονάδες επιλέγουν όμως την εισαγωγή οικονομικότερων προϊόντων.

Η σύνδεση της παραγωγής-μεταποίησης τροφίμων με τον τουρισμό απαιτεί συνέργειες.  Η στρατηγική συνεργασία και συμμαχία ξενοδοχείων με σκοπό την καλύτερη διαπραγμάτευση με τοπικούς παραγωγούς – μεταποιητές και την επίτευξη καλύτερων τιμών αγοράς μπορεί να επιτευχθεί και να συμπεριλάβει και στρατηγικές συνεργασίες.  Οι δύο πλευρές έχουν κοινό συμφέρον να συνεργαστούν και όχι απλά για να μοιράσουν την «πίτα της αγοράς», αλλά για να μεγαλώσουν την πίτα αυξάνοντας τις εξαγωγές και την τουριστική ζήτηση.  Άλλωστε η τέχνη της διαπραγμάτευσης αφορά στη συνεργασία των εμπλεκόμενων μερών προκειμένου να μεγαλώσει η «πίτα της αγοράς».  Η προώθηση προϊόντων φαγητού μέσα από τον τουρισμό, μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των εξαγωγών.  Αντίστοιχα το φαγητό μπορεί να δώσει μεγαλύτερη αξία και ποιότητα στο τουριστικό προϊόν αυξάνοντας την τουριστική ζήτηση και το value for money οδηγώντας σε αποτελεσματικότερη λειτουργία του ξενοδοχειακού κλάδου και όχι μόνο.  Το φαγητό περιλαμβάνεται στο yachting, στις αερομεταφορές, στην κρουαζιέρα κτλ.  Η κοινή προσέγγιση του τρόφιμου από τους δύο κλάδους (παραγωγή-μεταποίηση και τουρισμός) προάγει επίσης την βιωσιμότητα και την αειφόρο ανάπτυξη.  Η βιωσιμότητα δεν έγκειται μόνο στην βιώσιμη παραγωγική-μεταποιητική διαδικασία τροφίμων με χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, αλλά και στην προώθηση της ευημερίας των καταναλωτών (well-being), την προαγωγή της κοινωνικής βιωσιμότητας δημιουργώντας θέσεις εργασίας στην παραγωγή-μεταποίηση τροφίμων και στις υπηρεσίες εστίασης του τουριστικού κλάδου και στην προώθηση του πολιτισμού μέσα από τη γαστρονομία.

Μην ξεχνάμε ότι τουρισμός σημαίνει γεύσεις, αρώματα, εικόνες, αναμνήσεις και εμπειρίες.  Ακόμη και στην Αρχαία Ελλάδα το φαγητό ήταν αναπόσπαστο μέρος της φιλοξενίας.  Επιτυχημένες πρωτοβουλίες όπως το «Ελληνικό Πρωινό», το «Καλάθι του πρωινού», το «WeDoLocal», «Οι Δρόμοι του Κρασιού» ανοίγουν τον δρόμο της συνεργασίας των δύο κλάδων.  Αυτό δεν συνεπάγεται “αφορισματική” στάση σε ξένα προϊόντα, αλλά ενδυνάμωση της παρουσίας ελληνικών τοπικών πιστοποιημένων προϊόντων στην ελληνική φιλοξενία και τον ελληνικό τουρισμό.

Ο Καζαντζάκης είπε πως «Κάθε τέλειος ταξιδευτής δημιουργεί τη χώρα στην οποία ταξιδεύει».  Ως οικοδεσπότες, ας δημιουργήσουμε όλοι μαζί το περιβάλλον που θα υποδεχτεί τους ταξιδευτές και θα τους χαρίσει εμπειρίες και ευχάριστες αναμνήσεις μέσα από προϊόντα τοπικής εγχώριας παραγωγής.

[*] Η Λένια Παπαδοπούλου-Κελίδου είναι Διδάκτορας Διαπραγματεύσεων στον Τουρισμό του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Λέκτορας στο CITY College York University Europe Campus και πιστοποιημένη εκπαιδεύτρια στο ΙΝΣΕΤΕ.

Πηγή: Money & Tourism

Δείτε επίσης