Κριστιάν Αμανπούρ: «Τι στην ευχή σημαίνει αμερόληπτος και ουδέτερος; Πρέπει να ορίσουμε τις έννοιες, πρέπει να είμαστε σοβαροί με αυτό που ασχολούμαστε»

απο Cyclades Open

«Η δημοσιογραφία είναι ένα ευγενές επάγγελμα που μπορεί να αλλάξει τον κόσμο – είτε προς το καλύτερο είτε προς το χειρότερο». Η Κριστιάν Αμανπούρ είναι από τις πλέον αναγνωρίσιμες φιγούρες όσον αφορά στη δημοσιογραφία και δη το πολεμικό ρεπορτάζ.

Έγινε γνωστή από τις ανταποκρίσεις της στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας – επί 39 χρόνια είναι στην πρώτη γραμμή, πάντα στο CNN.

Με τη βαθιά φωνή της, κινώντας αδιάκοπα μα με αρμονία τα χέρια της, μιλάει με περίσσιο πάθος, ταυτόχρονα με σοβαρότητα και τεκμηρίωση των λόγων της. Απέναντι της στέκεται η Βάλερι Μπάιντεν Όουεν, επικεφαλής του Ινστιτούτου Μπάιντεν και αδελφή του Αμερικανού προέδρου.

Το αμφιθέατρο του ανακαινισμένου Ωδείου Αθηνών είναι γεμάτο κι όλοι παρακολουθούν την Αμανπούρ να κάνει τρόπον τινά μία ξενάγηση στην επαγγελματική της εμπειρία, τότε και τώρα.

«Το πιο σημαντικό νόμισμα στον κόσμο είναι η πληροφορία κι αυτό αυξάνεται εκθετικά με τα social media. Βρισκόμαστε σε ένα μεταίχμιο, με κάθε επιλογή μας ως δημοσιογράφοι είτε βοηθάμε είτε παρακωλύουμε. Αυτός ήταν κι ένας από τους λόγους που δεν έβαλα την μαντίλα με τον πρόεδρο του Ιράν», υπογράμμισε.

Πριν από λίγες ημέρες, η Αμανπούρ είχε τη δυνατότητα να πάρει συνέντευξη από τον Ιρανό πρόεδρο στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Της ζητήθηκε να φορέσει μαντίλα – εκείνη αρνήθηκε, σημειώνοντας ότι δεν υπάρχει κάποιος νόμος, είτε στη Νέα Υόρκη είτε στις ΗΠΑ που να το επιβάλλει, «ούτε είναι ο ρόλος μου να υποχωρώ μπροστά στις απαιτήσεις ενός ξένου κυβερνήτη».

Σημείωσε ότι κάθε άνθρωπος, με τη στάση και τη δράση του, μπορεί να γίνει ηγέτης, «πρέπει οι άνθρωποι να ορθώσουν ανάστημα, στο Ιράν και σε όλο τον κόσμο», είπε κι αναφερόμενη στο περιστατικό της συνέντευξης, τόνισε: «Δεν έλαβα πολιτική απόφαση, η απόφαση που πήρα ήταν θέμα δημοσιογραφικής αρχής. Ένα ελεύθερο, ανεξάρτητο μέλος δυτικής δημοσιογραφίας, με συνταγματικά κατοχυρωμένη την ελευθεροτυπία, δεν θα επέτρεπα σε ένα αυταρχικό θεοκρατικό καθεστώς να μου υπαγορεύσει τι θα κάνω».

«Η πληροφόρηση μπορεί να χαλιναγωγηθεί ώστε είτε να καταστρέψει τον κόσμο είτε να τον σώσει – είμαστε στο μεταίχμιο, πρέπει όλοι να κάνουμε τις επιλογές μας», είπε και τόνισε ότι «η πληροφορία είναι ένα ισχυρό νόμισμα – για αυτό δεν έβαλα την μαντίλα με τον Ιρανό πρόεδρο και έχασα το αποκλειστικό θέμα, θα ήταν σαν να μην συμβαίνει κάτι στο Ιράν».

Και συμπλήρωσε: «Είπα “όχι”, έχασα το αποκλειστικό θέμα, αλλά αυτή η στάση ήταν μέρος των δημοσιογραφικών αρχών και της ηθικής μου».

Αντικειμενικότητα δεν σημαίνει ουδετερότητα

Καθ’ όλη τη διάρκεια της ωριαίας συζήτησης, η Κριστιάν Αμανπούρ τόνιζε το ρόλο της πληροφορίας. «Όποιος κατέχει και μπορεί να χειραγωγήσει την πληροφορία είναι ο πλέον ισχυρός», σημείωσε, για να εκφράσει την πεποίθηση πως «αντικειμενικότητα και ουδετερότητα δεν ισούται πάντα με την αλήθεια».

