Ανατιμήσεις: Κόβουν τις «ακριβές» συνήθειες οι καταναλωτές

Δήμητρα Μανιφάβα/Money Review

απο Cyclades Open

«Μαχαίρι» στις δαπάνες για ακριβότερα τρόφιμα, όπως είναι τα βιολογικά, τα λειτουργικά, αλλά και σε συμπληρώματα διατροφής, προϊόντα που είχαν σημειώσει πολύ μεγάλη αύξηση πωλήσεων όταν ξέσπασε η πανδημία, σε μια προσπάθεια των καταναλωτών να ενισχύσουν το ανοσοποιητικό τους σύστημα, βάζουν τα ελληνικά νοικοκυριά. Τα ράφια των σούπερ μάρκετ με τα προϊόντα αυτά αδειάζουν πλέον πολύ αραιά, καθώς τα προϊόντα δεν προτιμώνται πλέον από μεγάλο μέρος των καταναλωτών – πέραν αυτών που ήταν και προ πανδημίας μόνιμοι αγοραστές. To φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό, παρατηρείται και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Γερμανία, όπου οι πωλήσεις των βιολογικών προϊόντων σημειώνουν, όπως επισημαίνουν ερευνητές της αγοράς, κατακόρυφη μείωση.

Η εξέλιξη αυτή προκαλεί προβληματισμό στη βιομηχανία τροφίμων και δεν λείπουν οι περιπτώσεις εταιρειών του κλάδου που σκέφτονται να αναθεωρήσουν τον επενδυτικό σχεδιασμό τους και να «παγώσουν» τα σχέδιά τους για την παραγωγή κάποιων προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας (premium). Υπάρχει άλλωστε πίεση και από την πλευρά των σούπερ μάρκετ να μειωθούν οι εν λόγω κωδικοί και όσοι γενικώς δεν παρουσιάζουν μεγάλη εμπορευσιμότητα.

Και εάν η μείωση της κατανάλωσης ακριβότερων προϊόντων θεωρείται εν πολλοίς αναμενόμενη αντίδραση στο κύμα ακρίβειας που ροκανίζει το διαθέσιμο προς κατανάλωση εισόδημα, δεν είναι το ίδιο αναμενόμενη η κατακόρυφη πτώση της κατανάλωσης γαλακτοκομικών προϊόντων, προϊόντων δηλαδή που συγκαταλέγονται στα βασικότερα συστατικά της καθημερινής διατροφής. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας ερευνών αγοράς που παρουσιάζει σήμερα η «Καθημερινή», το α΄ τρίμηνο του 2022 ο όγκος πωλήσεων των γαλακτοκομικών προϊόντων από το κανάλι του σούπερ μάρκετ υποχώρησε κατά 7,4%, ενώ σε επίπεδο αξίας πωλήσεων η πτώση για την κατηγορία ήταν 4,1%. Η τόσο μεγάλη μείωση όγκου πωλήσεων μας πάει πίσω στο 2009, στην έναρξη της οικονομικής κρίσης, όταν οι πωλήσεις των γαλακτοκομικών υποχωρούσαν κατά 8%, πυροδοτώντας τότε έναν ανηλεή «πόλεμο τιμών» από τις εταιρείες του κλάδου, με τη Vivartia να είναι αυτή που τον ξεκίνησε.

Μείωση πωλήσεων καταγράφεται ακόμη και στις πλέον ανθεκτικές στις κρίσεις κατηγορίες, αυτή των σνακ και των κατεψυγμένων τροφίμων, η οποία διαμορφώθηκε σε 1,8% και 5,5%, αντιστοίχως. Στα μεν σνακ η πτώση των πωλήσεων συνδέεται με τη μείωση των λεγόμενων «αυθόρμητων αγορών», καθώς οι καταναλωτές ακολουθούν ολοένα και πιο πιστά τη λίστα αγορών με τα αναγκαία, την οποία έχουν καταρτίσει πριν περάσουν την πόρτα του σούπερ μάρκετ. Η μείωση του όγκου πωλήσεων στα κατεψυγμένα τρόφιμα είναι ίσως ακόμη πιο ενδιαφέρουσα: πρόκειται για μια κατηγορία που ξεκίνησε να είναι έντονα ανοδική το καλοκαίρι του 2015 με την επιβολή των capital controls και διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα. Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι η υποχώρηση του όγκου πωλήσεων της εν λόγω κατηγορίας δείχνει ότι, σε αντίθεση με άλλους λαούς στην Ευρώπη, οι καταναλωτές στην Ελλάδα αυτή τη φορά, με το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, δεν έσπευσαν να αποθεματοποιήσουν τρόφιμα.

Η μεγαλύτερη μείωση όγκου πωλήσεων, 16,9%, καταγράφεται στην κατηγορία των αλκοολούχων ποτών. Σε σημαντικό βαθμό η μείωση αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι, σε αντίθεση με το α΄ τρίμηνο του 2021, το α΄ τρίμηνο του 2022 οι επιχειρήσεις εστίασης ήταν ανοιχτές και η κατανάλωση αλκοόλ γίνεται κυρίως εκεί.

