Μια ιστορία Αγάπης που επιβίωσε του Ναζισμού

απο Cyclades Open

Η Δήμητρα Περλορέντζου έγραψε στον Ικαριολόγο για την Ημέρα Μνήμης των Θυμάτων των Στρατοπέδων Συγκέντρωσης μια υπέροχη ιστορία αγάπης που επιβίωσε από το Άουσβιτς-Μπιρκενάου. Μπορούν να γραφτούν δεκάδες χιλιάδες σελίδες και αναλύσεις, από τους κατοίκους πλησίον του στρατοπέδου όπου αναγκάστηκαν να θάψουν τους δολοφονημένους συνανθρώπους τους, μέχρι την απόφαση των ναζί να εξοντώσουν Εβραίους, αντιστασιακούς, ομοφυλόφιλους, Ρομ, ανάπηρους και οποιονδήποτε δεν βρίσκονταν κάπου ανάμεσα στα «Άρεια» στάνταρντ τους. Αυτό όμως που θα διαβάσετε αρκεί.

Γνώρισα την κυρια Άντα και τον κύριο Παναγιώτη στα έντεκα μου.
Μεγάλοι άνθρωποι πια έγιναν για μένα ένα άλλο είδος παππούδων.
Ένα παράξενο είδος παππούδων.
Γιατί δεν ήταν ένα ζευγάρι σαν όλα τ’αλλα.
Η κυρία Άντα ήταν σχεδόν δεκαπέντε χρόνια μεγαλύτερη από τον κύριο Παναγιώτη.
Πράγμα ανήκουστο για την εποχή.
Η κυρία Άντα επίσης ήταν Ιταλίδα και ο κύριος Παναγιώτης Έλληνας.
Και ήταν ένα άλλο είδος παππούδων γιατί δεν έχω ξαναδεί τέτοια αγάπη στην ζωή μου.
Γιατί δεν έχω ξαναδεί άντρα να φροντίζει και να νοιάζεται με τέτοιον τρόπο την γυναίκα του.
Γιατί ότι κι αν γίνονταν ήταν πάντα μαζί.
Γιατί ήταν το κορίτσι του.
Την κρατούσε από το χέρι και κάθε απόγευμα περπατούσαν δίπλα δίπλα στην θάλασσα στο μικρό χωριουδάκι του Αγίου Νικολάου της Αιδηψού.
Εκεί τους γνώρισα.
Πολύγλωσσοι και οι δύο απέπνεαν μια φινέτσα και μια αξιοπρέπεια που δεν είχα ξαναδεί στο αστικό περιβάλλον που μεγάλωνα.
Μια διαφορετική ματιά περί ζωής ίσως γιατί και οι δύο είχαν έρθει τόσο κοντά στον θάνατο.
Βλέπετε η Άντα ήταν Εβραία.
Κάποιο καλοκαίρι δεν άντεξα και ρώτησα τον κυρ Παναγιώτη ο οποίος με αγγάρευε κάθε μεσημέρι να μαζεύω άγρια βατόμουρα για την Άντα του γιατί;
-“Γιατί την αγαπάς τόσο πολύ”;
-“Γιατί της χρωστάω την ζωή μου Τουλίτσα μου, γιατί ότι είμαι και αν είμαι το χρωστάω σε εκείνη.
Γιατί θυσίασε την ζωή της για να ζήσω εγώ”.
Τον κοίταξα παραξενεμένη προσπαθώντας να καταλάβω .
Τον θυμάμαι να μου λέει…”θες αλήθεια να μάθεις γιατί αν θες θα πρέπει να αντέξεις ,θες”;
Ναι είπα και τότε η ιστορία ξεκίνησε.
Ο κυρ Παναγιώτης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα γιος μεγαλοαστού η οικογένεια διατηρούσε ένα εργοστάσιο πορσελάνης κάπου στην Καλλιθέα στα χρόνια της κατοχής ήταν ακόμα έφηβος και μην αντέχοντας της φρικαλεότητες των Ναζί μπήκε ενεργά στην αντίσταση.
Μέχρι που τον έπιασαν προδωμένος από τους συνεργάτες των Γερμανών.
Αντί να τον εκτελέσουν θεώρισαν καλύτερο λόγω ηλικίας και σωματικής διάπλασης να τον στείλουν στο Άουσβιτς.
Στο στρατόπεδο εξόντωσης των Ναζί στην Πολωνία.
Ίσως από τους λίγους Έλληνες μη Εβραίους που βρέθηκαν εκεί δηλωμένοι ως πολιτικοί εχθροί.
Στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς λοιπόν.
Ήταν είκοσι χρόνων και μόνος.
Και τότε την γνώρισε.
Η Άντα στα τριάντα πέντε Ιταλίδα Εβραία βρισκόταν στο στρατόπεδο λίγο καιρό πριν από τον Παναγιώτη.
Είχε δει τους γονείς της να πεθαίνουν στους θαλάμους αερίων με το που έφτασαν στο στρατόπεδο.
Νομίζω μαζί της ήταν και ο αδερφός της ο Τζουζέπε πολύ μικρότερος της τον γνώρισα και αυτόν ένα από τα καλοκαίρια που μέναμε μαζί.
Του έβγαζα μικρούς ιππόκαμπους από το νερό και του τους έβαζα στα χέρια για να χει την χαρά να τους απελευθερώνει στην θάλασσα.
Η Άντα λοιπόν.
Που ήταν θεόρατη πανέμορφη μορφωμένη και Εβραία.
Η Άντα που γνώρισε τον Παναγιώτη στα εργοστάσια παραγωγής του Άουσβιτς.
Η Άντα που τον ερωτεύτηκε και την ερωτεύτηκε με την πρώτη τους μάτια.
Που άντεξαν 2 χρόνια ζωντανοί μόνο και μόνο για να μπορούν να βλέπουν ο ένας τον άλλον λίγα λεπτά της μέρας όσο κατάφερναν κρυφά.
Η Άντα και ο Παναγιώτης που έγραφαν ο ένας στον άλλον ανταλλάσσοντας σημειώματα με τα μικρά Εβραιόπουλα και ρίσκαραν την ζωή τους κορώνα γράμματα για ένα Σ’αγαπώ.
Η Άντα που δεν έτρωγε την μερίδα της με το δελτίο την μισή εβδομάδα για να μπορεί να τρώει ο Παναγιώτης δύο.
Που τις έκρυβε με φόβο να την δουν και να την εκτελέσουν επί τόπου ώστε το βράδυ σκαστή από τους κοιτώνες να περνάει στους αντρικούς για να του δώσει το φαγητό της και να τον κρατήσει ζωντανό.
Η Άντα που πλήρωσε ότι είχε και δεν είχε από κρυμμένα πράγματα για να μην φτάσει ποτέ ο Παναγιώτης στο κρεματόριο ούτε ο ίδιος ξέρει πως.
Η Άντα που ένα βράδυ χειμώνα με το σκοτάδι το χιόνι και τα σκυλιά να τους κυνηγούν τον πήρε από το χέρι και δραπέτευσαν μαζί.
Και τα κατάφεραν και έφυγαν και περπάτησαν από την Πολωνία προς την Ελλάδα λίγο πριν την απελευθέρωση του στρατοπέδου συγκέντρωσης από τον Κόκκινο Στρατό.
Η Άντα που τον έντυνε με τα ρούχα της να μην πεθάνει στον βαρύ Πολωνικό χειμώνα.
Που του φορούσε μέχρι και τα εσώρουχα της μήπως καταφέρει και τον κρατήσει ζεστό.
Η ίδια μου είπε πως έκανε σχεδόν χωρίς ρούχα την διαδρομή ανάμεσα στα χωριά και της πόλεις με το χιόνι να ξεπερνάει το ένα μέτρο.
Είχα μείνει και την κοιτούσα αποσβολωμένη προσπαθώντας να καταλάβω.
Μου πει πως κρυβόντουσαν την μέρα στα βοβαρδισμένα σπίτια και περπατούσαν μονάχα την νύχτα.
Τα ρούχα της ήταν οι κουρτίνες των βοβαρδισμένων σπιτιών που έβρισκαν στο διάβα τους.
Χωρίς εσώρουχο πλενόντουσαν όταν μπορούσαν στα ποτάμια όταν το χιόνι έλιωνε.

