Βιβλίο: “Θάνατοι στην Χούντα” του Δημήτρη Βεριώνη από τις “εκδόσεις Τόπος”

απο Cyclades Open
ΒΙΒΛΙΟ ΧΟΥΝΤΑ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΠΟΣ

Την Δευτέρα 4 Μαρτίου και έπειτα από 10 χρόνια εντατικής έρευνας και συγγραφής κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τόπος το βιβλίο του Δημήτρη Βεριώνη “Θάνατοι Στη Χούντα”,

50 χρόνια μετά την πτώση της χούντας για πρώτη φορά παρουσιάζονται λεπτομερώς όλες οι περιπτώσεις των θανάτων που συνδέθηκαν με το καθεστώς.

Θάνατοι λόγω αντιδικτατορικής δράσης, «αυτοκτονίες», «ατυχήματα», «ασθένειες», «εξαφανίσεις». Θάνατοι συνεπεία κακουχιών από τις εξορίες και πολυάριθμες ακόμα φημολογούμενες περιπτώσεις ανώνυμων και επώνυμων προσώπων παρουσιάζονται αναλυτικά σε αυτή την πολυετή, προσωποκεντρική έρευνα.

247 κατονομασμένες περιπτώσεις θανάτων για τους οποίους ευθυνόταν ή κατηγορήθηκε το καθεστώς και οι κύκλοι του. Πάνω από 250 συνεντεύξεις οικείων προσώπων, 290 φωτογραφίες, άγνωστα ή δημοσιευμένα αρχεία και μαρτυρίες αποτυπώνουν για πρώτη φορά τις ιστορίες των θυμάτων της χούντας, συνολικά και εξατομικευμένα.

Όπως αναφέρει ο συγγραφέας “η ιστορική αλήθεια αναζητά τις πραγματικές της διαστάσεις μέσα στις ανείπωτες προσωπικές μαρτυρίες και βιώματα, στα «ψιλά γράμματα» και σε όσα αφέθηκαν στη σιωπή. Διερευνώνται υποθέσεις γνωστές ή κρυμμένες στην αφάνεια που περιμένουν να δικαιωθούν από την ιστορική μνήμη.

Με την έρευνα αυτή επιστρέφουμε στους ανθρώπους που τους χρωστάει η Ιστορία. Αυτή ήταν η ζωή τους και αυτός ο θάνατός τους”.

Ο Δημήτρης Βεριώνης είναι απόφοιτος των τμημάτων «Ελληνικός Πολιτισμός» και «Ευρωπαϊκός Πολιτισμός» του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, καθώς και της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης & Αυτοδιοίκησης (ΕΣΔΔΑ). Επίσης έχει κυκλοφορήσει πέντε δίσκους ως τραγουδοποιός και έχει γράψει μουσική για θέατρο.

Απόσπασμα από την εισαγωγή του βιβλίου, όπως δημοσιεύτηκε στην “Εφημερίδα των Συντακτών

(…) Η παρούσα έρευνα επιχειρεί να καταγράψει όλες τις περιπτώσεις θανάτων που διαπιστώθηκε ότι έχουν αναφερθεί στον Τύπο και τη βιβλιογραφία ή από το οικείο περιβάλλον των θανόντων την περίοδο της δικτατορίας και τους πρώτους μήνες της Μεταπολίτευσης και για τις οποίες υποστηρίχθηκε ότι το δικτατορικό καθεστώς της 21ης Απριλίου ή κύκλοι του φέρουν άµεση ή έµµεση ευθύνη. Η έρευνα στόχευσε στην αναζήτηση όλων των γνωστών και άγνωστων περιπτώσεων, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον στους ίδιους τους ανθρώπους.

Κρίθηκε σωστό, εκτός από την περίοδο της χούντας, να γίνει αναφορά και σε περιπτώσεις θανάτων που συνέβησαν κατά τους πρώτους µήνες της Μεταπολίτευσης, καθώς το διάστηµα αυτό παρέµεναν ισχυρές οι προσκείµενες στο δικτατορικό καθεστώς δυνάµεις και υπήρξαν καταγγελίες και µηνύσεις για περιπτώσεις ύποπτων θανάτων.

Καταγράφονται οι γνωστές περιπτώσεις δολοφονιών, θάνατοι συνεπεία αντιδικτατορικής δράσης, θάνατοι συνεπεία της δράσης των µηχανισµών του καθεστώτος, περιπτώσεις θανάτων που καταγγέλθηκαν ως συγκαλύψεις δολοφονιών από το οικείο περιβάλλον των θανόντων, αυτοκτονίες ως πολιτικές πράξεις διαµαρτυρίας, θάνατοι συνεπεία των κακουχιών και των συνθηκών εξορίας, καθώς και εξαφανίσεις (…) Τέλος, διαχωρίζονται κάποιες υποθέσεις θανάτων για τις οποίες λανθασµένα υποστηρίχθηκε ότι υπήρχε ευθύνη του καθεστώτος.

