Μιχάλης Βαρδάνης – Ο κόκκινος ίλαρχος [1936-14/01/2014]

- ΙΛΑΡΧΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ ΒΑΡΔΑΝΗΣ
- ΠΑΡΩΝ

απο Cyclades Open

Ο Μιχάλης Βαρδάνης γεννήθηκε στην Απείρανθο της Νάξου το 1936. Φοίτησε στο Γυμνάσιο Νάξου και στη συνέχεια στη Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε από την το 1958 με το βαθμό του Ανθυπίλαρχου.

Στις 28 Δεκεμβρίου 1966 μεταφέρθηκε από την Αλεξανδρούπολη, όπου υπηρετούσε, μαζί με άλλους αξιωματικούς, συνοδεία ενόπλου αποσπάσματος, για να καταθέσει ως μάρτυρα κατηγορίας κατά των 28 στρατιωτικών στη δίκη του «Ασπίδα», αυτός όμως υπερασπίστηκε τους κατηγορούμενους αξιωματικούς. Η στάση του τότε είχε ως αποτέλεσμα να σημειωθεί στον στρατιωτικό φάκελό του ότι ήταν «αριστερών αντιλήψεων».

Το 1967 υπηρετούσε ως Ίλαρχος σε μονάδα τεθωρακισμένων στο Πολύκαστρο Χαλκιδικής, αποσπασμένος, λόγω των «αριστερών αντιλήψεων» του σε ένα μικρό φυλάκιο στο βουνό. Την επομένη του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συνοδεία ενός ουλαμού αρμάτων, «μην τυχόν κάψω το βουνό», όπως αστειευόταν όταν εξιστορούσε το περιστατικό.

Στο στρατόπεδο τέθηκε σε περιορισμό μέχρι την αλλαγή Διοικητή της μονάδας. Όταν ανέλαβε τη διοίκηση ο Αντισυνταγματάρχης Σταύρος Κακαβέλας του ανέθεσε τη διοίκηση της 1ης Ίλης Αρμάτων και τον μύησε στο βασιλικό αντιπραξικόπημα. Ο «κόκκινος Ίλαρχος», όπως ήταν το προσωνύμιο του Βαρδάνη μεταξύ των χουντικών συναδέλφων του, προετοίμασε την Ίλη του, όμως στις 25 Οκτωβρίου 1967 καταδόθηκε από άλλους αξιωματικούς και αποτάχθηκε με Συντακτική Πράξη την επόμενη ημέρα ως «επικίνδυνος για τις Ένοπλες Δυνάμεις».

Μέχρι το τέλος της δικτατορίας θα σπουδάσει στη Νομική Σχολή, θα πάρει το πτυχίο του και θα ασκήσει τη δικηγορία για σύντομο χρονικό διάστημα.

Κατά τη διάρκεια της χούντας ο Μιχάλης Βαρδάνης συμμετείχε σε αντιδικτατορικές οργανώσεις αξιωματικών: Στην «Ένωση Εθνικής Σωτηρίας» των Ταγματαρχών Άγγελου και Κωνσταντίνου Πνευματικού, στους «Ελεύθερους Έλληνες» του Συνταγματάρχη Δημήτρη Οπρόπουλου, στην «Α-Α-Α» (Αντίσταση-Απελευθέρωση-Ανεξαρτησία») του Αντισμήναρχου Τάσου Μήνη και στο «Κίνημα του Ναυτικού», στο οποίο τον μύησε ο Ταγματάρχης Σπύρος Μουστακλής.

Συνελήφθη μαζί με τον Τάσο Μήνη τον Απρίλιο του 1972 για την δράση του στην «Α-Α-Α» και βασανίστηκε στα κρατητήρια του ΕΑΤ/ΕΑΣ, ενώ συνελήφθη και πάλι τον Σεπτέμβριο του 1972 για τη συμμετοχή του στους «Ελεύθερους Έλληνες». Βασανίστηκε για άλλη μια φορά στο ΕΑΤ/ΕΣΑ και φυλακίστηκε στον Κορυδαλλό, ενώ αφέθηκε ελεύθερος τον Δεκέμβριο του 1972.

