Μ’ αγιόκλημα και γιασεμί…5 χρόνια χωρίς τον Λουκιανό

απο Cyclades Open

Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης γεννήθηκε στις 15 Ιουλίου 1943 στην Αθήνα. Μεγάλωσε στην Κυψέλη, στον αριθμό 85 της οδού Λαχανά, με την μητέρα του, τον αδελφό του και τη θεία του, καθώς ο πατέρας του ήταν εξόριστος.

Ο Λουκιανός στην αυλή του σπιτιού του στην Κυψέλη

«Προέρχομαι από αριστερή οικογένεια, τουλάχιστον από τη μεριά του πατέρα μου. Η μητέρα μου ποτέ δεν εκδηλώθηκε πολιτικά, αλλά σίγουρα δεν ήταν κομμουνίστρια. Εκείνο που εκτιμούσα πάντα στη μητέρα μου είναι πως όταν ο πατέρας μου ήταν στην εξορία, παρ’ όλο που η ίδια τραβούσε μεγάλο ζόρι για να τα φέρει βόλτα, ποτέ δεν τον πίεσε να υπογράψει δήλωση. Σεβάστηκε με το παραπάνω την ιδεολογία του, όσο και αν αυτή η ιδεολογία έφερε μεγάλη ταλαιπωρία στην οικογένειά μας.

Τον πατέρα μου τον γνώρισα το ’52, όταν βγήκε με τους τελευταίους από τη Μακρόνησο, χωρίς να υπογράψει. Ήμουνα εννιά χρονών. Πριν τον αφήσουν ελεύθερο, τον έφεραν στο Τμήμα Μεταγωγών (αν θυμάμαι καλά, ήταν κάπου προς τη Φιλελλήνων). Έτσι, ένα χειμωνιάτικο απόγευμα πήγαμε να τον δούμε. Μπήκαμε στην αυλή του Τμήματος Μεταγωγών, η μητέρα μου μας έδειξε έναν κύριο και είπε: “Αυτός είναι ο μπαμπάς σας”. Μετά από λίγες μέρες ήταν ελεύθερος, ήρθε στο σπίτι. Τότε είπαμε με τον αδερφό μου: “Ρε συ, να καρφώσουμε τίποτα ξύλα στα παράθυρα, να μην ξαναφύγει ποτέ”».

Ως μαθητής Γυμνασίου άλλαξε αρκετά σχολεία: 2ο Γυμνάσιο Αθηνών, απ’ όπου τον έδιωξαν λόγω των μακριών μαλλιών του, 5ο Γυμνάσιο Εξαρχείων, Λεόντειο Λύκειο Πατησίων, στο οποίο για δύο χρόνια καθόταν στο ίδιο θρανίο με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου και τέλος Σχολή Τυχόπουλου και σπούδασε Αρχιτεκτονική στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, αν και ποτέ δεν εξάσκησε το επάγγελμα του αρχιτέκτονα.

Ο Λουκιανός σε εφηβικό πάρτυ

«Ξεκίνησα μαθήματα πιάνου σε ηλικία πέντε ετών, στην Κυψέλη. Μία γειτόνισσα και οικογενειακή φίλη ήταν δασκάλα πιάνου. Κάποια στιγμή άρχισε να παροτρύνει τη μητέρα μου να μας στείλει με τον αδελφό μου για ν’ αρχίσουμε κι εμείς μαθήματα. Πηγαίναμε λοιπόν στο σπίτι της κυρίας Ευγενίας, κυνηγιόμασταν, καταβρεχόμασταν κ.λπ., οπότε εκείνη, αφού είδε και απόειδε, είπε στη μητέρα μου πως θα έπρεπε να αποφασίσει ποιος από τους δύο θα συνεχίσει.

Για κάποιο λόγο που ποτέ δεν έμαθα, συνέχισα εγώ. Τον πρώτο καιρό που κάναμε μόνο δακτυλοθεσία και κλίμακες, βαριόμουν αφόρητα. Στην πραγματικότητα, το πιάνο άρχισε να μου αρέσει αρκετά χρόνια αργότερα, όταν πια έβγαζα τραγούδια με το αυτί. Εκεί γλυκάθηκα, γιατί σιγά-σιγά υπήρξε και ένα ενδιαφέρον από τους φίλους, του στυλ “παίξε μας κάτι βρε Λουκιανέ να τραγουδήσουμε”. Το συνέχισα μετά πολλών βασάνων μέχρι τα δεκαεφτά, ώσπου δεν άντεξα. Ήμουνα στη μέση σχολή και έπρεπε να μελετάω περί τις τέσσερις ώρες πιάνο κάθε μέρα. Και εφόσον δεν γινόταν να στρωθώ τόσες ώρες στη μελέτη ταυτόχρονα με τις άλλες ασχολίες της εφηβείας (μπιλιάρδα, γκόμενες, και ροκ εντ ρολ), το παράτησα.