Ο Παναγιώτης γύρισε στην Ελλάδα με βαριά βροχοπνευμονία και στα όρια της φθίσης.
Και εκείνη από τα κρυοπαγήματα έχασε την μήτρα και τις ωοθήκες της.
Η Άντα που δεν μπορούσε να κάνει πια παιδιά θυσίασε την ζωή της για την δική του.
“Τι κι αν δεν μπόρεσα να κάνω ένα παιδί Τουλίτσα μου, είχα τον Παναγιώτη μου και αυτό μου έφτανε
Αυτός ήταν το παιδί μου.”
Παντρεύτηκαν με την απελευθέρωση κατάφεραν και ξαναβρήκαν όσους δικούς της είχαν επιβίωσει ανάμεσα τους και τον αδερφό της τον Τζουζέπε σχεδόν συνομήλικο του Παναγιώτη.
Ανέλαβαν το εργοστάσιο πορσελάνης της οικογένειας και έζησαν μαζί αγαπημένοι και ήρεμοι ολόκληρη την ζωή τους.
Εγώ τους γνώρισα όταν ο Παναγιώτης ήταν στα εξήντα πέντε και η Άντα του στα ογδόντα.
Μεγάλωσα σχεδόν μαζί τους να τους βλέπω να χαϊδεύονται να χτενίζονται και να ταϊζουν ο ένας τον άλλον σαν έφηβα ερωτευμένα παιδιά.
Τους υπηρετούσα και τους εξυπηρετούσα με μια χαρά σχεδόν συνωμοτική.
Ο κύριος Παναγιώτης παράγγελνε για την Άντα του και εγώ εκτελούσα χωρίς δεύτερη λέξη μόνο και μόνο για να μαι παρούσα την στιγμή που θα της χάριζε το απογευματινό παγωτό ή εκείνο το μπολ με άγρια φραγκοστάφυλλα και βατόμουρα κι ας ήταν τα χέρια μου μέσα στα αίματα από τ’αγγάθια.
Η Άντα έφυγε στα ενενήντα της όταν ήμουν γύρω στα είκοσι.
Ο Παναγιώτης έφυγε νικημένος από την κατάθλιψη ένα χρόνο μετά.
Τόσο άντεξε χωρίς το κορίτσι του.
Χωρίς την Άντα του την Ιταλίδα Εβραία που θυσίασε την ζωή της για την αγάπη της.
Την Άντα που τον κράτησε ζωντανό μέσα στην φρίκη και τον θάνατο του Ναζιστικού Στρατοπέδου συγκέντρωσης Άουσβιτς Μπικερνάου.
Να τους θυμάστε μονάχα θέλω, εγώ έτσι κι αλλιώς δεν μπορώ να τους ξεχάσω.
Σας παρακαλώ να τους θυμάστε.
Αυτό μου φτάνει.

Δήμητρα Περλορέντζου.
27/1/2021.
Ημέρα μνήμης των θυμάτων των στρατοπέδων συγκέντρωσης.

Πηγή: Ικαριολόγος | 20/20 Magazine

Δείτε επίσης