«Το πλοίο, τη γαλέρα με τα τριάντα κουπιά, με το οποίο έπλευσε και επέστρεψε πίσω ο Θησέας με τους νέους, οι Αθηναίοι το διατήρησαν ως την εποχή του Δημητρίου του Φαληρέως. Αφαίρεσαν τα παλιά ξύλα και τοποθέτησαν άλλα καινούργια και γερά στη θέση τους, που συνάρμοσαν με τέτοιο τρόπο, ώστε για τους φιλοσόφους το πλοίο κατέστη ένα αμφιλεγόμενο παράδειγμα και ένα μείζον ζήτημα, καθώς άλλοι έλεγαν πως παραμένει το ίδιο και άλλοι ότι δεν ήταν το ίδιο πλοίο».
Πλούταρχος, Θησέας, 23.1
Από την παιδική μας ηλικία μαθαίνουμε τη συγκεκριμένη ιστορία. Ο Θησέας, γιος του βασιλιά Αιγέα της Αθήνας, αποφάσισε να τερματίσει τον φόρο αίματος που πλήρωνε η πόλη του στην Κρήτη του Μίνωα. Μπήκε στην ομάδα των νέων που στάλθηκαν για να θυσιαστούν με σκοπό να σκοτώσει το μυθικό τέρας που ζούσε στον λαβύρινθο, τον Μινώταυρο.
Ο Θησέας τα κατάφερε, με τη βοήθεια της κόρης του Μίνωα, Αριάδνης, και διέφυγε προς την Αθήνα. Έκαναν μια στάση στη Νάξο και εκεί ο θεός Διόνυσος είδε την Αριάδνη και την ερωτεύτηκε. Έτσι, ο θεός εμφανίστηκε στο όνειρο του Θησέα και του είπε ότι έπρεπε να φύγουν από το νησί χωρίς την Αριάδνη, αφού ήταν γραφτό να μείνει εκεί και να γίνει γυναίκα του. Ο Θησέας με βαριά καρδιά υπάκουσε.
Αφού άφησε την Αριάδνη στη Νάξο έπλευσε προς την πόλη του. Ωστόσο, ήταν τόσο στενοχωρημένος από την απώλεια της αγαπημένης του που ξέχασε να αλλάξει τα μαύρα πανιά του πλοίου με τα λευκά πανιά, όπως είχε συμφωνήσει με τον πατέρα του, για να του στείλει μήνυμα ότι όλα πήγαν καλά. Βλέποντας τα μαύρα πανιά ο Αιγέας θεώρησε ότι ο γιός του σκοτώθηκε και έπεσε στη θάλασσα δίνοντας έτσι στο Αιγαίο το όνομα του.
Βασισμένος στον μύθο του Θησέα, ο Πλούταρχος παρουσίασε ένα φιλοσοφικό παράδοξο που γοητεύει μέχρι σήμερα. «Το πλοίο με το οποίο ο Θησέας και οι νέοι της Αθήνας επέστρεψαν από την Κρήτη (όπου αντιμετώπισαν το Μινώταυρο) είχε τριάντα κουπιά, και διατηρήθηκε από τους Αθηναίους μέχρι την εποχή του Δημητρίου του Φαληρέως (κυβέρνησε το διάστημα 317-307 π.Χ.), όταν και αντικαταστάθηκαν τα παλιά ξύλα που σάπισαν με καινούρια. Από τότε οι φιλόσοφοι άρχισαν να διαφωνούν σχετικά με την υπόσταση του αντικειμένου. Η μία πλευρά, υποστήριζε ότι το πλοίο παρέμενε το ίδιο ενώ η άλλη ότι δεν είναι το ίδιο» γράφει.
Όταν πια δεν έχει μείνει τίποτα από το αρχικό υλικό, παραμένει το ίδιο πλοίο;
«Οι άνθρωποι που πλέουν με το πλοίο θα πουν: Ναι, είναι το ίδιο πλοίο! Πλέουμε εδώ και χρόνια και απλώς συνεχίζουμε να το επισκευάζουμε», τονίσει ο Μάικλ Ρία διευθυντής του Κέντρου Φιλοσοφίας της Θρησκείας στο Πανεπιστήμιο της Notre Dame και συνεχίζει: «Αλλά φανταστείτε έναν συλλέκτη ο οποίος θέλει να βάλει το αρχικό πλοίο σε μουσείο. Βρίσκει και συγκεντρώνει όλες τις αρχικές σανίδες, αναδομεί το πλοίο και λέει: Εγώ έχω το πλοίο του Θησέα!». Λοιπόν, το ερώτημα είναι: Τελικά ποιο είναι το πλοίο του Θησέα;»
Είναι ένα παράδοξο που έχει τεθεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Οι άνθρωποι αναρωτιούνταν αν ένα τσεκούρι θα εξακολουθούσε να θεωρείται το τσεκούρι του Τζορτζ Ουάσιγκτον αν αντικαθιστούνταν τόσο η λαβή όσο και το μεταλλικό μέρος.
«Φαίνεται ένα ηλίθιο παζλ αλλά μπορείς να μάθεις πολλά από αυτό αν το σκεφτείς προσεκτικά» λέει ο Ρία.
