Είμαστε οι αρχιτέκτονες του εαυτού μας

Ev Williams* / The New York Times

απο Cyclades Open

Τριγυρίζοντας στο σπίτι µου, βλέπω στα ράφια ορισµένα σκονισµένα βιβλία προγραµµατισµού. Νιώθω µια νοσταλγία, ενθυµούµενος την εποχή που µάθαινα να γράφω κώδικα και είχα ενθουσιαστεί µε το µέλλον του Διαδικτύου. Κοιτάζω τριγύρω και βλέπω ένα ακόµα πιο σκονισµένο πιάνο. Με λίγη προσπάθεια, µπορώ ακόµη να διαβάσω και να παίξω ορισµένες νότες.

Προχωρώ πιο µέσα, από δωµάτιο σε δωµάτιο, που µοιάζουν ατελείωτα. Ορισµένα φανερώνουν ότι υπάρχει ζωή και άλλα µοιάζουν ανέγγιχτα. Διάφορα αντικείµενα είναι στοιβαγµένα µέχρι το ταβάνι σε ράφια και τραπέζια. Οι τοίχοι είναι καλυµµένοι µε εικόνες από όλο τον κόσµο.

Το µέρος που περιγράφω δεν είναι το πραγµατικό µου σπίτι. Εκεί κατοικεί το µυαλό µου – είναι δικό του δηµιούργηµα. Σε αυτό το σπίτι υπάρχει ένας ολόκληρος κόσµος, όπως τον καταλαβαίνω – µε άλλα λόγια, αυτό το σπίτι αποτελεί ένα αφηρηµένο πολύ µικρό κοµµάτι του κόσµου. Το χτίζω εδώ και περισσότερο από πέντε δεκαετίες. Τα πρώτα χρόνια έκανα ακούσια, αλλά σηµαντική, δουλειά µε τα θεµέλιά του – χαρτογραφώντας τις αισθήσεις του πραγµατικού κόσµου, µαθαίνοντας να προβλέπω πώς θα πετούσε µια µπάλα και να αντιλαµβάνοµαι αν κάποιος είναι αναστατωµένος µπαίνοντας στο δωµάτιο.

Στην αρχή έχτισα το σπίτι µου µε τον τρόπο που έχτισαν η οικογένειά µου και οι γείτονές µου τα δικά τους. Οι εµπειρίες µου και οι προτιµήσεις µου το έκαναν βέβαια µοναδικό, αλλά σε γενικές γραµµές ακολουθούσε τα µοτίβα των γύρω µου. Εκεί που µεγάλωσα, στην επαρχία της Νεµπράσκα, δεν υπήρχε µεγάλη ποικιλία προσωπικοτήτων, µε διαφορετικά στυλ, ιδέες, επαγγέλµατα, υπόβαθρο – διότι απλώς δεν υπήρχαν πολλοί άνθρωποι. Στο σχολείο, είχα στην τάξη µου τα ίδια 12-14 παιδιά από το νηπιαγωγείο έως και το γυµνάσιο. Όπως σε κάθε κοινότητα, ενισχύαµε ο ένας τις ιδέες και τις παραδοχές του άλλου για τον έξω κόσµο (από τον οποίο είχαµε πολύ µικρή εµπειρία). Και, απ’ ό,τι θυµάµαι, αυτές οι παραδοχές δεν ήταν πολύ θετικές.

Την εποχή που ήµουν στο γυµνάσιο, αναζητούσα απεγνωσµένα τη διαφοροποίηση. Άρχισα να ντύνοµαι περίεργα, να ακούω µουσική που δεν άκουγαν οι φίλοι µου, να αναζητώ νέα χόµπι. Εκείνη την εποχή, ένας µεγαλύτερος εξάδελφός µου από το Κάνσας Σίτι (από τη µεγάλη πόλη) είδε τον “αγώνα” µου και µε διαβεβαίωσε ότι υπάρχει ένας µεγαλύτερος κόσµος εκεί έξω. Μου έδωσε ένα αντίτυπο του βιβλίου “Ο γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον” του Ρίτσαρντ Μπαχ. Το βιβλίο αφηγείται την ιστορία ενός γλάρου που είχε βαρεθεί την εξοµοίωση και τα περιορισµένα ενδιαφέροντα του σµήνους του. Ενός γλάρου που ωθεί τον εαυτό του να µάθει ό,τι µπορεί για το πέταγµα. Η εντεινόµενη δυσαρέσκειά του να συµµορφωθεί τελικά οδηγεί το ίδιο του το σµήνος να τον εξορίσει. Αυτός, όµως, συνεχίζει να επιδιώκει τη γνώση και τελικά φτάνει σε ένα “υψηλότερο επίπεδο ύπαρξης”.