Η έρευνα ξεκίνησε από τον μουσειακό χώρο του Συνδέσμου Φυλακισθέντων Εξορισθέντων Αντιστασιακών

Το ζήτηµα των νεκρών του Πολυτεχνείου αναλύεται σε χωριστό κεφάλαιο, λόγω της ιδιαίτερης ιστορικής και πολιτικής σηµασίας του, αλλά και της πολυπλοκότητάς του. Στο συγκεκριµένο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι τεκµηριωµένες περιπτώσεις θανάτων, ακολουθούν οι περιπτώσεις ανθρώπων που απεβίωσαν το επόµενο διάστηµα και ο θάνατός τους σχετιζόταν, σύµφωνα µε πολλές ενδείξεις, µε τη δράση τους.

Κατόπιν, παρουσιάζονται οι περιπτώσεις ανθρώπων που απεβίωσαν αρκετά αργότερα, συνεπεία του τραυµατισµού τους κατά τη διάρκεια των γεγονότων και, τέλος, αναλύεται –µε όσα στοιχεία κατέστη δυνατό να συλλεχθούν– το εκκρεµές ζήτηµα των φηµολογούµενων επώνυµων θυµάτων και των ανώνυµων περιπτώσεων θανατηφόρων συµβάντων.

Δε θα πρέπει να παραβλεφθούν οι προσπάθειες συγκάλυψης ή συσκότισης όλων των περιπτώσεων θανάτων επί χούντας που σήµερα έχουν αναγνωριστεί ως δολοφονίες· το καθεστώς επιστράτευσε εξοστρακισµένες σφαίρες, πνιγµούς, ψυχικές και σωµατικές ασθένειες, απροσδιόριστες ταραχές, περίεργα ατυχήµατα, ύποπτες αυτοκτονίες και πολλά ακόµα, επιχειρώντας να αποδοµήσει τις κατηγορίες εις βάρος των οργάνων του και να αποσείσει τις ευθύνες του. Αυτό δεν καθιστά δολοφονία κάθε ύποπτο θάνατο, αλλά αφήνει να διαφανεί το πλαίσιο µέσα στο οποίο πολλές περιπτώσεις είναι πιθανό να αποκρύφθηκαν. Αυτό που εντυπωσιάζει τον ανυποψίαστο για τα πεπραγµένα του χουντικού καθεστώτος είναι η διαρκής προσπάθεια συγκάλυψης και άρνησης των ευθυνών· αν πράγµατι οι άνθρωποι της χούντας πίστευαν τόσο στην ορθότητα όσων έκαναν, γιατί δεν παραδέχθηκαν µε περηφάνια και αίσθηση καθήκοντος όσες δολοφονίες, όσα βασανιστήρια αποδείχθηκαν; Διότι, προφανώς, γνώριζαν πολύ καλά πως το σύνολο της δραστηριότητάς τους ήταν έκνοµο και, πάνω απ’ όλα, δε διέθεταν το ελάχιστο ηθικό ανάστηµα της ειλικρίνειας και της παραδοχής, πόσο µάλλον της µετάνοιας. (…)

«Η απρόθυμη αντιπολίτευση»

Η δικηγόρος Φιλάνθη Ψυρρή μέσα από τις «κατ’ αγνώστων αυτουργών και συμμετόχων» μηνύσεις της αγωνίστηκε να αναδείξει δεκάδες υποθέσεις ύποπτων θανάτων κατά την περίοδο της χούντας

(…) Οµως, το πολιτικό τοπίο δεν ήταν ξεκάθαρο. Η µετάβαση στη δηµοκρατία δεν ήταν ούτε δεδοµένη ούτε ξεκαθαρισµένη. Η πτώση των επικεφαλής του δικτατορικού καθεστώτος δεν σήµαινε σε καµία περίπτωση ξερίζωµα των µηχανισµών του, των δυνάµεων που το συντηρούσαν, των οµάδων που το ενίσχυαν, των θεσµικών οργάνων που το επέβαλαν και το διατήρησαν. Οι ρίζες του δεν ήταν ρίζες χρόνων, αλλά δεκαετιών. Η πτώση της χούντας δε σήµαινε ξήλωµα όλων των στρατιωτικών, δικαστικών, αστυνοµικών αρχών που τη στήριξαν και την τροφοδότησαν µε τα πεπραγµένα τους. Οι ίδιοι άνθρωποι, µε µεγαλύτερο ή µικρότερο ρόλο στο στρατό, στην αστυνοµία, στο δικαστικό σώµα, αλλά και σε άλλα θεσµικά όργανα, παρέµειναν στη θέση τους. Με την πολεµική κρίση µε την Τουρκία σε πλήρη εξέλιξη, αλλά και µε τις ίδιες οµάδες –προσκείµενες ή φιλικά διακείµενες προς το χουντικό καθεστώς– να παραµένουν πολύ ισχυρές, δεν έγιναν µαζικές αποστρατεύσεις στρατιωτικών, δεν έγιναν εκκαθαρίσεις στην αστυνοµία και στο δικαστικό σώµα ή όπου αλλού θα ήταν απαραίτητο να γίνουν επεµβάσεις προς την κατεύθυνση του εκδηµοκρατισµού της χώρας. Οπως σηµειώνει ο Γ. Παυλάκης, φοιτητής τότε της Ιατρικής και οργανωτής του ιατρείου του Πολυτεχνείου, «εµείς ήµασταν ακόµα αντίσταση, δεν ήµασταν το κράτος. Δηλαδή όπως ο Καραµανλής κοιµόταν κάθε βράδυ σε άλλο σπίτι και τώρα το ξέρουµε και το καταλαβαίνουµε, έτσι κι εµείς ήµαστε µεταξύ νοµιµότητας και παρανοµίας». (…)