Στο «Κίνημα του Ναυτικού» είχε αναλάβει την κατάληψη του ναυστάθμου της Σύρου. Στις 24 Μαΐου 1973 συνελήφθη μαζί με τον Σπύρο Μουστακλή και άλλους αξιωματικούς. Οι συλληφθέντες βασανίστηκαν στο ΚΕΣΑ Παπάγου, στα υπόγεια του Ναυτικού Νοσοκομείου και στα κρατητήρια του ΕΑΤ/ΕΣΑ από τον έφεδρο Λοχία Μιχαήλ Πέτρου, τον Ταγματάρχη Αναστάσιο Σπανό, τον Αντισυνταγματάρχη Νικόλαο Χατζηζήση, τον Επίατρο Δημήτριο Κόφα κ.ά.

Στο περιοδικό Επίκαιρα και τον δημοσιογράφο Κώστα Τσαρούχα περιέγραψε τη φρίκη που έζησε στο ΕΑΤ/ΕΣΑ:

Από την 1η μέχρι τις 14 Ιουνίου 1973, αρχίζει η σκληρότερη εμπειρία της ζωής μου με το άγριο ξύλο, το μαρτύριο της ορθοστασίας στο ένα πόδι, που ήταν ένα μαρτύριο καινούριο και εξοντωτικό. Μόλις παρέλυε το πόδι και έπεφτε, αυτοί ορμούσαν κυριολεκτικά να με κατασπαράξουν», το ηλεκτροσόκ, οι παραισθήσεις, το κτύπημα στις πατούσες κλπ. [….] Μια κουστωδία δημίων με οδηγούσε σε μια αγχόνη. Μια στήλη ηλεκτρικού φορτίου υπήρχε εκεί. Πολεμούσαν με κάθε μέσο να με ακουμπήσουν. Έβλεπα τον αφανισμό μου και προσπαθούσα να παρασύρω τουλάχιστον έναν απ’ αυτούς. Αυτό το κατάλαβα, όταν άκουσα μια κραυγή, του Μιχάλη (σημ: εννοεί τον Λοχία Μιχάλη Πέτρου) ίσως, που φώναζε: «Άτιμε πήρα κι εγώ». Αυτό ήταν, από κει κι ύστερα βρήκα πάλι τον εαυτό μου, αλλά ετοιμοθάνατο πλέον. Αισθανόμουν πως είχα παραμορφωθεί. Άκουγα όμως καθαρά φωνές από τους τοίχους «Βαρδάνη θα πεθάνεις» Ούρλιαζα και για να σταματώ τις κραυγές, ο «καλός μου» Μιχάλης έβαζε μοχλό το γκλοπ του στο στόμα μου φωνάζοντας: «Έχεις βρε κερατά και γερά δόντια».
[….]
Την επομένη μου έφεραν το χαρτί. Δεν ήξερα περί τίνος επρόκειτο. Μου υπενθύμισαν ότι είναι η κατάθεση που έδωσα. Τότε αρνήθηκα να υπογράψω, λέγοντας ότι δεν γνωρίζω τίποτα κι ότι πρώτη φορά ακούω για κατάθεση. Αυτό ήταν αρκετό για να με λειώσουν κυριολεκτικά. Γι’ αυτή τη στιγμή ό,τι και να πω μπορεί να ’ναι κάτω ή πάνω από την πραγματικότητα. Την έκταση όσων συνέβησαν και σήμερα ακόμη δεν μπορώ να τη δώσω στην κανονική τους διάσταση. Πρόκειται μάλλον για σεισμό, κάτι σαν αντάμωση άγριων φυλών σε ώρες τελετουργικές της μαύρης μαγείας. Θυμάμαι πως συμμετείχα κι εγώ σ’ αυτή την «εορταστική ατμόσφαιρα». Το αφιόνι μάλλον είχε κάνει καλά τη δουλειά του. Πάλευα, χτυπούσα και χτυπιόμουν στο ίδιο ρυθμό. Δυνάμεις χαμένες φάνηκαν εκείνες τις ώρες να με κυκλώνουν. Και πάλι χάος, ξανά αγαπημένες μορφές. Τώρα πια πνιγόντουσαν μπροστά μου και προσπαθούσα να τις σώσω μ’ όλες μου τις δυνάμεις. Μια θάλασσα είχε γίνει το κελί μου. Δεν ήξερα αν είμαι στο ίδιο. Δεν είχα καμιά αίσθηση τόπου και χρόνου. Ίσως ήταν μια στιγμή. Ίσως κι ένας αιώνας.
[….]
«Ένας νέος στη βάρδια του φέρθηκε, όσο μπορούσε φυσικά και με μεγάλο κίνδυνο ανθρώπινα. Μου ‘δωσε ένα ποτήρι αναψυκτικό και μου επέτρεψε για λίγο να καθίσω. Αυτό του δημιούργησε μύριους φόβους, γιατί ήταν δυνατό το μικρό αυτό λασκάρισμα να το πλήρωνε ακριβά. Κι αυτός ήξερε καλά, καλύτερα απ’ τον καθένα, πόσο κόστιζε το τίμημα αυτό. Ας είναι. Αν διαβάσει την μαρτυρία μου, ας μάθει πώς τον ευχαριστώ από καρδιάς.