Συνειδητοποίησα ότι, αν και δεν είχα κανένα ενδιαφέρον για τα βιβλία του σχολείου (ίσως επειδή τα ίδια διάβαζαν όλοι), η µελέτη ήταν ένας τρόπος για να διευρύνω την άποψή µου για τον κόσµο. Σε φυσικό επίπεδο ήµουν περιορισµένος, αλλά διανοητικά ήµουν ελεύθερος. Μέσα από τη µαγεία του γραπτού λόγου, ανακάλυψα προοπτικές, ανθρώπους και ιδέες που µε ενθουσίασαν και µε βοήθησαν να δηµιουργήσω µια µεγαλύτερη (και δραµατικά διαφορετική από αυτήν των συµµαθητών µου) εικόνα για τον κόσµο.

Καθένας µας δηµιουργεί µια εικόνα της πραγµατικότητας διά µέσου των εµπειριών του, των σχέσεων και της γνώσης που αποκτά στις τυχαίες περιπλανήσεις του στον κόσµο. Από τα πρώτα χρόνια της ζωής µας είµαστε πρόθυµοι να µάθουµε – να συλλέξουµε έννοιες, ιδέες και προοπτικές. Είναι ενθαρρυντικό να προσθέτεις “εργαλεία” στη “φαρέτρα” σου, ακόµα και χωρίς να κάνεις διακρίσεις. Ύστερα από λίγο, όµως, γίνεται πιο δύσκολο να κάνεις αλλαγές και προσθήκες. Εξοικειώνεσαι µε αυτά που έχεις και γίνεσαι ευαίσθητος όσον αφορά την εικόνα που έχεις φτιάξει. Αν το σπίτι σου διαθέτει ένα συγκεκριµένο στυλ, δεν είναι ταιριαστή οποιαδήποτε προσθήκη. Δεν θέλεις έναν µοντέρνο καναπέ στο παλιό βικτωριανό καθιστικό σου.

Δεν µπορούµε παρά να προτιµήσουµε ιδέες που ταιριάζουν µε αυτές που έχουµε ήδη – διαφορετικά, ο διανοητικός µας κόσµος θα έµοιαζε χαοτικός. Περιστασιακά, µπορεί να αλλάξουµε κάποιες παρωχηµένες απόψεις, όπως τις παλιές κουρτίνες, ειδικά εάν συνειδητοποιήσουµε ότι οι γείτονές µας έχουν αλλάξει τις δικές τους. Ωστόσο, σπάνια επιλέγουµε την ταλαιπωρία της πλήρους αναµόρφωσης προκειµένου να επιτρέψουµε σε µια νέα ιδέα ή γνώση να ταιριάξει. Η διαδικασία είναι πολύ άβολη και αποπροσανατολιστική, ιδίως όσο µεγαλώνουµε. Εξάλλου, ποιο το όφελος; Μπορεί να είσαι απόλυτα ικανοποιηµένος µε το βικτωριανό σου καθιστικό, νιώθοντας σίγουρος ότι έχεις κάνει τη σωστή επιλογή µέσω της αποδοχής που λαµβάνεις από τους άλλους οπαδούς του βικτωριανού στυλ στη γειτονιά σου, οι οποίοι όλοι συµφωνούν ότι το σύγχρονο ντιζάιν είναι πολύ ψυχρό και ότι σε όσους αρέσει ο µοντερνισµός των µέσων του 20ού αιώνα είναι χίπστερς.
Η δουλειά του µυαλού µας δεν είναι να αποδοµεί την πραγµατικότητα – είναι να µας παρέχει ένα µέρος λειτουργικό και άνετο για να υπάρχουµε, ανεξάρτητα από την αλήθεια του έξω κόσµου.