(…) Παρά τα επίµονα αιτήµατα απαρχειοθέτησης των υποθέσεων που κατέθεσε η δικηγόρος Ψυρρή –πιθανότατα και άλλοι δικηγόροι– οι υποθέσεις αυτές σφραγίστηκαν «ελλείψει στοιχείων», αφήνοντας πίσω τους την πικρή αίσθηση της µη δικαίωσης, της µη διάκρισης ένοχων και αθώων περιπτώσεων προς όφελος ενός ασαφούς, υποθετικού και τελικά άδικου «κοιτάµε µπροστά και δεν ξεσκεπάζουµε τις πληγές», προς όφελος όσων η ενοχή αποσιωπήθηκε.

Με τον τρόπο αυτό, αγνοήθηκε ο πόνος που προκλήθηκε σε πλήθος οικογενειών, ενώ πρόσωπα από τα οποία ενδεχοµένως στερήθηκε το ιερό αγαθό της ζωής παρέµειναν αποσιωπηµένα, αποστερηµένα από δικαιοσύνη, θύµατα για δεύτερη φορά από τα προτάγµατα των κρατικών µηχανισµών και την ατιµωρησία των ενόχων, που κατάφεραν να καλύψουν τα εγκλήµατά τους.

Περίπτωση Λάμπρου Τζιάνου – Αναφέρθηκε ως αυτοκτονία ή πνιγμός λόγω αναρρόφησης

O 20χρονος φοιτητής της Φαρμακευτικής Λάμπρος Τζιάνος συμμετείχε ενεργά στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Βρέθηκε δολοφονημένος στο σπίτι του τον Δεκέμβριο του 1973 και ο θάνατός του επίσημα αποδόθηκε σε πνιγμό ή αυτοκτονία

(…) Σύµφωνα µε την επίσηµη εκδοχή, ο Λάµπρος Τζιάνος βρέθηκε νεκρός, ντυµένος στο κρεβάτι του µε µια διάφανη νάιλον σακούλα να καλύπτει ολόκληρο το κεφάλι του, έχοντας υποστεί αναρρόφηση εµετού· το πρόσωπό του ήταν µελανιασµένο και ο θάνατος επήλθε από ασφυξία. (…) Οµως η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. Ο αδελφός του Λάµπρου, Δηµήτρης Τζιάνος, απορρίπτει όσα γράφουν τα δηµοσιεύµατα της εποχής (…)

Οταν µπήκε, αντίκρισε τα πάντα να είναι σπασµένα και να υπάρχουν αίµατα σε δύο δωµάτια του σπιτιού και το Λάµπρο στο κρεβάτι του νεκρό, µε µια νάιλον σακούλα στο κεφάλι. Υπήρξε η φήµη ότι βρέθηκε κοντά του ένα κοµµάτι σύρµα, αλλά, όπως λέει ο Δηµήτρης Τζιάνος, «στο λαιµό του Λάµπρου υπήρχε από άκρη σε άκρη ένα σηµάδι, η γραµµή που αφήνει, σαν αυλάκι, κάποιο αντικείµενο σαν σύρµα». (…) Ο Δ. Τζιάνος πιθανολογεί ότι κάποιοι που γνώριζαν ότι ο Λάµπρος ήταν µόνος στο σπίτι χτύπησαν το κουδούνι, ο Λάµπρος ανυποψίαστος άνοιξε την πόρτα, εισέβαλαν τα «άγνωστα» αυτά πρόσωπα µε προφανείς σκοπούς, ακολούθησε πάλη στην προσπάθειά των αγνώστων να τον ακινητοποιήσουν, ο Λάµπρος µάλλον δοκίµασε να διαφύγει προς το δωµάτιό του, εκεί ακινητοποιήθηκε µε κάποιον τρόπο –είτε ήταν αρκετοί οι εισβολείς είτε τον σταµάτησαν υπό την απειλή όπλου– και τον στραγγάλισαν, πιθανώς µε σύρµα. «Ο Λάµπρος πρέπει να αγωνίστηκε πολύ για τη ζωή του, πρέπει να χτύπησε κι αυτός τους εισβολείς, όλα ήταν σπασµένα και υπήρχαν αίµατα παντού», αναφέρει ο Δ. Τζιάνος. (…)

