Ενημέρωση γονέων!

Πέγκυ Παπαδοπούλου

απο Cyclades Open

«Ωωωχ….». Αυτό ήταν το μόνο που μπορούσε να πει ο Γιώργος, μόλις η δασκάλα τους μοίρασε τα “χαρτάκια” που αφορούσαν την “ενημέρωση γονέων”, με την ημερομηνία και την ώρα που θα γινόταν αυτή. Και με το δίκιο του ίσως.

«Γιατί βογκάς Γιώργο;» ρώτησε η Μαρίνα.

«Είναι να μη βογκάω; Ενημέρωση γονέων την Τετάρτη το απόγευμα. Αύριο δηλαδή!»

«Και τι μ’ αυτό; Λες και δεν ξανάγινε…»

«φφφφφφ….» ξε-φύσηξε ο Γιώργος. «Ούτε εσύ δεν με καταλαβαίνεις!»

«Εεεε… μάλλον εσύ δεν καταλαβαίνεις! Θα έρθουν οι γονείς, θα τους πει η δασκάλα τι δυσκολίες έχουν τα φετινά μαθήματα, σίγουρα θα τους πει ότι πρέπει να μάθουμε την προπαίδεια και να την παίζουμε στα δάκτυλα κιόλας κι ακόμη πιο σίγουρα θα πει για την ορθογραφία, τους κανόνες, τα ρήματα κι όλα αυτά. Χαράς το πράγμα!» Η Μαρίνα δεν έβρισκε κάποιον λόγο για να είναι τόσο στεναχωρημένος ο Γιώργος.

«Αυτό το λες εσύ!» Ο Γιώργος ήταν νευρικός αλλά και έτοιμος να βάλει τα κλάματα.

Η Μαρίνα τον κοίταξε καλά – καλά. Ο Γιώργος ήταν πάντα πολύ ζωηρός και “παλικάρι”. Δεν είχε στάξει ούτε ένα δάκρυ όταν έκοψε το δάκτυλό του με τη σελίδα του βιβλίου και έτρεχε αίμα – τότε που του είχαν βάλει κόκκινο ιώδιο και τραυμαπλάστ στο γραφείο της διευθύντριας και μετά όλη η τάξη τον κοιτούσε με θαυμασμό για το πόσο δυνατός ήταν. Τι συμβαίνει λοιπόν τώρα;

Αλλά όσο κι αν προσπάθησε η Μαρίνα, λέξη δεν του πήρε. Μόνο που κρατούσε το περίφημο χαρτάκι της ειδοποίησης στο χέρι του, μια το δίπλωνε, μια το ξε-δίπλωνε και φαινόταν έτοιμος να του δώσει ένα σουτ και να το στείλει στο καλάθι των αχρήστων.

«Μην ξεχάσεις να το δώσεις στους γονείς σου!» του είπε η Μαρίνα πριν φύγουν από το σχολείο και ο Γιώργος μόνο που δεν την έπνιξε! «Μα, τι στο καλό έχει πάθει αυτός;», σκέφτηκε το κοριτσάκι αλλά δεν έδωσε μεγαλύτερη σημασία. Η αλήθεια είναι πως ο Γιώργος ήταν πάντα λιγάκι “παράξενος”. Έτρεχε πάνω – κάτω και πέρα – δώθε στα διαλείμματα, του φαινόταν βαρετό να είναι καθιστός στη θέση του κατά την διάρκεια του μαθήματος με αποτέλεσμα να του κάνουν πολλές φορές παρατήρηση, ήταν πρώτος στα αθλήματα αλλά τελευταίος στην ορθογραφία και μπορούσε να στήσει γερό καβγά για το πιο απλό πράγμα του κόσμου – ας πούμε για μια γόμα που ήταν ωραιότερη από την δική του.

Μα, την επόμενη μέρα, την ημέρα της «ενημέρωσης», ο Γιώργος ήταν απαρηγόρητος. Καθόταν σε μια άκρη εντελώς φρόνιμος – αν είναι δυνατόν! – και δεν μιλούσε σε κανέναν. Μόνο μερικές φορές αναστέναζε λες και τον είχε βρει κανένα μεγάλο κακό. Μέχρι και η δασκάλα τους παρατήρησε ότι ήταν πολύ ήσυχος και του το είπε.

Στο διάλειμμα η Μαρίνα δεν κρατήθηκε. Δεν της είχε τραβήξει την κοτσίδα, δεν δοκίμασε το κολατσιό της, δεν της έκρυψε το βιβλίο για να την κάνει να το ψάχνει απεγνωσμένη νομίζοντας ότι το ξέχασε στο σπίτι ούτε μια φορά. «Είσαι άρρωστος;» τον ρώτησε.