[….]
Όσα έχω υποστεί δεν αξίζει καν να αναφερθούν, όταν υπάρχουν ο Σπύρος Μουστακλής, το ζωντανό αυτό μνημείο των βασανιστηρίων της ΕΣΑ, ο ανάπηρος συνταγματάρχης Δημήτρης Οπρόπουλος κι όταν θυμάμαι τα θύματα των βασανιστών που δεν επέζησαν για να γίνουν μάρτυρες της θηριωδίας των εγκαθέτων της χούντας.

Ο Μιχάλης Βαρδάνης αποφυλακίστηκε με την γενική αμνηστία στις 24 Αυγούστου 1973.

Στις 18 Ιουλίου 1974, λίγες ημέρες πριν τη μεταπολίτευση κι ενώ ήταν φανερό πως η Τουρκία θα εισέβαλλε στην Κύπρο μετά το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, μια ομάδα βασανισμένων από τη χούντα απότακτων αξιωματικών, στην οποία συμμετείχε ο Μιχάλης Βαρδάνης, έστειλε στον Αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων το παρακάτω τηλεγράφημα:

Αρχηγόν Ενόπλων Δυνάμεων ενταύθα.
Οι υπογεγραμμένοι τέως Αξιωματικοί, Λοχαγός Πεζικού Αρχάκης Αλέξανδρος, Λοχαγός Πεζικού Αρχοντίδης Νικόλαος, Ίλαρχος Βαρδάνης Μιχαήλ, Υποπλοίαρχος Π.Ν. Βασιλικόπουλος Λεωνίδας, πιστοί εις τον όρκον μας και εν όψει διαγραφομένης απειλής έναντι ακεραιότητος του Έθνους, θέτομεν εαυτούς εις την διάθεσιν της Πατρίδος.

Στη δίκη των βασανιστών του ΕΑΤ/ΕΣΑ στις 24 Αυγούστου 1975, σε ερώτηση ενός στρατοδίκη απάντησε: «Κύριε στρατοδίκα, δεν ήρθα με κέφι και με χαρά να καταθέσω. Και με κανένα αίσθημα εκδίκησης. Ακόμη μου έχει μείνει μια μελαγχολία».

Δεν είναι πολλοί, στην ιστορία, που να έχουν υποστεί βασανιστήρια και όχι μόνο να επιζήσουν και να στέκονται όρθιοι, αλλά και να βρεθούν μπροστά στους βασανιστές τους, σε θέση ισχύος. Και θα έλεγε κανείς ότι αυτό που θα πρέπει να ήταν το όνειρο κάθε θύματος, θα έδινε περισσότερη ή τουλάχιστον πιο φανερή ικανοποίηση. Εν τούτοις, αυτό το τόσο ανθρώπινο αίσθημα έλλειψε παντελώς από τη δίκη. Και θα ήταν χρήσιμο κάποτε η τηλεόραση να έδειχνε μερικές από τις θαυμάσιες μαρτυρίες, τις τόσο αποκαλυπτικές και τόσο ανθρώπινες, να τις ακούσουν όσοι ακόμη σήμερα και ίσως αύριο και μεθαύριο θα εξακολουθούν να αμφισβητούν και να ειρωνεύονται την «αντίσταση».

.