Είχα όμως ήδη πάρει τις βάσεις, έτσι ώστε όταν, μετά από μερικά χρόνια, προσπάθησα να σκαρώσω τις πρώτες δικές μου μελωδίες, το νερό κύλησε σχετικά εύκολα στο αυλάκι».

Το 1970 έγραψε τη μουσική για τη θεατρική παράσταση «Η Πόλη μας», τα 12 τραγούδια της οποίας  κυκλοφόρησαν σε δίσκο το 1971, με ερμηνευτές τη Βίκυ Μοσχολιού και τον Μανώλη Μητσιά. Οι στίχοι σε οκτώ τραγούδια είναι της Κωστούλας Μητροπούλου, ενώ δύο υπογράφει ο ίδιος ο Κηλαηδόνης. Στο «Μη χτυπάς σ’ ένα σπίτι κλειστό» οι στίχοι είναι του Μάνου Ελευθερίου, μετά από άρνηση όμως της Μητροπούλου να μπει το όνομα του Ελευθερίου στο δίσκο, στην πρώτη έκδοση ως στιχουργός αναφέρεται ο Κηλαηδόνης.

Το 1972 κυκλοφόρησε τον δίσκο «Κόκκινη Κλωστή» σε στίχους του Νίκου Γκάτσου, με ερμηνευτές τον Μανώλη Μητσιά και τη Δήμητρα Γαλάνη.

Το 1973 κυκλοφόρησαν, σε κόκκινο βινύλιο, τα «Μικροαστικά» σε στίχους του Γιάννη Νεγρεπόντη, όπου ο Κηλαηδόνης ερμηνεύει για πρώτη φορά τις δικές του συνθέσεις. Τα τραγούδια είχαν κυκλοφορήσει παράνομα στη διάρκεια της δικτατορίας.

Επόμενος δίσκος του, πάλι σε στίχους του Γιάννη Νεγρεπόντη, ήταν τα «Απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας» το 1975, ενώ το 1976 κυκλοφόρησε ο ορχηστρικός δίσκος «Media Luz», το σάουντρακ ενός υποθετικού φιλμ νουάρ.

Το 1978 κυκλοφόρησε ο δίσκος «Είμαι ένας φτωχός και μόνος κάου-μπόυ», ο πρώτος στον οποίο συνθέτει, γράφει και ερμηνεύει τραγούδια. Ακολουθούν τα επόμενα χρόνια οι δίσκοι «Ψυχραιμία Παιδιά» το 1979, «Χαμηλή πτήση» το 1982, «Τραγούδια για κακά παιδιά» το 1986, «Γιατί θα γίνω μαραγκός» το 1990 και «Fifties και ξερό ψωμί» το 1988.

Χειρόγραφο του Λουκιανού με τους στίχους του τραγουδιού «Ο ύμνος των μαύρων σκυλιών»

Το 1993 κυκλοφόρησε το διπλό άλμπουμ «Αχ! Πατρίδα μου γλυκειά», ο οποίος αποτελεί την μουσική  καταγραφή των τελευταίων πέντε δεκαετιών. Για πρώτη φορά παρουσιάζονται δισκογραφικά τραγούδια της προφορικής παράδοσης, της γειτονιάς, του δρόμου, της κατασκήνωσης, του κατηχητικού, προσκοπικά αλλά και επτανησιακά, καντάδες, ελαφρά και ρεμπέτικα. Ο δίσκος ήταν η ηχογραφημένη εκδοχή ενός λαϊκού μιούζικαλ που είχε παρουσιάσει στο θέατρο του Λυκαβηττού.

Το 1998 κυκλοφόρησε τον live δίσκο «Νέα Κυψέλη – Νέα Ορλεάνη», με την Preservation Hall Jazz Band, μία τζαζ μπάντα από τη Νέα Ορλεάνη και το 2002 «Τα φανταρίστικα», σε στίχους ανώνυμων φαντάρων, που είχαν δημοσιευτεί στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, στη στήλη «Φαντάρε πού πας;»  

Ο Λουκιανός το 1997 στη Νέα Ορλεάνη, σε πρόβα με τους Preservation Hall Jazz Band

Ο τελευταίος δίσκος του «Μ’ αγιόκλημα και γιασεμιά», κυκλοφόρησε το 2006. Ήταν ένα διπλό live άλμπουμ με τη συναυλία του στο Ηρώδειο, για την οποία είχε συνεργαστεί με την Κρατική Ορχήστρα Ελληνικής Μουσικής.  