«Τι στην ευχή σημαίνει αμερόληπτος και ουδέτερος; Πρέπει να ορίσουμε τις έννοιες, πρέπει να είμαστε σοβαροί με αυτό που ασχολούμαστε», είπε και πρόσθεσε: «Έχουμε τεράστια ευθύνη να λέμε την αλήθεια – ειδικά όταν υπάρχουν υπαρξιακά ζητήματα όπως η κλιματική κρίση».

«Η ουδετερότητα δεν είναι καλή λέξη, υπονοεί ότι όλα είναι ίσα, όλα είναι εδώ, να τα πάρουμε στη μέση», επισήμανε. «Στη Βοσνία έπρεπε να πάρω αποφάσεις – δημοσιογραφικές και προσωπικές. Εκεί έλαβα την εκπαίδευση μου κι έγινα ολοκληρωμένος άνθρωπος και δημοσιογράφος, εκεί έβλεπα μπροστά μου μία γενοκτονία. (…) Με επέκριναν διότι παραβιάζω το χρυσό κανόνα της αντικειμενικότητας – αντικειμενικότητα όμως δεν σημαίνει ουδετερότητα. Ακούω τα πάντα, διερευνώ όλες τις πλευρές, αλλά δεν συμπεραίνω ότι όλα εξισώνονται».

«Η αμεροληψία δεν είναι η οδός προς την αλήθεια», είπε και σημείωσε ότι οι δημοσιογράφοι φέρουν ευθύνη να σταθούν απέναντι σε κάθε μορφή και έκφραση ολοκληρωτισμού, υπογραμμίζοντας ότι ειδικά σε ανελεύθερα καθεστώτα «οι δημοσιογράφοι χρησιμοποιούνται σαν πολιτικά πιόνια».

Όταν εκνεύρισε τον Κλίντον

Η ίδια μεγάλωσε στο Ιράν, όπου -όπως τόνισε- δεν υπήρχε ελεύθερη δημοσιογραφία. Δεν ήταν εξ αρχής γνωστή, «στην αρχή έφερνα καφέδες και σνακ στους παλαιότερους», αλλά αυτά τα 39 χρόνια την δίδαξαν πολλά. «Δεν είχα καμία εμπειρία, ξεκίνησα από χαμηλά, απέκτησα αυτοπεποίθηση στην πορεία».

Το γεγονός που τη σημάδευσε ήταν η αποστολή της στη Βοσνία: «Εκεί ήσουν αυτόπτης μάρτυρας της Ιστορίας», είπε και σχολίασε ότι «δεν συνειδητοποιείς από την αρχή ότι πρέπει να είσαι γενναίος όταν πας στον πόλεμο», ειδικά τη στιγμή που οι δημοσιογράφοι πάνε εκεί απ’ όπου οι άλλοι φεύγουν.

«Στη Βοσνία κατάλαβα τη σημασία του να λες την αλήθεια. Οι δημοσιογράφοι εκεί ήμασταν στόχος. Έπρεπε να καταλάβουμε τι βλέπουμε, εξελισσόταν μία γενοκτονία, ήταν ένα πολιτικό πείραμα. Αυτό που κάναμε με το CNN ήταν ενοχλητικό, κατά κυριολεξία ήθελαν να χτυπήσουν τον κομιστή του μηνύματος», τόνισε.

«Όταν έχεις την ευκαιρία να κάνεις μία δύσκολη ερώτηση, να την κάνεις», επισήμανε, μνημονεύοντας μία συνέντευξη Τύπου με τον τότε πρόεδρο Μπιλ Κλίντον, που κατάφερε να τον εκνευρίσει με μία ερώτηση που έθεσε, σχετικά με τις αιφνίδιες αλλαγές στην πολιτική του στο θέμα της Βοσνίας.

«”Δεν κάνουμε αιφνίδιες αλλαγές μαντάμ”, μου είχε πει κι έκτοτε οι πολιτικοί ηγέτες με αποκαλούσαν μαντάμ. Μετά ο Κλίντον άλλαξε την πολιτική του», τόνισε.

«Πρώτοι, αλλά σωστοί…»

Η Κριστιάν Αμανπούρ έζησε εξ αρχής την εκτόξευση του CNN στο διεθνές ενημερωτικό σύμπαν. «Το CNN έδωσε τη δυνατότητα σε σημεία του κόσμου, όπου τα ΜΜΕ είναι ελεγχόμενα, να δει ο κόσμος μία διαφορετική οπτική γωνία», είπε και διαβεβαίωσε ότι η πάγια στρατηγική τους συμπυκνώνεται στο σύνθημα: «Θέλουμε να είμαστε πρώτοι, αλλά να είμαστε σωστοί».