«Αααχχχ…. Μακάρι και να ήμουνα!» απάντησε ο Γιώργος και τα μεγάλα μαύρα μάτια του ήταν συννεφιασμένα. «Ας είχα πυρετό, πονόκοιλο και πονόλαιμο μαζί! Ας πάθαινα κάτι πολύ σοβαρό να με πάνε στο γιατρό και να με κρατήσει εκεί πολλή ώρα!»

«Γιατί;» Πρώτη φορά τον έβλεπε έτσι το Γιώργο η Μαρίνα. Μπορεί να πονούσε όταν της τραβούσε τα μαλλιά αλλά τώρα τον λυπόταν.

Ο Γιώργος κοίταξε δεξιά, αριστερά, μην τους άκουγε κανείς. «Φαντάζεσαι να σκάσουν μύτη εδώ οι γονείς μου; Θα αρχίσει η δασκάλα μας να τους λέει τα … “κατορθώματά μου” το απόγευμα και θα τελειώσει την άλλη εβδομάδα!»

«Σώπα καημένε! Έχουν τόσα άλλα πράγματα να συζητήσουν!»

«Ναι. Θα πουν για τις γραμματικές και τις ορθογραφίες, θα πουν για τον πίνακα που χρειάζεται αλλαγή γιατί είναι γεμάτος τρύπες και δεν ξέρουμε πού μπαίνουν οι τόνοι αφού όλα τα γράμματα έχουν μια τελεία από πάνω τους, για τις εκπαιδευτικές εκδρομές και τέλος. Μετά, θα πιάσουν εμάς έναν – έναν!»

Αυτό δεν το είχε σκεφτεί η Μαρίνα είναι η αλήθεια. Ζύγισε την πληροφορία με το μυαλό της και μετά σήκωσε τους ώμους της σε ένδειξη αδιαφορίας. «Ε, και;» Στο βάθος πολύ της άρεσε που οι γονείς της θα ενημερώνονταν για την πρόοδό της. Ήταν πολύ περήφανη που δεν έκανε λάθη και που πάντα τελείωνε πρώτη τα γραπτά της. Καιρός λοιπόν να το μάθουν η μαμά και ο μπαμπάς από την ίδια την δασκάλα της!

«Εμ, εσύ δεν είσαι εγώ!» Ο Γιώργος μερικές φορές βιαζόταν και το μυαλό του έτρεχε με τους ίδιους ρυθμούς που έτρεχαν τα πόδια του. Ήταν αρκετά δύσκολο να τρέχει και το μυαλό όλων των άλλων για να τον καταλάβει, κι έτσι, ο περισσότερος κόσμος τον κοιτούσε σαν χαζός. Όχι όμως η Μαρίνα. Που κατάλαβε πάρα πολύ καλά – επιτέλους! – τι προβλημάτιζε το Γιώργο.

«Ωραία. Εσύ δεν είσαι το ίδιο καλός με εμένα σε ορισμένα πράγματα. Σε άλλα όμως είσαι καλύτερος – για παράδειγμα στη γυμναστική. Άρα η κυρία θα πει πού είσαι καλός και πού λιγότερο καλός. Το ίδιο δεν θα κάνει για όλους μας; Ποιο είναι το πρόβλημα λοιπόν κι από χθες που έμαθες για την ενημέρωση έχεις κατεβάσει τα μούτρα στο πάτωμα;»

«Αυτά τα λες εσύ, που είσαι πρώτη σχεδόν σε όλα. Για ρώτα κι εμένα όμως! Που θα πει μια καλή κουβέντα η κυρία και μετά θα πιάσει να θυμάται όλες μου τις κακές συμπεριφορές και τελειωμό δεν θα έχει! Χαρά που θα κάνουν οι γονείς μου!»

Η Μαρίνα το σκέφτηκε κι αυτό λιγάκι. Εδώ όμως δεν βρήκε κάτι για να τον παρηγορήσει. Γιατί ο Γιώργος τις περισσότερες φορές εμφανίζει αυτό που λένε «κακό εαυτό» του. Μετά βέβαια, ζητά “συγγνώμη” και υπόσχεται πως δεν θα το ξανακάνει – το συγκεκριμένο πράγμα τουλάχιστον. Έλα όμως που όλο και κάποια νέα σκανταλιά σκαρφίζεται!

«Θυμάσαι τότε που έβαλα εκείνο το βατραχάκι στην τάξη; Που χοροπηδούσε από θρανίο σε θρανίο και τσιρίζαμε όλοι μαζί;» Είχε αρχίσει μόνος του να απαριθμεί τα κατορθώματά του.