Πάνω από δύο μισθούς κοστίζουν οι ανατιμήσεις για μια τετραμελή οικογένεια

Τουλάχιστον 215 ευρώ τον μήνα ή 2.580 ευρώ ετησίως είναι η επιβάρυνση –και μάλιστα με συντηρητικούς υπολογισμούς– για μια τετραμελή οικογένεια (ζευγάρι με δύο ανήλικα παιδιά) από το κύμα ανατιμήσεων σχεδόν στο σύνολο των προϊόντων και υπηρεσιών. Η μεγαλύτερη επιβάρυνση προκύπτει από τις αυξημένες δαπάνες για την αγορά τροφίμων, για την πληρωμή των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος, για πετρέλαιο θέρμανσης, αλλά και για τις μεταφορές. Συγκεκριμένα, η επιβάρυνση μόνο από αυτές τις τέσσερις κατηγορίες δαπανών υπολογίζεται σε 157 ευρώ.

Για να αντιληφθεί ίσως κάποιος καλύτερα το μέγεθος της επιβάρυνσης, αρκεί ίσως να πούμε ότι τα 2.580 ευρώ αντιστοιχούν σε περισσότερο από δύο μέσους μισθούς πλήρους απασχόλησης (σ.σ. ο μέσος μισθός για το σύνολο των επιχειρήσεων υπολογίζεται σε 1.143,5 ευρώ σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΦΚΑ).

Για τρίτεκνη οικογένεια ο λογαριασμός μόνο για τα τρόφιμα ανεβαίνει στα 536 ευρώ από 483 ευρώ ένα χρόνο πριν, ενώ ο λογαριασμός του ηλεκτρικού ρεύματος φτάνει τα 170 ευρώ τον μήνα από 90 ευρώ ένα χρόνο πριν. Και αυτό υπό την προϋπόθεση ότι το νοικοκυριό δεν καταναλώνει ηλεκτρικό ρεύμα για τη θέρμανση της κατοικίας του.

Περίπου το 45% του μηνιαίου εισοδήματός του μόνο για την αγορά τροφίμων και την πληρωμή του ηλεκτρικού ρεύματος θα πρέπει να διαθέτει ένας συνταξιούχος που βγήκε τώρα στη σύνταξη και μένει μόνος του. Η εν λόγω δαπάνη φτάνει τα 194 ευρώ, όταν η μέση σύνταξη του ΕΦΚΑ (για τις νέες συντάξεις) δεν ξεπερνά τα 650 ευρώ. Ετσι και αλλιώς, σχεδόν οι μισοί συνταξιούχοι, και συγκεκριμένα το 45,3%, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, έχουν κύρια σύνταξη 700 ευρώ μεικτά (ποσό που αντιστοιχεί σε 658 καθαρά). Η επιβάρυνση από την αύξηση των τιμών στο ηλεκτρικό ρεύμα υπολογίζεται σε 42 ευρώ, οδηγώντας σχεδόν σε διπλασιασμό της μηνιαίας δαπάνης.

Γενικότερα τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα είναι αυτά που πλήττονται περισσότερο από τις ανατιμήσεις, καθώς στην πραγματικότητα τα αυξημένα ποσά που καλούνται να πληρώσουν για την κάλυψη βασικών αναγκών μπορεί να υπερβαίνουν το εισόδημά τους. 
Ενα νοικοκυριό που βρίσκεται στη χαμηλότερη εισοδηματική κατηγορία, δηλαδή με μηνιαίο εισόδημα έως 750 ευρώ, βλέπει ότι για να προμηθευτεί αυτά που αγόραζε ένα χρόνο πριν θα πρέπει να πληρώσει 918 ευρώ.

Στροφή στα φθηνά προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας

Η εγκατάλειψη των ακριβών επιλογών οδηγεί αναγκαστικά ολοένα και μεγαλύτερο μέρος των καταναλωτών στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Το μερίδιό τους μήνα με τον μήνα αυξάνεται και σήμερα βρίσκεται στα επίπεδα που βρισκόταν το 2011, σε μια χρονιά ιδιαίτερα δύσκολη για τα νοικοκυριά, λόγω της μείωσης μισθών και της αυξημένης ανεργίας. Σύμφωνα με στοιχεία της IRI, ενώ ο τζίρος συνολικά των σούπερ μάρκετ υποχώρησε το α΄ τρίμηνο του 2022 κατά 1,1% ή κατά 22 εκατ. ευρώ (στα 2,051 δισ. ευρώ από 2,073 δισ. ευρώ το α΄ τρίμηνο του 2021), ο τζίρος των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας αυξήθηκε κατά 5,4% και το μερίδιό τους διαμορφώθηκε σε 16,4% από 14,8% το 2021.

Η στροφή προς τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας γίνεται για έναν πρόσθετο λόγο: τη μείωση των προωθητικών ενεργειών, προκειμένου να μη συμπιεστούν περαιτέρω τα περιθώρια κέρδους προμηθευτών και λιανεμπόρων. Συνολικά το α΄ τρίμηνο οι πωλήσεις από προωθητικές ενέργειες διαμορφώθηκαν στο 25,1% των συνολικών πωλήσεων από 26% πέρυσι. Η μεγαλύτερη μείωση προωθητικών ενεργειών, 3,6 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με πέρυσι, παρατηρείται στην κατηγορία των ειδών νοικοκυριού και των απορρυπαντικών, ενώ η μείωση στα είδη ατομικής φροντίδας και ομορφιάς είναι 3,2 ποσοστιαίες μονάδες. Ποιοι κάνουν προωθητικές ενέργειες τώρα; Οπως επισημαίνουν παράγοντες του κλάδου, όσοι είχαν κάνει ανατιμήσεις νωρίς και δεν είχαν απορροφήσει μεγάλο μέρος των αυξήσεων.

Πηγή: Money Review/Δήμητρα Μανιφάβα
📸 Fikri Rasyid/Unsplash

Δείτε επίσης