Αυτοί που διαλέγουν ένα δύο ονόματα αντιστασιακών της αρεσκείας τους, τους οποίους χατηρικώς παραδέχονται και σβήνουν όλους τους άλλους. Μα εάν ήταν έτσι, τότε γιατί όλη αυτή η οργάνωση του τρόμου; Γιατί τους βασάνιζαν; (ψέματα, υπερβολές λένε οι αντι-αντιστασιακοί). Γιατί τους έπιαναν; γιατί τους εξόριζαν; Γιατί οι Μπουμπουλίνες, τα Μπογιάτια, η ΕΣΑ; Ότι κοντά στους αυθεντικούς αυτούς ήρωες, στα γενναία παιδιά, θα γλίστρησαν και μερικοί κάλπηδες, αυτό τι σημασία έχει; Πάντοτε υπάρχουν οι επιτήδειοι, που βγαίνουν κερδισμένοι από κάθε πόλεμο, κάθε κρίση, κάθε αγώνα. Όπως και οι άλλοι, που δεν πληρώνουν κανένα λογαριασμό. Μέσα ο γιατρός Κόφας, έξω ο ιατροδικαστής Καψάσκης. Μέσα οι βασανιστές, έξω ο Λάμπρου. Μέσα οι πρωταίτιοι, έξω ο Ανδρουτσόπουλος. Ως πότε; Έχει κανείς κάθε δικαίωμα να ρωτάει».  

.

Ελένη Βλάχου, Καθημερινή, 28 Αυγούστου 1975

Ο Μιχάλης Βαρδάνης συνυπέγραψε την Ιδρυτική Διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ της 3ης Σεπτέμβρη 1974, ενώ στις εκλογές της 17 Νοεμβρίου 1974 ήταν υποψήφιος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ στις Κυκλάδες. Με 2,586 ψήφους ήρθε 2ος μετά τον Πέτρο Βάλβη. Μετά τις εκλογές σταδιακά απομακρύνθηκε από το ΠΑΣΟΚ, καθώς διαπίστωσε αποκλίσεις από τη διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη.

Μαζί με ένα μικρό αριθμό αξιωματικών εξαιρέθηκε από την αποκατάσταση των αντιστασιακών αξιωματικών το 1975. Μετά από κινητοποιήσεις, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Ευάγγελος Αβέρωφ το 1976, με ειδική νομοθετική ρύθμιση, τους ενέταξε και πάλι στις τάξεις του στρατού και τους αποδόθηκαν οι βαθμοί που είχαν χάσει.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, γνωρίστηκε με τον Χαρίλαο Φλωράκη, με τον οποίο ανέπτυξε στενή φιλία. Μιλώντας σε εκδήλωση για την επέτειο των 3 ετών από το θάνατο του Προέδρου του ΚΚΕ είχε πει: «Κάθε φορά που μιλούσα μαζί του είχα την αίσθηση πως συνομιλούσα με τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας». Είχε προτείνει τότε η στρατιωτική τακτική που ακολούθησε ο Φλωράκης, ως αρχηγός στρατιωτικού τμήματος του Δημοκρατικού Στρατού, καθώς και η αποστολή του μετά τον Εμφύλιο, για να περάσει μαχητές του ΔΣΕ έξω από τα σύνορα, να διδάσκεται στις στρατιωτικές ακαδημίες ως υπόδειγμα τακτικής και στρατηγικής.

Αποστρατεύτηκε το 1990 με το βαθμό του Υποστρατήγου. Έκτοτε συμμετείχε στο ΚΚΕ, ενώ για δέκα χρόνια, από το 1995 έως το 2005, διετέλεσε Πρόεδρος του Συνδέσμου Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών περιόδου 1967-1974.

Ο Μιχάλης Βαρδάνης έφυγε από τη ζωή στις 14 Ιανουαρίου 2014.

-ΙΛΑΡΧΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ ΒΑΡΔΑΝΗΣ!    

.

-ΠΑΡΩΝ!

.

-ΑΝΑΦΟΡΑ ΙΛΑΡΧΕ !

.

Σαν σήμερα… στις 14 Ιανουαρίου 2014 έφυγε ο κόκκινος ίλαρχος , ο δικός μας αγαπημένος αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, ο Μιχάλης Βαρδάνης, μια από τις κυριότερες μορφές της αντίστασης εναντίον της Χούντας των Συνταγματαρχών.

.

«Ξέρεις να οδηγείς, σε ρώτησα, Εγώ, πως δεν ξέρω, και βέβαια οδηγώ τάνκς, απάντησες.

.

Απ’ τ’ Απεράθου είμαι, εκεί μεγάλωσα, πρόσθεσες και κοίταξες μπας και σε αμφισβητήσει κανείς ή μήπως και δε γνώριζε κατά πού πέφτει η Απείραθος της Νάξου.

.

Με τον καιρό μάθαινα τι πάει να πει τούτο, γιατί η περηφάνια, γιατί δήλωνες συγχρόνως πως η καταγωγή σου είναι απ’ τα Σφακιά.