Πήγα στο πανεπιστήµιο, αλλά το παράτησα νωρίς. Ήταν ένας µεγαλύτερος κόσµος, αλλά και πάλι ήταν πολύ εξοµοιωτικός για µένα. Διαβάζοντας, έµαθα για τις επιχειρήσεις και πώς να γράφω κώδικα. Όταν διάβασα για το Διαδίκτυο στις αρχές της δεκαετίας του 1990, µου φάνηκε η µεγαλύτερη εφεύρεση που έγινε ποτέ. Υποσχόταν να ανοίξει άπειρες πόρτες σε νέες ιδέες και γνώσεις.

Εξακολουθώ να νιώθω έτσι. Για παράδειγµα, στα επόµενα λίγα δευτερόλεπτα, αντί να διαβάζετε το παρόν, θα µπορούσατε να διαβάζετε την ιστορία της αρχαίας Αιγύπτου, να δείτε ένα βίντεο για τους λεµούριους ή να µάθετε πώς να δηµιουργήσετε µια εφαρµογή για κινητά τηλέφωνα – και όλα αυτά δωρεάν. Όλα αυτά µας δίνουν την ευκαιρία να αποκτήσουµε µια διευρυµένη άποψη για τον κόσµο. Εάν δεν µας αρέσει το στυλ των γειτόνων µας, έχουµε άπειρα άλλα να µιµηθούµε.

Το Διαδίκτυο δεν είναι µόνο ένα εργαλείο για να διευρύνουµε την πνευµατική µας οπτική, αλλά και για να διευρύνουµε το µυαλό µας. Γεγονότα, υπολογισµοί και το πώς πας από δω εκεί, είναι τόσο εύκολα διαθέσιµα, που δεν µπαίνουµε στη διαδικασία να ξοδέψουµε φαιά ουσία σε αυτά – όπως µε τα CDs που είχαµε κάποτε στα ράφια µας, τα αναζητούµε µόνο όταν τα χρειαζόµαστε.

Έχουµε εξοικειωθεί µε αυτή την υπερδύναµη. Έχουµε, όµως, συνειδητοποιήσει και το µειονέκτηµά της. Στο βιβλίο του µε τίτλο “Fantasyland: How America Went Haywire: A 500-Year History”, ο συγγραφέας Kurt Andersen γράφει: “Πριν από το Διαδίκτυο, οι εκκεντρικοί ήταν συνήθως αποµονωµένοι και σίγουρα δυσκολεύονταν να παραµείνουν πιστοί στις εναλλακτικές τους πραγµατικότητες. Τώρα οι ευσεβείς πεποιθήσεις τους βρίσκονται στα ραδιοκύµατα και στον ιστό, ακριβώς όπως οι πραγµατικές ειδήσεις. Πλέον, όλες οι φαντασιώσεις µοιάζουν αληθινές”.

Πρόσβαση σε άπειρες ιδέες σηµαίνει πρόσβαση και σε πολλές κακές ιδέες – όχι µόνο σε αυτές που δεν αντικατοπτρίζουν την πραγµατικότητα, αλλά και σε αυτές που καθιστούν τους γείτονές µας εχθρούς και βλάπτουν τον πραγµατικό κόσµο. Η επιθυµία µας για οικειότητα –αποδεχόµενοι µόνο τα πράγµατα που ταιριάζουν µε όσα ήδη έχουµε στο µυαλό µας– καθιστά πολύ δελεαστικό να κλειστούµε στο νοητικό µας καβούκι, συλλέγοντας, επιλεκτικά, αποδείξεις που αποδεικνύουν ότι η εικόνα που έχουµε για τον κόσµο είναι όσο το δυνατόν πιο ακριβής.