Είναι το πλοίο το άθροισμα των σανίδων του, το άθροισμα των ταξιδιών του ή και τα δύο ταυτόχρονα; Μπορεί να ειπωθεί ότι υπάρχουν αντικείμενα που αποτελούνται από άλλα αντικείμενα;
Για να απαντήσουν σε αυτά τα ερωτήματα, οι φιλόσοφοι πρέπει να αντιμετωπίσουν αινίγματα όπως το αν δύο πράγματα μπορούν να καταλαμβάνουν την ίδια θέση την ίδια στιγμή, πώς τα μέρη σχετίζονται με το σύνολο και πώς να σκεφτούμε τη φύση του χρόνου.
Μια απάντηση, λέει ο Ρία, είναι να πούμε ότι μόνο οι σανίδες είναι αληθινές και το πλοίο είναι απλώς μια φάση στην οποία βρίσκονται. Πηγαίνοντας αυτή τη λογική στα άκρα φτάνουμε στον νιχιλισμό, τη φιλοσοφία ότι υπάρχουν μόνο τα δομικά μέρη και κάθε αντικείμενο που αποτελείται από πολλά κομμάτια είναι απλώς μια ψευδαίσθηση.
Αν όμως δεχθούμε ότι τα πλοία προσδιορίζονται από τα μέρη που αποτελούνται τότε ο συλλέκτης που αναδόμησε το πλοίο του Θησέα από τα παλιά του κομμάτια είχε δίκιο. Αν όμως τα αντικείμενα επιβιώνουν από τη μερική αντικατάσταση κομματιών, όπως για παράδειγμα τα κύτταρα μας που συνέχεια πεθαίνουν και αντικαθιστούνται, τότε το πλοίο στη θάλασσα είναι το πραγματικό.
«Ίσως από την αρχή να υπήρχαν δύο πλοία και κάποιες φορές να μοιράζονταν την ίδια τοποθεσία. Τότε οι λέξεις ‘το πλοίο του Θησέα’ ήταν ασαφείς και γι’ αυτό τώρα είμαστε όλοι μπερδεμένοι» λέει ο Ρία. Αν όμως δύο αντικείμενα μπορούν να βρίσκονται στο ίδιο μέρος την ίδια ώρα τότε ανοίγει ένα άλλο κουτί, αυτό του χωροχρόνου.
Ίσως το πλοίο του Θησέα να υπάρχει σε τόσα αλληλοκαλυπτόμενα κομμάτια χωροχρόνου: Το πλοίο τη στιγμή που αντικαταστάθηκε η πρώτη σανίδα, το πλοίο όπως ήταν όταν ο Θησέας περπάτησε στο κατάστρωμα του και ολόκληρη η ύπαρξη του πλοίου, από τα δέντρα που έγιναν οι σανίδες στη μετά θάνατον ζωή του ως πρόβλημα φιλοσοφικής σκέψης.
Όλα αυτά τα πλοία μαζί μπορούμε να πούμε ότι «υπάρχουν». Αυτή η άποψη συμβαδίζει με την ιδέα ότι τόσο το παρελθόν όσο και το μέλλον υπάρχουν. Μια φιλοσοφική στάση που ονομάζεται τετραδιάσταση και έρχεται σε αντίθεση με τη θεωρία του χρόνου στην οποία μόνο η παρούσα στιγμή είναι πραγματική.
Καμία από αυτές τις προσεγγίσεις, ωστόσο, δεν μπορεί να πει οριστικά ποιο πλοίο είναι το πραγματικό.
«Νομίζω ότι είναι πολύ ενδιαφέρον που κάνουμε αυτή την ερώτηση», λέει η Αν Σάουκα, φιλόσοφος στο Πανεπιστήμιο της Λετονίας. Το ίδιο το ερώτημα προϋποθέτει μια συγκεκριμένη οντολογία ή μια θεωρία της ύπαρξης.
«Το νόημα στο παράδοξο του πλοίου του Θησέα είναι κυρίως στο πλαίσιο της ουσίας της οντολογίας όπου τα αντικείμενα είναι στο επίκεντρο του φιλοσοφικού ενδιαφέροντος. Η εναλλακτική είναι μια διαδικασία στην οντολογία που αντιμετωπίζει την αλλαγή ουσιαστικά ως πιο πραγματική από τα αντικείμενα.
Με αυτόν τον τρόπο, οι σανίδες, τα πλοία και ο ίδιος ο Θησέας δεν είναι στατικά πράγματα αλλά μάλλον διαδικασίες που συνεχώς μετατοπίζονται. Η προσπάθεια διεκδίκησης ενός από τα δύο πλοία για τον Θησέα δείχνει την απροθυμία να αφήσουμε οποιοδήποτε πλοίο να εξελιχθεί σε κάτι νέο. «Η ίδια η ερώτηση δείχνει ότι έχουμε πρόβλημα με την αλλαγή», λέει η Σάουκα.
Το πλοίο του Θησέα μπορεί να αντιμετωπιστεί και ως μεταφορά του εαυτού. «Αν αλλάξουμε, είμαστε άλλος άνθρωπος;». αναρωτιέται η Σάουκα και τονίζει: «H ατομικότητα είναι κάτι που συμβαίνει μόνο χάρη στην αλλαγή. Ο θάνατος είναι απλώς η διάλυση αυτής της συγκεκριμένης διαδικασίας που συνέβαινε σταθερά για ένα διάστημα».
Πηγή: janus.gr