Περίπτωση Καΐλη – Aναφέρθηκε ως αυτοκτονία-πτώση εξ ύψους

O 24χρονος φοιτητής της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών Γιάννης Καΐλης συμμετείχε ενεργά στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Βρέθηκε δολοφονημένος στα Εξάρχεια τον Φεβρουάριο του 1974. Η χούντα απέδωσε τον θάνατό του σε αυτοκτονία

(…) Σε ρεπορτάζ του Γ. Γεωργακάκη για το περιοδικό Ταχυδρόµος, η πεπειραµένη νοσοκόµα Τριανταφυλλιά Τσούτσια, που έντυσε το νεκρό πριν την κηδεία στο Δίστοµο, απέκλεισε την αυτοκτονία από πτώση: «Από όσο ύψος και να είχε πέσει, δε θα είχε τέτοια χάλια…». (…) «Σκέφτηκα ότι το κεφάλι θα έπρεπε να έχει ανοίξει. Εψαξα καλά, έχωσα το χέρι µου µέσα στα µαλλιά, αλλά δε διέκρινα ίχνος αµυχής, τίποτα. Το δέρµα µονάχα υποχώρησε, γιατί τα κόκκαλα του κεφαλιού είχαν σπάσει σχεδόν όλα […] είχαν γίνει θρύψαλα. Αλλά και τα κόκκαλα της λεκάνης τα ίδια, θρύψαλα. Το δέρµα, όµως, κι εδώ ούτε γρατζουνιά» –πέρα από ένα µεγάλο σηµάδι στην πλάτη («σαν βουρδουλιά») και ένα µαύρισµα στο αριστερό µάτι. (…) Ο Λουκάς Θ. Ζάκκας, που έντυσε µαζί µε τη νοσοκόµα το νεκρό, αναφέρει (…) αυτό που µου είχε κάνει φοβερή εντύπωση ήταν ότι στο πάνω µέρος της παλάµης, και στα δύο χέρια, εκεί όπου χωρίζονται τα δάχτυλα, ήταν πιεσµένα, βουλιαγµένα από πάνω, τρυπηµένα. Του είχαν κάνει βασανιστήρια στα χέρια, σαν να τα είχαν βάλει σε µέγγενη». (…)

(…) Στην από 16/7/1975 έκθεση πραγµατογνωµοσύνης επιβεβαιώνεται η ύπαρξη ιατροδικαστικής τοµής στο θώρακα µέχρι την ηβική σύµφυση. Παρατηρήθηκαν συντριπτικά κατάγµατα των οστών του εγκεφαλικού και προσωπικού κρανίου, του 7ου και 8ου θωρακικού σπονδύλου, της 8ης και 9ης πλευράς αριστερά, του αριστερού µηρού, καθώς και κατάγµατα κατά το κάτω τριτηµόριο της αριστερής κνήµης, της περόνης και της κάτω επιφύσεως δεξιάς κνήµης. Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όµως, είναι ότι διαπιστώθηκαν κακώσεις που έγιναν εν ζωή: Στο τριχωτό της κεφαλής, στα οστά του κρανίου, στη σπονδυλική στήλη, στα πλευρά, στον αριστερό µηριαίο, στην αριστερή κνήµη-περόνη και στη δεξιά κνήµη. Οι κακώσεις αυτές δεν προέρχονται από την πτώση, έγιναν ενώ ο Καΐλης ήταν ακόµα ζωντανός και σίγουρα θέτουν πολλά ερωτήµατα για το τι συνέβη πριν το θάνατό του, στο λίγο χρόνο ο οποίος µεσολάβησε από τη στιγµή που έφυγε από το σπίτι της ξαδέλφης του µέχρι τη στιγµή που βρέθηκε νεκρός. (…)

*Ο Δημήτρης Βεριώνης είναι απόφοιτος των τμημάτων «Ελληνικός Πολιτισμός» και «Ευρωπαϊκός Πολιτισμός» του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, καθώς και της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης & Αυτοδιοίκησης (ΕΣΔΔΑ). Επίσης, ως τραγουδοποιός, έχει κυκλοφορήσει πέντε δίσκους και έχει γράψει μουσική για θέατρο.

Δείτε επίσης