Ο Λουκιανός στο Ηρώδειο, 2006

Είχε συνεργαστεί με το «Ελεύθερο Θέατρο» (μετέπειτα «Ελεύθερη Σκηνή»), ενώ είχε γράψει τη μουσική των παραστάσεων της πρώτης περιόδου του «Θεσσαλικού Θεάτρου». Είχε ακόμα συνεργαστεί με το Εθνικό Θέατρο, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, την Παιδική Σκηνή της Ξένιας Καλογεροπούλου και το Λαϊκό Θέατρο του Λεωνίδα Τριβιζά.

Επιμελήθηκε τη μουσική των ταινιών του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Ο Θίασος» και «Οι κυνηγοί», της ταινίας του Παντελή Βούλγαρη «Ελευθέριος Βενιζέλος» και της ταινίας «Οι Αθηναίοι» του Βασίλη Αλεξάκη, αλλά και αρκετών τηλεοπτικών σειρών.

Το «Πάρτυ στη Βουλιαγμένη» η συναυλία του στην πλαζ της Βουλιαγμένης στις 25 Ιουλίου 1983 ήταν η πρώτη συναυλία σε φυσικό χώρο. Η σκηνή ήταν μια φορτηγίδα, από αυτές που χρησιμοποιούνται από τον ΟΛΠ για να μεταφέρουν προϊόντα για φόρτωμα στα καράβια. Κερκίδες, φυσικά, δεν υπήρχαν. Ο κόσμος καθόταν ελεύθερος στην άμμο. Μπορούσε να κινείται, να κολυμπά, να χορεύει, να ξαπλώνει. Ο θεατής δεν ήταν απλός θεατής, ήταν καλεσμένος σε πάρτυ, στο πάρτυ του Λουκιανού. Κόπηκαν 2.500 εισιτήρια προς 300 δραχμές. Βρέθηκαν στην ακροθαλασσιά 85.000 -κάποιοι λένε 100.000- άνθρωποι.

Στη συναυλία συμμετείχαν οι τραγουδιστές  η πιανίστας Νέλλη Σεμιτέκολο, με ένα καουμπόικο ragtime από Σκοτ Τζόπλιν. Στη συνέχεια ορχήστρα 17 ατόμων έπαιξε μουσική του τρομπονίστα Γκλεν Μίρεν και ακολούθησαν Σαββόπουλος, Γερμανός, Νταλάρας, Μαντώ και Αφροδίτη Μάνου.

«Ήθελα αυτή η βραδιά στη Βουλιαγμένη, να είναι κάτι περισσότερο από μια συναυλία, να είναι μια πιο ολοκληρωμένη πρόταση της αισθητικής μου, και η όλη σύλληψή της προέρχεται από ένα χώρο καθαρά ποιητικό. Ήθελα, ακόμα, να ακουστούν εκείνο το βράδι όλα τα είδη μουσικής που αγάπησα και που τελικά με διαμόρφωσαν. Scott Joplin, Glenn Miller, καντάδες, ελαφρά ελληνικά τραγούδια της δεκαετίας του ΄50. Δεν ξέρω από πόσους έγινε αντιληπτό κάτι τέτοιο, πάντως εγώ αυτό ονειρεύτηκα κι’ αυτό έκανα».

Ήταν παντρεμένος με την ηθοποιό και πολιτικό Άννα Βαγενά, με την οποία απέκτησαν δύο κόρες, την ηθοποιό Γιασεμή Κηλαηδόνη και την τραγουδίστρια Μαρία Κηλαηδόνη.

Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης πέθανε τα ξημερώματα της 7ης Φεβρουαρίου του 2017 στην εντατική του Νοσοκομείου «Υγεία» από καρδιακή ανεπάρκεια. Στο πλευρό του βρίσκονταν οι κόρες του Γιασεμί και Μαρία.

Όπως θα έλεγε και ο ίδιος «The party is over».

Με πληροφορίες από τη σελίδα για τη ζωή του Λουκιανού που έγραψε η Άννα Βαγενά στο Λουκιανός Κηλαηδόνης και τις σελίδες Σαν Σήμερα, Όγδοο και Athens Voice

Δείτε επίσης