Πυκνώνουν εκ νέου τα µέτρα περιορισµού της δραστηριότητας των βραχυχρόνιων µισθώσεων σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης, ως απάντηση στον υπερτουρισµό, στην έλλειψη στέγης και στις εκρηκτικές αυξήσεις των ενοικίων, που έχουν οξύνει το στεγαστικό πρόβληµα. Σε µια περίοδο που έχει ξεκινήσει και η σχετική συζήτηση στην Ελλάδα, φαίνεται πως το ζήτηµα χρήζει προσεκτικής ανάλυσης, ώστε να βρεθεί η «χρυσή τοµή». Το βέβαιο είναι ότι µετά την ύφεση της περιόδου 2020-2021, εξαιτίας της πανδηµικής κρίσης, φαίνεται πως οι βραχυχρόνιες µισθώσεις βρίσκονται και πάλι «υπό διωγµό» σε πολλές πόλεις, µια και στο µεσοδιάστηµα δεν ελήφθησαν µέτρα για την αύξηση της προσφοράς κατοικιών, προκειµένου να αµβλυνθούν τα προβλήµατα στέγασης που µαστίζουν πολλές χώρες του εξωτερικού.
Όπως αναφέρει το moneyreview.gr και ο Νίκος Ρουσανόγλου δύο από τις πόλεις όπου υπάρχουν πλέον µετρήσιµα αποτελέσµατα από τα µέτρα περιορισµού των βραχυχρόνιων µισθώσεων, είναι το Αµστερνταµ και το Δουβλίνο. Σε αµφότερες τις περιπτώσεις, έχει επιλεγεί το µέτρο του χρονικού περιορισµού. Στο µεν Αµστερνταµ κάθε ιδιοκτήτης µπορεί να εκµεταλλευτεί το ακίνητό του µέσω των σχετικών πλατφορµών βραχυχρόνιας µίσθωσης για µόλις 30 ηµέρες τον χρόνο, στο δε ∆ουβλίνο για 90 ηµέρες. Μάλιστα στο ∆ουβλίνο αυτό επιτρέπεται µόνο σε συγκεκριµένες ζώνες εντός της πόλης. Στην πράξη, τα µέτρα αυτά έχουν καταστήσει τόσο περιοριστική τη χρήση, ώστε η συντριπτική πλειονότητα των επενδυτών και ιδιοκτητών ακινήτων έχει επιλέξει να αποχωρήσει από τη σχετική δραστηριότητα.
Σύµφωνα µε την AIRDNA, σε σχέση µε το 2019, τον φετινό Ιούνιο η προσφορά καταλυμάτων βραχυχρόνιας µίσθωσης στο ∆ουβλίνο ήταν µειωµένη κατά 70%, ενώ στο Αµστερνταµ η πτώση αγγίζει το 71%. Αντίστοιχα, κατακόρυφη πτώση κατά 88% στο Αµστερνταµ και κατά 86% στο ∆ουβλίνο σηµείωσε και η ζήτηση καταλυµάτων βραχυχρόνιας µίσθωσης, ήτοι οι επισκέπτες στράφηκαν σε άλλες επιλογές για τη διαµονή τους.
Μέτρα περιορισµού των βραχυχρόνιων µισθώσεων λαµβάνονται ή εξετάζεται να ληφθούν και σε άλλες περιοχές, ιδίως στον ευρωπαϊκό Νότο, όπου το στεγαστικό πρόβληµα είναι έντονο. Στη Φλωρεντία της Ιταλίας, αρχής γενοµένης από την 1η Ιουνίου, έχει απαγορευτεί πλήρως η δραστηριότητα της βραχυχρόνιας µίσθωσης στο ιστορικό κέντρο της πόλης. Σηµαντικούς περιορισµούς εξετάζουν επίσης τα δηµοτικά συµβούλια σε πόλεις όπως το Μιλάνο και η Βενετία, και ενώ στην Ιταλία βρίσκεται σε εξέλιξη µια διαδικασία για τη συνολική νοµοθέτηση περιορισµών στις βραχυχρόνιες µισθώσεις.