«Πώς δεν θυμάμαι! Η ίδια η κυρία διευθύντρια σε είχε μαλώσει γιατί λέει αυτό δεν ήταν σωστό για το ίδιο το ζωάκι. Υποσχέθηκες τότε να μην ξανακάνεις ένα τόσο κακόγουστο αστείο»

«Ναι. Και την επόμενη μέρα τι έκανα; Δεν έφερα το σπιρτόκουτο γεμάτο με μυρμήγκια; Και το έβαλα στο θρανίο της Χρυσάνθης που κατατρόμαξε όταν αυτά αρχίσανε να κόβουνε βόλτες μέσα στα τετράδιά της;»

«Πω – πω! Ήταν ανατριχιαστικό….. την καημενούλα…. Δεν έπρεπε να το κάνεις αυτό, αφού ξέρεις πόσο φοβητσιάρα είναι!»

«Ναι, αλλά η Χρυσάνθη είχε πει “στραβάδι” τον Μανώλη επειδή φορά γυαλιά. Ήταν δίκαιο αυτό; Καλά της έκανα για να μάθει να μην κοροϊδεύει».

«Ωραία λοιπόν, η κυρία θα τα πει όλα αυτά στους δικούς σου. Κι εσύ θα πεις για την άσχημη συμπεριφορά της Χρυσάνθης προς τον Μανώλη. Νομίζω ότι οι γονείς σου θα σε καταλάβουν» Η Μαρίνα δεν έβρισκε τίποτε το φοβερό σε αυτά όλα, τουλάχιστον όχι κάτι τόσο τρομερό που να κάνει τον Γιώργο να τρέμει σαν το ψάρι με την ιδέα και μόνο της ενημέρωσης γονέων.

«Ναι, καλά τα λες. Η κυρία λίγα θα πει, εκείνοι πολλά θα καταλάβουν κι εγώ ακόμη περισσότερα θα περάσω γιατί ο μπαμπάς δεν αστειεύεται! Θα μου τα ψάλλει πρώτα ένα χεράκι, μετά ένα δεύτερο χεράκι, μετά θα κάνει κήρυγμα η μαμά και στο τέλος, και οι δύο μαζί, σαν χορωδία, θα μου ορίσουν την τιμωρία μου». Απελπισμένος ήταν ο Γιώργος που έβλεπε ήδη με την φαντασία του το τι θα ακολουθούσε στο σπίτι του.

«Αμάν πια καημένε! Το πολύ – πολύ να σου κόψουν για μερικές μέρες την τηλεόραση. Πώς κάνεις έτσι;»

«Και την τηλεόραση θα μου κόψουν, και τις βόλτες με το ποδήλατο θα μου κόψουν και για ύπνο θα πηγαίνω από τις οκτώ, και φακές θα φάω…. Αλλά, το χειρότερο είναι πως δεν θα μου πάρουν εκείνο το τάμπλετ που μου υποσχέθηκαν για τα Χριστούγεννα. Καταστροφή δηλαδή! Αυτό να ξέρεις δεν θα το αντέξω! Όλοι οι φίλοι μου έχουν κι εγώ πρέπει να περιμένω τα Χριστούγεννα. Κι αν είμαι καλό παιδί μέχρι τότε!»

«Ωχ, φουκαρά μου, δεν σε βλέπω να το παίρνεις το τάμπλετ! Εσύ, να μείνεις τόσον καιρό φρόνιμος; Σαν πολύ δύσκολο μου φαίνεται!» Η Μαρίνα θα μπορούσε να συνεχίσει να τον πειράζει, αλλά τον είδε ειλικρινά πολύ λυπημένο. Αλλά τι να γίνει; Ο καθένας πληρώνει τα σφάλματά του κι ο Γιώργος θα έπρεπε να συνηθίσει την ιδέα. Ίσως αυτό να τον έκανε πιο προσεκτικό στο μέλλον και – γιατί όχι; – καλύτερο παιδί.

Γρήγορα όμως και οι δύο τους ξεχάστηκαν με τα μαθήματα της ημέρας κι ύστερα ήρθαν οι γονείς για την ενημέρωση και δεν είχαν την ευκαιρία να ξαναμιλήσουν. Η Μαρίνα έφυγε καμαρωτή – καμαρωτή κρατώντας το χέρι της μαμάς γεμάτη υπερηφάνεια που η δασκάλα της είχε πει ένα σωρό καλά λόγια για το πόσο καλή μαθήτρια αλλά – κυρίως – για το πόσο ώριμο και καλό παιδί είναι. Είχε ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά της.              

