Πάσχα στο χωριό…συγκέντρωση κροτίδων

Ειρήνη Προμπονά

απο Cyclades Open

Βασικά σιχαίνομαι τις κροτίδες…για την ακρίβεια με εξοργίζουν αφάνταστα αυτοί που τις πετάνε, όχι οι ίδιες οι κροτίδες.

Αυτό το σύστημα που “σου πετάω δυναμιτάκι στα πόδια” ή όπου μου ‘ρθει την ώρα που ανεβαίνεις τα σκαλιά για παράδειγμα ή στο ρίχνω εκεί που κάθεσαι ανύποπτος ή στο πετάω απο πάνω στην αυλή του σπιτιού, γιατί το σκυλί σου θα τρομάξει και έχει γούστο η φάση κλπ μου ξυπνά τα πιο άγρια ένστικτα, μην πω τι σκέφτομαι την ώρα εκείνη, γιατί παίζει και να με μπαγλαρώσουν ως αιμοσταγές και κακόηθες πλάσμα κι έχω να φάω μαγειρίτσα το βράδυ, δε λέει.

Συνήθως την Ανάσταση πηγαίναμε στην Παναγία στο Φιλότι. Κόσμος και ντουνιάς, πανικός, κεριά αναμμένα, μαλλιά να φλέγονται και άλλα τέτοια ευχάριστα, που “ξεβάφτιζαν” χριστιανό με τη μια, εμένα πάλι τι να με “ξεβαφτίσουν”, μπορώ μια χαρά και μονάχη μου. Για ν’ αποφύγω τα πολλά πολλά, άραζα πάντα με την πλάτη στον τοίχο της εκκλησίας στον αυλόγυρο, τόσο πολύ κολλητά στον τοίχο, που έμοιαζα με 3D αφίσα.

Ο λόγος που αποφάσιζα να πάω ήταν ο παπα-Γιώργης. Μορφωμένος άνθρωπος, εργατικός, επαναστάτης τύπος-αν σκεφτείς τι παπάς μπορεί να σου προκύψει σ’ ενα χωριό- και φωνάρα, τι να λέμε. Άκουγες τον ψαλμό και το φχαριστιώσουν.

Τον παπά-Γιώργη τον συμπαθούσα από παιδάκι, γιατί στο κατηχητικό-πείτε μου πως δε μου φαίνεται πως έχω περάσει κι απ’ αυτό- οι ιστορίες του απ’ όπου έπρεπε να βγει ένα ηθικό δίδαγμα ήταν πολιτικοκοινωνικές, όχι θρησκόληπτου τύπου και πάντα είχαν μέσα την πάλη του δίκαιου με το άδικο, την ισότητα και άλλα τέτοια, πράγματα ουσίας δηλαδή, που εμένα πολύ μου άρεσαν, άσε που έβγαζα το ηθικό δίδαγμα με τη μια, τέτοιο κουμάσι ήμουν από παιδί, ευτυχώς παρέμεινα ίδια κι απαράλλαχτη, απλώς τώρα βαράω λιγότερο έως καθόλου.

Το βράδυ της Ανάστασης, λοιπόν, κι αφού βγαίνανε όλοι μέσα από την εκκλησία στον αυλόγυρο για να διαβαστεί το Ευαγγέλιο και να ειπωθεί το “Χριστός Ανέστη” γινότανε ο κλασσικός σκοτωμός με τις κροτίδες, τα αυτοσχέδια βλήματα και άλλα “ευχάριστα” και ήταν τέτοια η φασαρία που δεν άκουγες “τον Χριστό σου”. Άλλο όμως με ένοιαζε εμένα. Το τελετουργικό της εισόδου μέσα στην εκκλησία που ήταν κλειστή, μετά το “Χριστός Ανέστη”.

Ερχόταν λοιπόν ο παπά-Γιώργης μπροστά στην κεντρική πύλη του ναού, μια δίφυλλη σκαλιστή από μασίφ ξύλο κι έψαλλε το “Άρατε πύλας” το οποίο θεωρούσα κορυφαία στιγμή ειδικά με τον τρόπο που γίνονταν το τελετουργικό, πολύ παραστατικά.

Ο παπά-Γιώργης λοιπον έψαλλε μπροστά στην θύρα:

(….) Άρατε πύλας οι άρχοντες υμών· και επάρθητε πύλαι αιώνιοι και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης”.