Φτάνοντας στις μέρες μας, με τα social media να έχουν διεισδύσει στην ενημέρωση και την εκμετάλλευση που αυτά έχουν από πολιτικούς, όπως ο Τραμπ για παράδειγμα, η Αμανπούρ υπογράμμισε ότι στο CNN κάνουν εξαντλητικό fact checking, καθώς «δεν θα πάρουμε το ρίσκο να κάνουμε λάθος. Όταν κάτι μεγάλο συμβαίνει, όλος ο κόσμος στρέφεται στο CNN. Αυτή είναι η υπεραξία μας».

Και πρόσθεσε: «Είναι ζήτημα ζωής και θανάτου για μας να τα πούμε όλα σωστά».

Η ίδια εξέφρασε τη άποψη ότι οι Ρώσοι είναι εξπέρ στα fake news, τα οποία εργαλειοποιούνται για ένα πλήθος σκοπών – είναι ένας «πόλεμος με άλλα μέσα». «Κάποιοι είναι τόσο καλοί στην κατασκευή των fake news που είναι εξαιρετικά δύσκολο να τα εντοπίσεις», είπε και πρόσθεσε ότι «ο κόσμος πρέπει να προσφεύγει σε αξιόπιστες πηγές».

«Το fact checking είναι μία σκληρή δουλειά», σχολίασε κι έδωσε το παράδειγμα των New York Times, που τους πήρε μήνες για να δημοσιεύσουν τα μηνύματα των Ρώσων στρατιωτών που είχαν υποκλαπεί, καθώς προηγήθηκε ενδελεχής έλεγχος.

«Η καλή δημοσιογραφία κοστίζει, η κακή όχι», υπογράμμισε, λέγοντας παράλληλα ότι τα social media έχουν κοστίσει σε αξιοπιστία. «Ο Τραμπ χρησιμοποίησε τα social media κι ο Τύπος έδρασε σαν μεγάφωνο των απόψεων του, καθώς μετέδιδε ό,τι κι αν έγραφε στο Twitter», τόνισε, για να διατυπώσει τη σκέψη ότι πλέον ο τραμπισμός έγινε κι εξαγώγιμη ιδεολογία: «Πήγε και στη Βραζιλία, οι σύμβουλοι του Μπολσονάρου του είπαν να μην αποδεχθεί την ήττα».

Υπενθύμισε την έννοια των «εναλλακτικών δεδομένων» που είχε εισαγάγει στη δημόσια σφαίρα η πλευρά Τραμπ, «αλλά αυτά δεν υπάρχουν – υπάρχει η αλήθεια και τα ψέματα».

Για τα social media

Η Κριστιάν Αμανπούρ εξέφρασε τον προβληματισμό της για τη διείσδυση των social media στην καθημερινότητα. «Όπου πάω βλέπω ανθρώπους βυθισμένους στο κινητό τους», σε εστιατόρια, σε καφέ, παντού, σημειώνει, λέγοντας ότι η ίδια στο προσωπικό της κινητό τηλέφωνο δεν έχει εφαρμογές των social media.

«Πρέπει να μάθεις να τα αξιοποιείς χωρίς να σε καταπίνουν», είπε και πρόσθεσε ότι «δεν θα πάθεις κάτι αν χάσεις μια πληροφορία – δεν θα μείνεις απ’ έξω».

Αφηγείται πόσο την ενόχλησε το γεγονός ότι ξυπνούσε νωρίς το πρωί και έβρισκε στις εφαρμογές στο κινητό της τηλέφωνο πολλά μηνύματα από συνεργάτες της για διάφορα περιστατικά που είχαν συμβεί. Τους ζήτησε να την ξυπνάνε μόνον αν υπάρχει εξαιρετικά σοβαρό γεγονός (breaking news), ώστε να μπει άμεσα στη μάχη της ενημέρωσης.

«Πρέπει να έχω τη ζωή μου, να μπορώ να πηγαίνω στο γυμναστήριο, να αθλούμαι. Όταν πηγαίνω στη δουλειά μου είμαι πλήρως αφοσιωμένη σε αυτή», σημείωσε, εκφράζοντας την ανάγκη ισορροπίας ανάμεσα στην επαγγελματική και την προσωπική ζωή.

Πηγή: Καθημερινή/Λουκάς Βελιδάκης
📸 iMEdD

Δείτε επίσης