«Τελικά, πόση τιμωρία σου έβαλαν;» ρώτησε τον Γιώργο την άλλη μέρα πρωί – πρωί.

«Ε, όσο να πεις, ο μπαμπάς έκανε εκείνο το κήρυγμα για το πώς πρέπει να συμπεριφερόμαστε μέσα στην τάξη…» απάντησε ο Γιώργος αλλά δεν φαινόταν και πολύ προβληματισμένος. Η Μαρίνα περίμενε ότι θα είχε τα μούτρα κατεβασμένα μέχρι το πάτωμα – τουλάχιστον!

«Και μετά;»

«Τι μετά;»

«Τιμωρία δεν έπεσε;»

«Τς..» κούνησε το κεφάλι του αρνητικά ο Γιώργος και η Μαρίνα τον κοίταξε με τα μάτια τόοοσα μεγάλα από την έκπληξη.   

«Έλα Μαρίνα, κανονικά έπρεπε να χαίρεσαι που την γλίτωσα!» της είπε.

«Ναι, αλλά πώς τη γλίτωσες;»

«Η κυρία. Αυτή με βοήθησε»

«Η κυρία; Δηλαδή δεν τους τα είπε όλα;»

«Τους τα είπε. Κι όσα ακόμη εγώ δεν θυμόμουν. Ζήτησε μάλιστα να είμαι κι εγώ μπροστά»

«Ιιιιιιι !» έκανε έντρομη η Μαρίνα, «εγώ θα ευχόμουν να ανοίξει η γη να με καταπιεί!»

«Γιατί, πώς νομίζεις ότι ένιωθα εγώ; Αλλά τελικά, τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά»

«Για πες λοιπόν, για πες!» Τη Μαρίνα την έτρωγε η περιέργεια. Γιατί πώς ήταν δυνατόν ο Γιώργος, που συνήθως δεν θα τον έλεγες και το καλύτερο παιδί του κόσμου, να μην έχει φάει ούτε μια μικρή – έστω! – τόση δα κατσάδα;

«Λοιπόν. Έχουμε και λέμε : η κυρία τους είπε πως είμαι καλό παιδί, πραγματικά ΚΑΛΟ παιδί. Θυμήθηκε που κουβαλούσα την τσάντα του Βαγγέλη τότε που είχε σπάσει το χέρι του. Θυμήθηκε επίσης πως εγώ έφυγα τελευταίος από το αμφιθέατρο στη γιορτή της 28ης Οκτωβρίου, βοηθώντας τους δασκάλους και την καθαρίστρια να μαζέψουν το στολισμό. Μετά τους είπε πως είμαι πολύ καλός στα μαθηματικά και τους σύστησε να μου αγοράσουν πολλά σχετικά βιβλία, γιατί λέει πρέπει να ενισχύσουν αυτό μου το ταλέντο». Ο Γιώργος σε αυτό το σημείο φαινόταν να έχει ψηλώσει λιγουλάκι από χθες. Πάντως δεν έσκυβε το κεφάλι.

«Είδες που σου είπα ότι δεν έχεις λόγο να φοβάσαι;»

«Περίμενε, έχει κι άλλο. Μετά η κυρία θυμήθηκε όλες μου τις σκανταλιές. Το ότι είχα βάλει άρωμα στο μπολάκι με το νερό του αγιασμού και λίγο έλλειψε να πουν όλοι ότι έγινε θαύμα! Που πασάλειψα με μέλι το χερούλι της πόρτας στην τουαλέτα και όποιος μπαινόβγαινε κολλούσε ολόκληρος»

«Κατάλαβα. Είπε και για τα μυρμήγκια. Και για τους κόμπους που έκανες στο κορδόνι της σημαίας και δεν μπορούσαμε να κάνουμε ούτε έπαρση ούτε υποστολή» Ο Γιώργος γέλαγε καθώς η Μαρίνα μετρούσε στα δάκτυλά της τις ζαβολιές του. «Εγώ», του είπε στο τέλος, «αν σε είχα δικό μου παιδί, σίγουρα θα σε τιμωρούσα. Γιατί το παρακάνεις μερικές φορές!»

«Κι οι γονείς μου θα με τιμωρούσαν και σίγουρα πολύ αυστηρά. Όμως, η κυρία τους είπε πως με την τιμωρία δεν θα βγάλουν τίποτε. Το αντίθετο, θα με κάνουν περισσότερο φασαριόζο και ζαβολιάρη. Η κυρία είχε την ιδέα πως πρέπει να μου δώσουν περισσότερη σημασία, να μιλούν μαζί μου σα να είμαι μεγάλος κι όχι νιάνιαρο, και να μου αφιερώνουν περισσότερο χρόνο. Η μαμά το πήρε αυτό πολύ στα σοβαρά. Πες – πες, προφανώς έπεισε και τον μπαμπά».