Είµαστε όλοι επιρρεπείς σε αυτό. Ωστόσο, αν κάνουµε ένα βήµα πίσω, είναι εύκολο να αναγνωρίσουµε ότι η πνευµατική µας οπτική είναι θλιβερά ελλιπής – και συχνά λανθασµένη. Είµαι πολύ υπερήφανος για τον κόσµο που έχω φτιάξει στο µυαλό µου τις τελευταίες δεκαετίες. Έχω κάνει πολλές προσθήκες και αναθεωρήσεις. Ωστόσο τα πράγµατα που δεν γνωρίζω είναι πολύ περισσότερα από αυτά που καταλαβαίνω. Ακόµα και µε τις έννοιες που µπορώ να κατανοήσω, υπεργενικεύω και κάνω µεταφορές (όπως αυτή που χρησιµοποιώ εδώ), οι οποίες καθιστούν τη σκέψη ευκολότερη, αλλά διαστρεβλώνουν την πραγµατικότητα. Επιπρόσθετα, η οπτική µου περιέχει λάθη και σαφή επινοήµατα. Ελπίζω να ανακαλύψω ορισµένα από αυτά κατά τύχη ή αναλογιζόµενος. Με άλλα θα ζω για πάντα.

Εσείς έχετε τη δική σας οπτική, φυσικά, και σίγουρα είναι διαφορετική από τη δική µου. Αυτό είναι καλό, δεδοµένου ότι η δική µου δεν θα λειτουργούσε στην περίπτωσή σας. Εάν µπορούσα να “επισκεφθώ” το δικό σας πνευµατικό σπίτι, είµαι σίγουρος ότι θα εκτιµούσα το δηµιούργηµά σας και θα έβρισκα ορισµένες ιδέες που θα µπορούσα να πάρω µαζί µου. Ωστόσο –και λυπάµαι που σας το χαλάω– η οπτική σας αποτελεί εξίσου µια ανακριβή εικόνα της πραγµατικότητας. Όπως και στη δική µου, λείπουν πληροφορίες και υπάρχουν πολλά ελαττώµατα, απλώς σε διαφορετικά σηµεία.

Αυτά τα τρία γεγονότα –ότι όλοι λειτουργούµε έχοντας διαφορετική οπτική της πραγµατικότητας, ότι αυτό είναι καλό και ότι αυτές οι πραγµατικότητες είναι ανακριβείς– συνήθως δεν αµφισβητούνται, αλλά είναι πολύ εύκολο να ξεχαστούν. Σπανίως, δε, συµπεριφερόµαστε ωσάν να ισχύουν. Αν το κάναµε αυτό, θα ήµασταν πολύ πιο µετριόφρονες, περισσότερο ειλικρινείς και λιγότερο επικριτικοί.

Το θετικό είναι ότι, ανεξάρτητα από την ηλικία µας, µπορούµε ακόµη να ανακατασκευάσουµε το πνευµατικό µας σπίτι. Έχουµε πρόσβαση σε γνώση και ιδέες, καθώς και σε άλλους ανθρώπους που οι πρόγονοί µας δεν µπορούσαν να κατανοήσουν. Και είµαστε οι αρχιτέκτονες και οι διακοσµητές του εαυτού µας. Μπορούµε να επιλέξουµε να αναθεωρήσουµε τις προοπτικές µας, να καλωσορίσουµε νέες ιδέες και να ξεφορτωθούµε αυτές που δεν µας προσφέρουν πλέον ικανοποίηση.

Δεν είναι πάντοτε εύκολο. Αλλά είναι το µόνο “σπίτι” που έχουµε.

* Ο Ev Williams είναι συνιδρυτής του Twitter και ιδρυτής των πλατφορµών Blogger και Medium

Η φωτογραφία του Ev Williams είναι από τον Jason Henry

.

.

** Κεντρική Φωτογραφία: Ένα χάρτινο ουράνιο τόξο διακοσµεί παράθυρο σπιτιού στο Greenwood Heights, στο Μπρούκλιν (Karsten Moran για τους The New York Times)
©2022 The New York Times Company and Evan Williams
Μετάφραση: Capital.gr/Οι Μεγάλες Ιδέες

Δείτε επίσης