Έλεγες και κείνα τ’ ανέκδοτα και γέλαγες πριν απ’ όλους κι ύστερα σ’ ακολουθούσαμε γιατί ήτανε και αληθινά μα τα ‘λεγες κι ωραία.

Άλλ’ μια βολά πάλε… και τράβαγε κορδόνι ο λόγος σου απ’ της μάνας σου τις αφηγήσεις, απ’ των παλιότερων τις μνήμες κι απ’ τις δικές σου επίσης.

Κάθε μια λέξη Απεραθίτικη και κάτι ξέχωρο, κάθε δυο μαζί και πιότερες ανέκδοτο κι άξιο να περάσει από στόμα σε στόμα, να μείνει, να διασκεδάσει, να παραδειγματίσει. Ιστορία αντάμα με μοναδική τέχνη του λόγου, σκωπτικά παράλληλα με δράμα και συ πηγή αστείρευτη,

Η μανούλα μου, έλεγες και ξεκίναγες ατέλειωτους στίχους μοναδικούς, ανεπανάληπτους, ποιήματα ν’ ακούς να ευφραίνεσαι.

Χόρεψες μια φορά και το ζεμπέκικο, σταμάτησαν όλοι οι άλλοι να καμαρώσουν, ν’ απολαύσουν, να ζηλέψουν, τώρα σου χτυπάνε τα παλαμάκια εκεί πάνω οι άλλοι δικοί σου …

Θα γίνει κίνημα, ετοιμάσου, σου είπε καιρό πριν και συ κράταγες γεμάτα τα άρματα περιμένοντας το σύνθημα, τα βρήκαν και σε πέταξαν έξω απ’ το στρατό χωρίς πολλά πολλά, σου κράταγαν βλέπεις κάμποσα απ’ την άλλη υπόθεση που την είπαν ΑΣΠΙΔΑ.

.

Πολίτης πια, και το Δεκέμβρη στις 13 του 67 μαζί με τον Οπρόπουλο κι άλλους μάταια περιμένατε με τις στολές έτοιμες  ν’ αναλάβετε μονάδες στην Αττική, μάταια,  όμως δε σταματήσατε να «συνωμοτείτε», να σχεδιάζετε…

Είσαι για την Κύπρο, σε ρώτησε ο Γρίβας κι είπες ναι, άλλο γιατί και πώς δεν έγινε δυνατό να κατέβεις.

.

Με το Μήνη κάνατε ότι κάνατε και ταράχτηκε όχι μια και δυο μα πάνω από είκοσι μετρημένες φορές η χούντα από τις βόμβες, τον πιάσανε κείνον μαζί με τον Παντελάκη και τους βασανίζανε μήνες,

Εκατόν έντεκα μέρες στην ΕΣΑ, έγραφε και διατυμπάνισε ο Μήνης σ’ ολόκληρο τον κόσμο.

Εσένα δε σε συλλάβανε τότε, ούτε κανέναν άλλον γιατί δε μίλησαν.

Είσαι να βοηθήσουμε τους ναυταίους, κάτι ετοιμάζουν, σε ρώτησε ο Μουστακλής, σας σιδερώδεσαν μαζί μ’ ένα σωρό ακόμα και να στην ΕΣΑ να σε λιανίζουν για το Κίνημα του Ναυτικού.

Σε κουβάλαγαν απ’ το ΚΕΣΑ του Παπάγου στο κολαστήριο κάτω απ’ το Ναυτικό Νοσοκομείο, να σε τσακίζουν εκεί και πιο δίπλα το Μουστακλή, μέχρι που σακάτεψαν τον πολεμιστή της αντίστασης κατά των Γερμανών, τον μαχητή του εμφυλίου, τον άντρα που ‘χε λόγο και φέρσιμο ίσο και βαρύ, που τους έβριζε και του έλειωσαν το κορμί τόσο που τρόμαξαν, και τότε μόνο τον παράτησαν κι από κοντά και σένα, μέρες πολλές μετά που ‘χαν αρχίσει να σας οργώνουν, τα κτήνη.

Στις δίκες τους, Όχι δεν τους μισώ, κατάθεσες, με πιάνει μια μελαγχολία μονάχα, γιατί κατάντησαν να βασανίζουν ανθρώπους, ανεξάρτητα αν φόραγαν κι αυτοί κι εμείς στολή!

.