Μέσα από τον ναό, πίσω από την θύρα τον ρωτούσε ο ψάλτης που υποκρίνονταν τον Άδη:

“Τίς έστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης;”

Κι ο παπα-Γιώργης απαντούσε έχοντας ανεβάσει λίγο περισσότερο την ένταση στη φωνή του:

“Κύριος κραταιός και δυνατός, Κύριος δυνατός εν πολέμω” απαντούσε ο παπά-Γιώργης μ’ εκείνο το χαρακτηριστικό μέταλλο στη φωνή του, αλλά κι μ’ ένα περίεργο τσαμπουκά λες και θα γινόταν χαμός, αν δεν άνοιγαν με το καλό οι πύλες.

Συνέχιζε ο παπάς πιο νευρικά αυτή τη φορά, σχεδόν οργισμένος:

Αρατε πύλας οι άρχοντες υμών· και επάρθητε πύλαι αιώνιοι και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης”.

Πάλι ερώτηση από μέσα:

“Τίς έστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης;” (πηγαίνεις γυρεύοντας κύριε Άδη μας και δεν το ξέρεις…)

“Κύριος των δυνάμεων, αυτός έστιν ο βασιλεύς της δόξης” απαντούσε ο παπά Γιώργης και εντελώς αρπαγμένος-εντελώς όμως-έριχνε τέτοια κλωτσιά στην δίφυλλη πόρτα, που κοπάναγε στον τοίχο κι επέστρεφε ξανά, ενώ έμπαινε μέσα σπρώχνοντας με ορμή και ψάλλοντας, συμβολίζοντας έτσι την κατάργηση της πύλης του Άδη με την Ανάσταση.

Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη δεύτερη φορά που το παρακολούθησα είχα πάει πολύ κοντά, επίτηδες, για να το δω καλά. Για να πω την αλήθεια με είχε συνεπάρει τόσο το σκηνικό που απορώ πως δεν κλώτσησα κι εγώ την πόρτα μαζί με τον παπά Γιώργη. Καταλάβαινα απολύτως τον θρησκευτικό συμβολισμό, αλλά τον μετέφερα σε άλλα ζητήματα, άσχετα με την θρησκεία βάζοντας εκείνον που ρωτά και θέλει να καταργήσει τον “Άδη” τον λαό και πίσω απ’ την πόρτα την εξουσία.

Ψάχνοντας βρήκα κι αυτό:

Στο διήγημα του Αλέξανδρου Μωραϊτίδη (εξάδελφος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη) με τίτλο «Άρατε Πύλας», διαβάζουμε την παρακάτω περιγραφή:

‘‘Τότε ὁ πρῶτος τῶν ἐφημερίων, προσεγγίζων εἰς τὰς πύλας κελεύει ἐπιτακτικῶς κρούων αὐτὰς καὶ κράζων: «– Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης!». Ὁ δὲ ἔσωθεν τῶν κεκλεισμένων πυλῶν παρὰ τὰ κλεῖθρα ὑποκρινόμενος τὸν Ἅδην ἐρωτᾶ αὐθαδῶς: «-Τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;» Ἡ ἐπιτακτικὴ κέλευσις ὡς καὶ ἡ αὐθάδης ἐρώτησις ἐπαναλαμβάνονται ἐκ τρίτου. Καὶ τότε τὴν τρίτην φορὰν ὁ ἱερεὺς ὠθῶν ἰσχυρῶς διὰ τοῦ ποδὸς καὶ τῶν χειρῶν τὰς πύλας, ἀναφωνεῖ ἐν κυριαρχικῇ δυνάμει: «– Κύριος τῶν Δυνάμεων, αὐτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς τῆς Δόξης!» Καὶ ἀνοίγει βασιλικῶς καὶ αὐταρχικῶς τὰς πύλας, καὶ οὕτως εἰσέρχεται εἰς τὸν ναὸν ὁ Ἐπιτάφιος.

Τώρα θα μου πείτε “Μεγάλο Σάββατο, δεν πας να φτιάξεις κανένα βεγγαλικό και ν’ αφήσεις τις ιστορίες;”

Όπως έχω ήδη ξεκαθαρίσει από την αρχή τα σιχαίνομαι…τις ιστορίες όμως καθόλου.

Όπως και να ‘χει καλή Ανάσταση να έχουμε αδέρφια…είθε ν’ ανθίσουν τα ωφέλιμα για τους πολλούς και να έρθει η πολυπόθητη κοινωνική δικαιοσύνη που πολλή κουβέντα γίνεται γι’ αυτήν, αλλά μόνο κουβέντα…κουβέντα να γίνεται.

📸Victor Serban/Unsplash

Δείτε επίσης