Γιώργος Καπόπουλος: Η αυτοδυναμία ως ευρωπαϊκή εξαίρεση

απο Cyclades Open

Στο ερώτημα ποιες χώρες της Ευρώπης υπάρχουν κυβερνήσεις συνασπισμού η απάντηση εμπεριέχεται σε ένα άλλο ερώτημα: Ποιες χώρες έχουν  μονοκομματικές κυβερνήσεις; Η απάντηση είναι η Βρετανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα και η Κύπρος που έχει Προεδρικό Σύστημα.

Συνολικά 23 από τις  27 χώρες της Ε.Ε έχουν κυβερνήσεις συνασπισμού. Η εικόνα αυτή διαμορφώθηκε σταδιακά στην Ευρώπη στην σκιά μιας ολοένα αυξανόμενης δυναμικής κατάτμησης των πολιτικών δυνάμεων.

Μπορούμε να ταυτίσουμε την σταθερότητα με μονοκομματικές κυβερνήσεις και την αστάθεια με κυβερνήσεις συνασπισμού ανάγοντας σε ευρωπαική κλίμακα  την σημερινή διαμάχη της κυβέρνησης με τα κόμματα της αντιπολίτευσης; Όπως συμβαίνει σε πολλά απόλυτα διλήμματα, το παραπάνω ερώτημα είναι παραπλανητικό.

Οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις και οι κυβερνήσεις συνασπισμού δεν αντιστοιχούν με μια ενιαία ευρωπαική πραγματικότητα  αλλά αναφέρονται σε εθνικές ιδιαιτερότητες με το εκλογικό σύστημα και το είδος της διακυβέρνησης να είναι μια από τις πολλές παραμέτρους που ορίζουν την πολιτική σταθερότητα η αστάθεια της μιας η της άλλης χώρας.

Σε γενικές γραμμές η σταθερότητα μιας χώρας ορίζεται καθοριστικά από τις κοινωνικοοικονομικές ισορροπίες και  δευτερευόντως από το Σύνταγμα, τον εκλογικό νόμο , και το είδος της κυβέρνησης.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Γαλλίας μετά το 1870 όπου το Σύνταγμα έδινε υπερεξουσίες στον Πρόεδρο και δεν θεσμοθετούσε καν αξίωμα Πρωθυπουργού. Πριν περάσει μια δεκαετία και χωρίς συνταγματική μεταρρύθμιση η εικόνα αντιστράφηκε με τον Πρόεδρο αποδυναμωμένο και πανίσχυρο τον Πρωθυπουργό και με αμέτρητες  κυβερνήσεις συνασπισμών να εναλλάσσονται στην εξουσία.

Η Βρετανία που έχει αυτοδύναμη κυβέρνηση που προκύπτει από τον πιο στρεβλό ως προς την αντιπροσωπευτικότητα του εκλογικό νόμο ,την μονοεδρική περιφέρεια με πλειοψηφικό σε ένα γύρο σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί σταθερή χώρα.

Η Γερμανία που έχει μια  επιτυχή προϊστορία κυβερνήσεων συνασπισμού δύο κομμάτων σήμερα δυσκολεύεται να προσαρμοσθεί στην πρώτη μεταπολεμικά τρικομματική κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Σολτς με την ενδοκυβερνητική κακοφωνία να προκαλεί αμηχανία στους συμμάχους και εταίρους του Βερολίνου.

Η βιωσιμότητα των κυβερνήσεων συνασπισμού διαφέρει από χώρα σε χώρα.

Στην Ιταλία θεωρείται φυσιολογικό και εντός του πλαισίου της πολιτικής κανονικότητας η εναλλαγή διαφορετικών συνασπισμών στην διάρκεια της πενταετούς θητείας της Βουλής, όπως κανονικότητα θεωρείται και η πρόωρη προσφυγή στις Κάλπες.

Στους αντίποδες βρίσκεται η Γερμανία όπου το κόστος  μιας πρόωρης προσφυγής στις κάλπες εκβιάζει όλα τα κόμματα να σχηματίσουν κυβερνήσεις συνασπισμού. Χαρακτηριστική είναι η εκλογική αναμέτρηση του 2017. Οι Σοσιαλδημοκράτες τότε είχαν δηλώσει ότι περνούν στην αντιπολίτευση. Όταν σε λίγες εβδομάδες οι Φιλελεύθεροι απεχώρησαν από τις διαπραγματεύσεις συγκρότησης τρικομματικού συνασπισμού με τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Πρασίνους η μόνη λύση ήταν ένας νέος Μεγάλος Συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών.

Η κυβερνητική σταθερότητα είναι κυρίως πρώτα και πάνω από όλα ένα θέμα διαμόρφωσης μιας πλειοψηφικής συναίνεσης στην ίδια την κοινωνία, που να στηρίζει τις κυβερνητικές επιλογές.

Πηγή: KReport

Δείτε επίσης