Στο Συμβούλιο της Επικρατείας, σ’ εσένα έναν αντιστασιακό αξιωματικό, αρνήθηκαν να λάβουν υπόψη τους τα προσόντα και κύρια την προσφορά σου υπέρ της πατρίδας και της δημοκρατίας με τους όποιους αγώνες κατά της δικτατορίας, το θυμάσαι Ίλαρχε;

.

Γελάσαμε πικραμένα εκεί για τον ίδιο λόγο, ενώ τις μέρες εκείνες προάγονταν σωρηδόν δωσίλογοι, νενέκοι, ακόμα και καταχραστές, ακόμα και ποινικά κολάσιμοι, γέμισε η χώρα μας ανωτάτους κι έτσι το αντιστασιακός κατάντησε σε εισαγωγικά, κάθε πολυκατοικία και ναύαρχος, κάθε όροφος και στρατηγός.

.

Και σήμερα αναζητούνται οι λόγοι που μερικοί, λίγοι, ελάχιστοι με στολή, αρκετοί όμως για να βρωμίσει η πίτα, έβαλαν κι αυτοί τα χέρια στο μέλι κοντά στα μεγάλα λαμόγια της νυν, τέως και πρώην εξουσίας και κάθε εξουσίας.

Μου ‘παν πως τ’ αξίζω και δέχτηκα τον τελικό βαθμό, απάντησες και πράγματι, μα φαινόταν καθαρά πως χατίρι τους είχες κάνει.

.

Σε κανέναν δεν χρωστάς και συ Μιχάλη, σε κανέναν!

.

Για δέκα και πάνω χρόνια δούλεψες καλά αργότερα, πολύ καλά θα ‘λεγα, στον ίδιο χώρο που σ’ είχαν βασανίσει, δίπλα ακριβώς στα κελιά του τότε ΕΑΤ/ΕΣΑ που σήμερα επισκέπτονται τα παιδιά κι ανατριχιάζουν και μόνο απ’ τη θέα τους, σ’ εκλέξανε πρόεδρο στον μοναδικό στη χώρα μας σύλλογο με εκπροσώπους όλων των ιδεολογιών, έξω απ’ την ακροδεξιά και τους φασίστες, γιατί ακριβώς τέτοιους είχαν πολεμήσει τα μέλη του, σύμπραξες συνετά με Κεντρώους, Κεντροαριστερούς, Κομμουνιστές, Σοσιαλιστές, Νεοδημοκράτες, Σοσιαλδημοκράτες μίλησες συνετά και κατόρθωσες να συνεχίσει τον αγώνα του ο Σύνδεσμος Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών.

.

Τα λέγατε με το Φλωράκη συχνά, πίνατε κι από λίγο Ναξιώτικο, σ’ εκτιμούσε κείνος ο βράχος, όχι μονάχα για τον χαρακτήρα σου, όχι μονάχα για την καλή παρέα, αλλά και για την στήριξή σου στο Κόμμα, για τον λόγο τον καλό και ευαίσθητο κάθε τρεις και λίγο στα γραφτά σου, για τα πύρινα κείμενά σου στα θέματα των εργατών, των ανθρώπων του μόχθου, για τον αντιφασισμό σου, μπράβο σου Ίλαρχε, νομίζουν πως δεν ξενερίζουν εύκολα τέτοιοι, έτσι που ‘χουν τσιμεντάρει το στρατό!

.

Τώρα κάνε ελεύθερα την άσεμνη χειρονομία στο χάρο που σε πήρε φίλε και διάβασε την αναφορά σου στον Μήνη, τον Μουστακλή, τον Οπρόπουλο, τον Στάπα, τον Χαρίλαο, το Στέφανο, τους ασυμπίεστους… πες τους για την κατάντια που ‘χουν οδηγήσει τον τόπο μας ξένοι και ντόπιοι, οι ίδιοι όπως πάντα δωσίλογοι, οι ίδιοι ριψάσπιδες, οι Νενέκοι, τα ίδια λαμόγια, ναι αυτοί, πώς αλλιώς να τα πεις αυτά, καπιταλισμό;

.

Εν τάξει Ίλαρχε.

Άντε τώρα να ηρεμήσεις, τ’ αξίζεις… και θα τα ξαναπούμε… αργότερα.

ΙΛΑΡΧΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ ΒΑΡΔΑΝΗΣ!      ΠΑΡΩΝ!

ΑΝΑΦΟΡΑ ΙΛΑΡΧΕ !

.

Αρχιπλοίαρχος ε.α. Αντώνης Κακαράς

Δείτε επίσης