Στην Πάλµα της Ισπανίας, το Ανώτατο ∆ικαστήριο απέρριψε προσφυγή κατά της απαγόρευσης της λειτουργίας καταλυµάτων βραχυχρόνιας µίσθωσης, που ψηφίστηκε τον περασµένο Φεβρουάριο. Αντίστοιχα, στη Βαρκελώνη έχει απαγορευτεί πλήρως η διάθεση δωµατίων µέσω βραχυχρόνιας µίσθωσης, ενώ έχει µειωθεί και ο αριθµός των αδειών που χορηγούνται για την εκµετάλλευση ολόκληρων διαµερισµάτων µέσω των ψηφιακών πλατφορµών. Αλλά και στην Πορτογαλία έχει απαγορευτεί πλέον η έκδοση νέων αδειών καταλυµάτων βραχυχρόνιας µίσθωσης, ήδη από τον περασµένο Φεβρουάριο, σε µια προσπάθεια να αντιµετωπιστεί το στεγαστικό πρόβληµα στη χώρα της Ιβηρικής Χερσονήσου.
Στην Ελλάδα, η συζήτηση που έχει ανοίξει, βασίζεται σε προτάσεις φορέων κυρίως του ξενοδοχειακού κλάδου, που επιθυµούν να αστυνοµευτεί το φαινόµενο των παρανόµως λειτουργούντων κτιρίων µε διαµερίσµατα βραχυχρόνιας µίσθωσης που παρέχουν και ξενοδοχειακές υπηρεσίες, χωρίς όµως να φέρουν και το αντίστοιχο σήµα λειτουργίας και φυσικά χωρίς να πληρώνουν ΦΠΑ. Παράλληλα όµως, και επειδή έχει αναγνωριστεί το σοβαρό πρόβληµα που δηµιουργείται, ιδίως σε τουριστικούς προορισµούς µε την αδυναµία εύρεσης στέγης από φοιτητές και δηµόσιους λειτουργούς, εξετάζονται κι άλλες επιλογές, όπως π.χ. να υπάρξει περιορισµός στον αριθµό των κατοικιών που µπορεί να εκµισθώνονται ανά ΑΦΜ, ή να καθοριστεί ανώτατο επιτρεπόµενο όριο ηµερών/έτος σε κάποιες περιοχές. Σηµειωτέον ότι τα σχετικά µέτρα έχουν ήδη ψηφιστεί από το 2018, χωρίς όµως ποτέ να εφαρµοστούν, καθώς απαιτείται σχετική κοινή υπουργική απόφαση που δεν έχει µέχρι σήµερα εκδοθεί.
Ασφαλώς, αν επιβαλλόταν χρονικός περιορισµός 90 ηµερών/έτος στην εκµετάλλευση διαµερισµάτων στο κέντρο της Αθήνας, το σχεδόν βέβαιο είναι ότι τα περισσότερα ακίνητα θα αποχωρούσαν από τις ψηφιακές πλατφόρµες, καθώς θα ήταν µη βιώσιµη η εκµετάλλευσή τους µέσω βραχυχρόνιας µίσθωσης. Σύµφωνα µε εκτιµήσεις στελεχών εταιρειών διαχείρισης καταλυµάτων, ένα µέσο διαµέρισµα που δεν βρίσκεται εντός του ιστορικού κέντρου της πόλης, χρειάζεται να έχει επισκέπτες για τουλάχιστον 200 ηµέρες τον χρόνο προκειµένου να αποφέρει κάποιο κέρδος στον κάτοχό του. Σε αντίθεση περίπτωση, τα έξοδα είναι µεγαλύτερα από τα έσοδα. Αυτό που σηµειώνουν στελέχη της αγοράς είναι ότι µια εισροή ακινήτων θα συνέβαλε στον εξορθολογισµό των τιµών, όχι µόνο λόγω της ανόδου της προσφοράς, αλλά και εξαιτίας του πλήγµατος στην ψυχολογία των ιδιοκτητών που θα αισθάνονταν ότι δεν θα είχαν εναλλακτική επιλογή αξιοποίησης της περιουσίας τους.
Πηγή: moneyreview.gr/Νίκος Ρουσανόγλου
📸Gabriel Ramos/Unsplash