«Είδες τι καλή που είναι η κυρία μας; Θα μπορούσε να σε κάψει καημένε μου!»

«Όπως φαίνεται τη γλίτωσα. Μάλιστα, νομίζω πως τώρα πια, δεν θα με τιμωρούν οτιδήποτε και αν κάνω. Νομίζω ότι πιστεύουν πως οι τιμωρίες δεν θα μου κάνουν καλό. Οπότε ναι, η κυρία μας είναι πολύ καλή και της χρωστάω χάρη!»

«Ωωω! Γι’ αυτό είσαι τόσο χαρούμενος σήμερα!»

Τα δύο παιδιά σκέφτηκαν λιγάκι. Πρώτη φορά συναντούσαν μια δασκάλα που δεν μάλωνε και που δεν ήθελε κι οι γονείς να μαλώνουν τα παιδιά τους. Η Μαρίνα κλωτσούσε ένα πετραδάκι. «Δεν θα ήταν όμως φρόνιμο να κάνεις χειρότερα πράγματα τώρα που ξέρεις ότι δεν θα σε μαλώνουν».

«Η αλήθεια είναι πως μου πέρασε αυτή η ιδέα από το μυαλό. Θυμάσαι εκείνο το βλίτο, την Ασπασία, που με είπε κοντοστούπη; Πολύ θα ήθελα να της έβαζα καρφίτσες στην καρέκλα της!» Ο Γιώργος γελούσε ήδη μοναχός του επειδή φανταζόταν την τρομαγμένη έκφραση της Ασπασίας. Βλέποντας όμως τη Μαρίνα να τον κοιτάζει με απογοήτευση, βιάστηκε να συνεχίσει.

«Κοίτα, χθες και προχθές πέρασα πολύ μεγάλη λαχτάρα. Είμαι πειραχτήρι και μου αρέσει, αλλά στην κυριολεξία τα χρειάστηκα με τα την ενημέρωση γονέων. Αν ήταν οποιαδήποτε άλλα δασκάλα, εγώ θα είχα κακά ξεμπερδέματα».

«Δίκιο έχεις. Και μη νομίζεις ότι επειδή δεν σε τιμώρησαν χθες οι γονείς σου δεν θα το κάνουν κάποια άλλη στιγμή που εσύ θα τους δώσεις την αφορμή», είπε η Μαρίνα.

«Αυτό φοβάμαι κι εγώ. Αν μια φορά στάθηκα τυχερός, δε σημαίνει ότι θα είμαι πάντα. Κι αν αλλάξει – προς το καλύτερο – η στάση των γονιών μου, πρέπει να κάνω κι εγώ το ίδιο από την δική μου μεριά». Ο Γιώργος έξυσε το κεφάλι του. «Ξέρεις, κατά βάθος δεν είμαι κακός, ούτε μου αρέσει να πληγώνω τους άλλους».

«Τότε πρέπει να βρεις έναν τρόπο ώστε … να κάνεις τα αστεία και τις πλάκες σου πιο … “νόστιμα”! Κι ίσως να ζητήσεις και καμιά συγνώμη – που να την εννοείς όμως! Έτσι τα άλλα παιδιά δεν θα σε φοβούνται, θα αποκτήσεις περισσότερους φίλους και δεν θα έχεις τον κίνδυνο μιας τιμωρίας να κρέμεται πάνω από το κεφάλι σου». Η Μαρίνα τον πήρε από τους ώμους. Θα τον πήγαινε κοντά στους άλλους συμμαθητές τους, έτσι, για να ξανα-γνωριστούν από την αρχή.  Και για να μην ξεχάσει εκείνες τις “συγνώμες” που χρωστούσε.

«Νομίζω ότι αυτό θα άρεσε στη μαμά μου – που πολύ στεναχωρήθηκε με τα χαμπαράκια μου τα χθεσινά. Αν και, ξέρεις, Μαρίνα, νομίζω ότι είδα το μπαμπά μου να κρυφο-γελάει μια-δυο φορές! Ποιος ξέρει; Μπορεί κι αυτός μικρός να ήταν κάπως σαν εμένα!»

«Ε, τότε, να πας να τον ρωτήσεις πώς ακριβώς κατάφερε να γίνει τόσο καλός άνθρωπος μεγαλώνοντας! Ίσως έτσι, μέχρι την επόμενη ενημέρωση γονέων, να μην έχεις να φοβηθείς τίποτε!»

Δείτε επίσης